Πέμπτη 25 Ιανουαρίου 2024

Ελευθερία Παπουτσάκη, Αόριστος

Ιστορίες και στιγμιότυπα απ' την ανάποδη

Ελευθερία Παπουτσάκη, Αόριστος


Ασκούν μια τρομερή έλξη οι ιστορίες ψυοχθεραπείας φιλτραρισμένες και λογοτεχνικά μεταφερμένες. Ας πάρουμε για παράδειγμα τα βιβλία του Irvin Yalom (εκδόσεις Άγρα) όπου ο θεραπευτής Yalom μετατρέπει την κλινική του εμπειρία, τις σκέψεις του, τα εργαλεία του, την ψυχανάλυση και τις τεχνικές της, τους αναλυόμενους και τις εμμονές τους σε υψηλή πρόζα υβριδικής μορφής. "Ο δήμιος του έρωτα", για παράδειγμα, προσέλκυσε το ενδιαφέρον του κοινού, διαβάστηκε και διαβάζεται με αμείωτο ενδιαφέρον. Είναι τα βιβλία του Jorge Bucay (εκδόσεις opera) όπου και εκεί, ο ψυχοθεραπευτής καταθέτει στιγμές, σκέψεις και προβληματισμούς, φέρνει στο φως -με εξαιρετικά φωτεινό τρόπο- ιστορίες και περιστατικά των αναλυόμενων. Από την πρώτη μέρα κυκλοφορίας του "Να σου πω μια ιστορία" το 2011, όλα τα έργα του Bucay που ακολούθησαν πουλάνε συνεχώς, διαβάζονται, "διδάσκουν" και "διδάσκονται" σε αναγνωστικές παρέες και ψυχές ανήσυχες. Άλλο ένα παράδειγμα είναι η περίπτωση του νευρολόγου Oliver Sacks που με τα βιβλία του "Ο άνθρωπος που μπέρδεψε τη γυναίκα του με ένα καπέλο" ή το "Ενας ανθρωπολόγος στον Άρη"(εκδόσεις Άγρα), συνδυάζοντας τη νευροψυχολογία και το  λογοτεχνικό, διεισδυτικό του ύφος με το χιούμορ και την "ιατρική" λογοτεχνία, έκανε πιο προσιτή στο ευρύ κοινό την επιστήμη της νευρολογίας.

Οι παραπάνω περιπτώσεις επιτυχημένων εμπορικά βιβλίων δηλώνουν τη δίψα των αναγνωστών που, χωρίς απαραίτητα να είναι ειδήμονες ή να ασκούν το λειτούργημα του ψυχαναλυτή / ψυχολόγου, γυρεύουν απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα που ταλανίζουν την ύπαρξη, επιθυμούν να ανακαλύψουν τις σκοτεινές περιπλανήσεις της ανθρώπινης φύσης, τα στοιχεία μιας μεταβαλλόμενης συμπεριφοράς και τα ανοιχτά τραύματα που σέρνονται (για χρόνια, για μια ζωή) μέσα σε κλειδωμένες καρδιές, σε σχέσεις, σε γάμους, σε βίους και καταλήγουν να αιωρούνται σε χείλος γκρεμού.
 
Τα άλυτά μας ζητούν ταύτιση, γλυκαίνουν όταν συναντούν κοινά άλυτα σε ιστορίες και εξομολογήσεις άλλων που χτυπούν μια πόρτα και ζητούν βοήθεια κι εμείς τους κρυφοκοιτάζουμε, τους κρυφακούμε  και τους θαυμάζουμε για το θάρρος τους μέσα από τα ασφυκτικά / φοβικά / ταξικά μας κελιά. Γινόμαστε μάρτυρες των δραμάτων τους, των σταδιακών μεταμορφώσεών τους σε πλάσματα που επανακτούν τον χαμένο έλεγχο, των σιωπών, των ξεσπασμάτων τους, των ναυαγισμένων τους ερώτων, ονείρων, πόθων, συναισθημάτων, του σαπισμένου παρελθόντος τους που χρήζει κατάρρευσης και ανοικοδόμησης σε φρέσκο παρόν για ένα σταθερό μέλλον.
 
Έχει μεγάλο ενδιαφέρον να γινόμαστε μάρτυρες ομολογιών και αναλύσεων ψυχών ταλαιπωρημένων / διαταραγμένων, όχι από οίκτο αλλά από τρυφερότητα κι από ανάγκη να συγκρίνουμε τα όσα καταφέραμε ή δεν καταφέραμε ,δεν τολμήσαμε, χάσαμε, κηδέψαμε, πενθήσαμε, μνημονεύουμε και κουβαλάμε σαν φθαρμένο φυλαχτό στη δική μας καλοντυμένη - διαταραγμένη ψυχή.
 
Κι αν στα βιβλία που αναφέρθηκαν μερικές παραγράφους παραπάνω η αφήγηση πραγματοποιείται από την πλευρά του θεραπευτή, εδώ, σε αυτόν  τον μικρό τόμο υπό τον τίτλο "Αόριστος" και τον υπότιτλο "Ιστορίες και στιγμιότυπα απ΄την ανάποδη" που έγραψε η Ελευθερία Παπουτσάκη και κυκλοφορεί στη σειρά  λ  των εκδόσεων Νήσος,πρωταγωνιστές και αφηγητές των ιστοριών είναι οι θεραπευόμενοι ενώ οι θεραπευτές -ο καθένας τους ακολουθεί τη δική του σχολή- κρατούν τον δεύτερο ρόλο.
 
Δώδεκα αληθινές, άμεσες, καλογραμμένες ιστορίες ψυχοθεραπείας, όπου πρωταγωνιστούν άντρες και γυναίκες διαφορετικών ηλικιών και εμπειριών -εμπειριών που μεταφέρονται ρεαλιστικά και άρτια δομημένες σε πρώτο πρόσωπο από την συγγραφέα, η οποία αποτυπώνει θαυμάσια όλη τη γκάμα των συναισθημάτων των ηρώων της και πλάθει / καταγράφει τις βιωματικές τους ιστορίες με χιούμορ, συγκινησιακή φόρτιση, πόνο και ειλικρίνεια και μοναξιά (γιατί στην ασθένεια της ψυχής δεν υπάρχει το "μαζί", υπάρχει το κενό, η απόγνωση και η άβυσσος του ενός) και τους δίνει δύναμη και "ύψος".
 
Η Παπουτσάκη στρέφει τον φακό της κατάματα στο ανθρώπινο αδιέξοδο, στους μέσα δρόμους, στα μέσα πυκνά νυχτερινά δάση, στις μέσα σκοτεινές θάλασσες, στις μέσα αχανείς λεωφόρους της οδύνης.
 
Οι ήρωες των διηγημάτων στον "Αόριστο" αισθάνονται μια συστολή απέναντι στον θεραπευτή τους, άλλοι δεν τον εμπιστεύονται καν, άλλοι του ανοίγονται αμέσως και βλέπουν τη ζωή τους από την αρχή, το πώς διαμορφώθηκε, πώς έγινε κομμάτια σε ψυχολογική πρόσκρουση με πληγές χρόνιες και ζητούν ένα χέρι να τους κρατήσει στη ζωή, να τους κολλήσει τα σκόρπια κομμάτια, να τους ωθήσει σε ελευθερίας πέταγμα μακριά από σύννεφα - πένθη και καταιγίδες - φόνισσες.
 
Οι ήρωες του Αορίστου αγαπούν τους θεραπευτές τους, τους παρατηρούν στις παραμικρές κινήσεις τους: στην πύρινη ή στην παγωμένη ματιά τους, στη στάση του σώματός τους, στην εμφάνισή τους, τους βρίσκουν ψεγάδια, τους ανοίγουν την ψυχή τους και τους τραβούν μαζί τους σε βαθιά νερά.
 
Με χρονικό περιορισμό. Επί πληρωμή.
 
Κι απ΄το βυθό ξαναβγαίνουν στην επιφάνεια λυτρωμένοι ή πανικόβλητοι. Με αφορμή την διαδικασία της ψυχανάλυσης, πυροδοτούνται στους αφηγητές / θεραπευόμενους ερωτήματα και συναισθήματα πρωτόγνωρα κι ανείπωτα. Οι δαίμονες βγαίνουν απ΄τα σώματα, στέκονται αμήχανοι κάπου απέναντι, γίνεται η διάγνωση, ακολουθεί η σύσταση αγωγής, ανοίγουν δρόμοι δύσβατοι, με εμπόδια, σε λαβύρινθο με το φως της μέρας να αχνοφέγγει κάπου μακριά, σε μια άκρη του.
 
Η Ελευθερία Παπουτσάκη μάς παίρνει μαζί της σε ένα επίπονο και λυτρωτικό ψυχοθεραπευτικό ταξίδι με μνήμες, άηχες προσευχές και κατάρες, απώλειες, αποκαλύψεις, δάκρυα, ελπίδα και στάχτες εικόνων. Όλα ξεκινούν μ' έναν Αόριστο και καταλήγουν σ' έναν Αόριστο β' αυλαίας που πέφτει και ζωής που συνεχίζεται. Και ενδιάμεσα, ένα οδυνηρό Οχτώ, ένα ζευγάρι Άσπρες κάλτσες με κρυμμένα "ξυράφια", ένας πίνακας και οι συμβολισμοί του, ένα τρανζίστορ, εμβόλιμοι στίχοι, περιορισμοί, θησαυροί στιγμών,ένα τραπεζάκι στο χώρο ψυχοθεραπείας που πάνω του δεσπόζουν Χαρτομάντιλα και καραμέλες - χάδι και παρηγοριά.
 
Πρώτο επίσημο βήμα της Ελευθερίας Παπουτσάκη στα ελληνικά γράμματα. Είχε προηγηθεί η ενεργή συμμετοχή της σε συλλογική δουλειά μαθητών της, ούσα καθηγήτρια στη Μέση Εκπαίδευση, όπου ανέλαβε την ανθολόγηση και την επιμέλεια ποιημάτων των παιδιών σε ένα τόμο με τίτλο "Τα χαϊκού της Γκράβας", εκδόσεις Book Lab, 2022.
 
Η συγγραφέας, μετά από συνομιλίες με φίλους και γνωστούς, έγινε εκείνοι και μπήκε στη θέση τους αλλά βούτηξε και στον δικό της εαυτό καθώς τρείς από τις δώδεκα ιστορίες έχουν ως ηρωίδα την ίδια. Και κάπως έτσι γεννήθηκαν τα ψυχοθεραπευτικά διηγήματα στον "Αόριστο". Με τους χαρακτήρες σε διάφανες, αληθινές και σκληρές εξομολογήσεις, να αναμετριούνται με πληγές που αιμορραγούν για χρόνια και ζητούν αγκαλιά και κατανόηση, θεραπείας φιλί, επιδέσμου χάδι και με ερωτήματα όπως τί τους ενώνει και τί τους χωρίζει απ΄τον κόσμο που αγαπούν να μισούν, να λαχταρούν και να τρέμουν.
 
 
Εκδόσεις  νήσος

Παρασκευή 19 Ιανουαρίου 2024

Φώτης Δούσος, Τέλεση

Φώτης  Δούσος, Τέλεση

"....Το θέατρο στον απόλυτο βαθμό είναι έκσταση, μια κατάσταση όπου χάνει κανείς τον εαυτό του, φεύγει από τη συνειδητότητα, ενώνεται με τους άλλους, καταργεί τα όρια και, σίγουρα, παύει να σκέφτεται..."  (σελ. 222)

Το σύγχρονο ελληνικό θέατρο (η μαγεία του, οι αγωνίες, οι δυσκολίες, το παρασκήνιο,οι παθογένειες, οι εμμονές και οι ρωγμές του) είναι το πεδίο δράσης στην "Τέλεση", το δεύτερο μυθιστόρημα που έγραψε ο Φώτης Δούσος και κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις νήσος. Ο Φώτης Δούσος έγινε ευρύτερα γνωστός στο αναγνωστικό κοινό το 2021 με το πρώτο του μυθιστόρημα αστυνομικής πλοκής "Η λίστα του Λοπορέλο" (εκδόσεις Νεφέλη) που συνδύαζε τη νουάρ ατμόσφαιρα με τη σάτιρα και το καυστικό χιούμορ με φόντο το εγχώριο εκδοτικό σύστημα.

Πολυσχιδής προσωπικότητα, πολυτάλαντος, ένα πνεύμα ανήσυχο ο -γεννημένος στις Σέρρες και μόνιμος κάτοικος Κρήτης- Δούσος, εκτός από δεινός πεζογράφος, γράφει παιδικά βιβλία και θέατρο, είναι μουσικός -ένα από τα ιδρυτικά μέλη του συγκροτήματος "Δάρνακες"-, έχει ιδρύσει με συνεργάτες του τη θεατρική ομάδα Hippo, έχει σπουδάσει θεατρολογία στο Τμήμα Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών του Α.Π.Θ, είναι υποψήφιος διδάκτορας του Τμήματος Νεοελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης με αντικείμενο την ανάπτυξη πλοκής στο νεοελληνικό μυθιστόρημα. Με την θεατρική του ομάδα Hippo πραγματοποίησε σεμινάρια σωματικού θεάτρου και παραγωγής προφορικού και γραπτού λόγου σε Ελλάδα και εξωτερικό. Οπότε, είναι πολυταξιδεμένος, συλλέκτης εμπειριών, εικόνων και ερεθισμάτων που με ευφυή τρόπο μεταφέρει και στα γραπτά του.

Η "Τέλεση" ανήκει στα μυθιστορήματα εκείνα που ξεκινώντας τα σε αρπάζουν από το λαιμό από την πρώτη τους κιόλας αράδα.

Η γραφή είναι νευρώδης, καλοδομημένη, καλοδουλεμένη. Η ατμόσφαιρα σαγηνευτική και υποβλητική. Είναι ένα λογοτεεχνικό κείμενο κινηματογραφικής ροής και αισθητικής και το θέμα του έρχεται να αναδείξει όσα συνέβαιναν και συμβαίνουν (ολοφάνερα πλέον, τα τελευταία χρόνια) πίσω από τη λάμψη και τους προβολείς της θεατρικής σκηνής, πίσω από την επιφάνεια των πραγμάτων. Σε πρώτη ανάγνωση, έχουμε να κάνουμε με ένα απόλυτα ρεαλιστικό, πολυεπίπεδο, καλοκουρδισμένο υπαρξιακό μυθιστόρημα με στοιχεία ψυχολογικού θρίλερ γύρω από την προετοιμασία μιας φιλόδοξης θεατρικής παραγωγής.

Πρωταγωνιστής στην "Τέλεση" είναι ο Άρης Τόσκας, ένας νεαρός ηθοποιός, ένας άνθρωπος συνεσταλμένος με έλλειψη αυτοπεποίθησης, που αποφασίζει να λάβει μέρος σε μια ακρόαση στο θέατρο "Κεντρικόν" για την επερχόμενη παράσταση του σαιξπηρικού Οθέλλου. Ο Άρης προέρχεται από αγροτική οικογένεια της επαρχίας, μεγαλωμένος από τον αυταρχικό πατέρα του ο οποίος αρνείται να αποδεχτεί την επιθυμία του γιού του να ασχοληθεί με την υποκριτική.  Ακόμα και μετά από ένα ατύχημα με αλυσοπρίονο που του αφήνει μια μόνιμη ουλή στο πρόσωπο κι ένα μόνιμο σύμπλεγμα κατωτερότητας για την εμφάνισή του, ο Άρης είναι αποφασισμένος να κυνηγήσει το όνειρό του. Ερχεται στην Αθήνα και σπουδάζει. Και φτάνει στην πόρτα του "Κεντρικόν". Περνάει από την πρώτη οντισιόν στη δεύτερη κι έπειτα στην επόμενη τελική φάση. Γίνονται οι πρώτες γνωριμίες, οι πρόβες σιγά σιγά ξεκινούν. Ο Άρης έρχεται αντιμέτωπος με σκληρές καταστάσεις, με κακοποιητικές και τοξικές συμπεριφορές, με τη διπροσωπία μεταξύ των μελών της θεατρικής ομάδας, με την αλλοπρόσαλη συμπεριφορά του σκηνοθέτη Μαλτέζου και των συνεργατών του, της σκηνογράφου Μάγιας και της βοηθού της, Βίλης. (Η Μάγια είναι ένα πρόσωπο με καταλυτική παρουσία στη δράση του μυθιστορήματος).

Καταφθάνουν τα αντικείμενα και τα ρούχα της παράστασης. Και μια ολοπρόσωπη θεατρική μάσκα, που αρχικά ενθουσιάζει τα μέλη του θιάσου και στη συνέχεια προκαλεί ανησυχία και φέρνει τριγμούς. Η μάσκα δίνεται στον Άρη ο οποίος επιλέγεται να παίξει τον ρόλο του Ιάγου φορώντας την. Ο νεαρός ηθοποιός προσπαθεί να "συμφιλιωθεί" με τη μάσκα, να την "δαμάσει", τη φοράει στις πρόβες και του προκαλεί δυσκολίες στην άρθρωση του λόγου, στις κινήσεις και στην ψυχολογία του καθώς η μάσκα επιδρά με ένα μυστηριώδη τρόπο όχι μόνο στο κεφάλι του αλλά στο σώμα και στην ψυχή του.

Τα πράγματα ζορίζουν όλο και περισσότερο καθώς περνά ο καιρός και οι απαιτήσεις του σκηνοθέτη αυξάνονται. Οι πρόβες πάνε από το κακό στο χειρότερο, η ατμόσφαιρα μεταξύ ηθοποιών είναι όλο και πιο τεταμένη. Ο Άρης, φορώντας τη μάσκα, μπερδεύει τα λόγια του, βαδίζει στα τυφλά, βιώνει έναν εσωτερικό πόλεμο, αναμετριέται με τον εαυτό του, με τον ρόλο του, με τα υπαρξιακά του αδιέξοδα, με την ίδια τη μάσκα που μοιάζει να τον απομυζά, με τη φιλοδοξία του να πετύχει. Κι αυτή η φιλοδοξία θα τον κάνει να υπερβεί εαυτόν και να θυσιαστεί.

Μη θέλοντας να διαψεύσει τον Μαλτέζο που τον επέλεξε ανάμεσα σε τόσους ηθοποιούς και του έδωσε ένα τέτοιο σπουδαίο ρόλο και όντας ανίσχυρος μπροστά στην παράξενη δύναμη της μάσκας, ο Άρης παίρνει τη μάσκα στο σπίτι του, τη φοράει για ώρες για να τη συνηθίσει, της αφιερώνεται, την κάνει κομμάτι της καθημερινότητάς του, συνομιλεί σιωπηλά μαζί της. Σε μια στιγμή απόγνωσης και παραλογισμού, την κολλάει πάνω στο κεφάλι του και στο πρόσωπό του χρησιμοποιώντας ισχυρές κόλλες.

Άρης και μάσκα γίνονται ένα.

Η μάσκα του Ιάγου γίνεται ο Άρης και ο Άρης γίνεται η μάσκα του, ο ρόλος του. Η μάσκα γίνεται για τον Άρη σύντροφος, εχθρός, ίλιγγος, προστασία, δεύτερος εαυτός, δεύτερη καρδιά, οξυγόνο και θηλιά του. Ο Άρης, που έχει πλέον καλυμμένα το πρόσωπό του και την παλιά ουλή του, σβήνει την προσωπικότητά του και μετατρέπεται σε ρόλο, σε αρχέτυπο, σε σύμβολο. Εκπέμπει δύναμη κι ερωτισμό, γοητεύει και γοητεύεται, ανακτά τη χαμένη του αυτοπεποίθηση, στους ώμους του φυτρώνουν προσωρινά φτερά που λιώνουν στο φως των προβολέων και το πέταγμα φέρνει ξανά την πτώση. 

Αλλά τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται κι αυτό που θα ακολουθήσει, μονάχα ένας δαιμόνιος συγγραφέας σαν τον Φώτη Δούσο θα μπορούσε να σκαρώσει.

Σε δεύτερη ανάγνωση, η "Τέλεση", είναι ένα αλληγορικό μυθιστόρημα και η πρωταγωνίστρια - μάσκα συμβολίζει την ανάγκη μας για χρήση καθημερινής μάσκας - αμφίεσης προκειμένου να αποκρύψουμε το αληθινό μας πρόσωπο, την πραγματική μας ταυτότητα, από τα αδιάκριτα μάτια των άλλων αλλά και τα οικεία δικά μας. Είναι μια αλληγορία για τις "παραστάσεις" που δίνουμε συνεχώς στη διάρκεια της ζωής μας για να καλύψουμε τραύματα, πληγές, φόβους, αδυναμίες, ουλές και για τους ρόλους που ντυνόμαστε και τελικά -ύπουλα και αθόρυβα- μας τρώνε από μέσα προς τα έξω τα σωθικά, την ψυχή και το σώμα, μας ελέγχουν τη σκέψη, μας οδηγούν στο άλμα προς το παράλογο.

Ο Φώτης Δούσος, σε αυτό το δεύτερο λογοτεχνικό του έργο, αποδεικνύει περίτρανα το πόσο εξαιρετικός συγγραφέας είναι, την ικανότητά του να δημιουργεί ολοκληρωμένους χαρακτήρες από σάρκα και οστά και να σκιαγραφεί επιτυχημένα την ψυχοσύνθεση των ηθοποιών που καλούνται να ξεπεράσουν όρια και εαυτούς, να παλέψουν με εσωτερικούς και εξωτερικούς δαίμονες μέχρι να γίνουν οι ρόλοι τους.

Ένα άρτιο μυθιστόρημα, η "Τέλεση", που διαβάζεται απνευστί και, μετά το πέρας της ανάγνωσης, αφήνει πίσω του τροφή για σκέψη και μια μόνιμη "ουλή" στην αναγνωστική καρδιά.
 
 
Εκδόσεις νήσος

Τετάρτη 10 Ιανουαρίου 2024

Άκης Παπαντώνης, H τελευταία αρκούδα του δάσους

Άκης Παπαντώνης,  H τελευταία αρκούδα του δάσους
Ο Άκης Παπαντώνης εμφανίστηκε στην ελληνική πεζογραφία για πρώτη φορά το 2007 συμμετέχοντας με ένα διήγημά του στον συλλογικό τόμο "Είμαστε όλοι μετανάστες" των εκδόσεων Πατάκη, για να αποκαλύψει έπειτα, εκτενώς,περίτρανα  και ταπεινά τη συγγραφική του δεινότητα στο πρώτο του προσωπικό έργο, το 2014, στην αριστοτεχνική του νουβέλα "Καρυότυπος" (εκδόσεις Κίχλη). Μια νουβέλα φιλοσοφικών αποχρώσεων, άψογα δουλεμένη και ζυγισμένη, με ζηλευτή οικονομία λόγου η οποία εντυπωσίασε το αναγνωστικό κοινό, χάρισε στον ταλαντούχο συγγραφέα το Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Πεζογράφου του περιοδικού "Ο Αναγνώστης" και του άνοιξε δρόμο για να κάνει τα επόμενα βήματά του. Και τα πραγματοποίησε.΄
 
Το 2019 επανήλθε με το σπονδυλωτό μυθιστόρημα "Ρηχό νερό, σκιές" (εκδόσεις Κίχλη). Ακολούθησε το 2021 η εξαιρετική πεζοποιητική συλλογή - συλλογική αυτοβιογραφία ημερολογιακών καταγραφών "Bildungsroman" ενώ στο ενδιάμεσο και παράλληλα, ο καθηγητής Επιγενετικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Göttingen και συγγραφέας ακριβείας, Άκης Παπαντώνης, απέδειξε ότι διέθετε ένα μεταφραστικό άσο κρυμμένο στο μανίκι, μεταφράζοντας Raymond Carver στη δίγλωση ποιητική συλλογή "Εκεί που είχαν ζήσει" (εκδόσεις Κίχλη) και δυο μυθιστορήματα του Miroslav Penkov , "Ανατολικά της δύσης" (2016) και "Το βουνό των πελαργών" (2018), αμφότερα από τις εκδόσεις Αντίποδες.
 
Ομολογουμένως, ανυπομονούσαμε για το επόμενο προσωπικό,  λογοτεχνικό  "θαύμα" του Παπαντώνη το οποίο και συνέβη πρόσφατα, τον περασμένο Δεκέμβρη, σταθερά από τις εκδόσεις Κίχλη, με την καινούργια παρούσα νουβέλα που συγκινεί βαθιά αναδεύοντας συναισθήματα και μνήμες. Και εδώ, ο Παπαντώνης, με λιτά και έξοχα εκφραστικά μέσα, με την τεχνική της αφαίρεσης, με υπαινιγμούς και παύσεις, καταγράφει μια ενηλικίωση σε ασπρόμαυρο φόντο, με την οικογένεια στο επίκεντρο, με απουσίες που πονάνε και διαμορφώνουν τον χαρακτήρα και την πορεία των κεντρικών ηρώων. Πιάνει επακριβώς τον σφυγμό της συλλογικής πραγματικότητας της τελευταίας τεσσαρακονταετίας εκφράζοντας έτσι μια ολόκληρη γενιά ανθρώπων που έζησαν και μεγάλωσαν από τις αρχές της δεκαετίας του '80 ως τα πρώτα χρόνια του 2000.
 
Μεταξύ Αθήνας, Θεσσαλονίκης και Βοσνίας, από τα σχολικά χρόνια  του '80 και την ανέμελη εκείνη περίοδο ως τον εμφύλιο της Βοσνίας τη δεκαετία του '90 -όπου έλαβε χώρα ο σφαγιασμός των Μουσουλμάνων στη Σρεμπρένιτσα με τη συμμετοχή Ελλήνων, όπως αποδείχθηκε αργότερα- και την Αθήνα των αρχών του 2000.
 
Ο πρωτοπρόσωπος αφηγητής, Θοδωρής, μάρτυρας και παρατηρητής γεγονότων, εξιστορεί σιωπές, μεταμορφώσεις, ρωγμές, αναπάντητα ερωτήματα, ανοιχτές πληγές, ψιθύρους, σκοτάδια και αινίγματα και μέσω αυτών ψηλαφεί το οικογενειακό του τραύμα.  Η αφήγηση του Θοδωρή ξεκινάει το 1995 όταν είναι πρωτοετής φοιτητής στο Χημικό του Α.Π.Θ. Στην αφήγηση θα ενταχθεί ο μεγαλύτερος αδερφός του Νίκος / Νικηφόρος, η μητέρα τους, ο παππούς τους και ο απών πατέρας τους και όλα εκείνα που δεν λέγονται και αχνοφαίνονται καθώς αιωρούνται ανάμεσα στις πηχτές σιωπές.
 
Η οικογένεια κουβαλάει το τραύμα της απουσίας του πατέρα και το επόμενο τραύμα: του γιού και αδερφού Νίκου που μεταμορφώνεται σε εθνικόφρονα Νικηφόρο, εντάσσεται στον Λαϊκό Σύνδεσμο και με τα υπόλοιπα μέλη της Ελληνικής Εθελοντικής Φρουράς παίρνουν μέρος στον πόλεμο στη Βοσνία, τάσσονται στο πλευρό των Σέρβων και πολεμούν τους εχθρούς της Ορθοδοξίας και της Μεγάλης Ελλάδας, πολεμούν υπέρ της Ευρώπης της Λευκής Φυλής.
 
Κάθε σύντομο κεφάλαιο της νουβέλας ξεκινά με αποσπάσματα μαρτυριών ανθρώπων που είδαν με τα μάτια τους την γενοκτονία και βίωσαν τη φρίκη του πολέμου και αποτελούν επεξεργασμένη μορφή υλικού από τα πρακτικά του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για την πρώην Γιουγκοσλαβία. Αποτελούν όμως και τις στάσεις / ραψωδίες στο δρόμο και στον βίο των πρωταγωνιστών, από το Προοίμιο, στο Α ως το Ω και την τελική Ταφή.
 
Επιστολές, γεύσεις και αρώματα των εποχών, κρυμμένα αντικείμενα, ελάχιστα λόγια, πλήθος συλλογισμών, γεγονότα (ο σεισμός του '99, οι σχολικές καταλήψεις του '90, η πτώση του Τείχους πιο πριν, οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004), ενδιάμεσες στάσεις με πλάγιες εξομολογήσεις, ποιήματα, ημερολόγια, μνήμες, πάθη ανομολόγητα, τραύματα το ένα μέσα στο άλλο, μετακινήσεις, σκιές, τσιγάρα, θαμπός ουρανός, κλειδωμένες καρδιές, φθαρμένα βλέμματα, ο χρόνος που μετακινείται διαρκώς μπρος πίσω.
 
Ο Θοδωρής, από τη Θεσσαλονίκη, παίρνει μεταγραφή για συνέχεια σπουδών στην Αθήνα, πάντα στη σκιά του αδερφού του, δίπλα στην κουρασμένη σκοτεινή φιγούρα της μητέρας του και καταμετρά, "φωτογραφίζει", μάχεται όσα μένουν κρυφά για να μην ταράξουν τα ήδη ταραγμένα νερά.  Σε μια μη γραμμική -υποδειγματική- εξιστόρηση των γεγονότων, τα δυο αδέρφια μεγαλώνουν στην Αθήνα του '80 με μια μητέρα ψυχολογικό ράκος κι ένα πατέρα που έφυγε χωρίς γυρισμό για τη Γερμανία.
 
Τη θέση του πατέρα παίρνει ο Νίκος, σε ένα θολωμένο ρόλο: έφηβος σε πρόωρη ενηλικίωση και πατέρας / αδερφός, προστάτης μιας οικογένειας χαμένης στους σκιώδεις λαβυρίνθους μεταξύ ψεμάτων και αλήθειας. Ζούν με την απουσία κάνοντας σκέψεις για το κενό ενδιάμεσα και δεν κάνουν  ερωτήσεις γιατί οι απαντήσεις δεν έχουν φωνή.
 
Μεγαλώνοντας, ο Νίκος τραβαέι τον δικό του δρόμο. Βρίσκει πίστη και θέση στον αγώνα υπέρ του έθνους, στην άσκηση βίας και στον ρατσισμό απέναντι σε οτιδήποτε "ξένο". Ο Θοδωρής εικάζει, φαντάζεται, γλείφει τις πληγές που μόνιμα στάζουν, ακολουθώντας αμήχανα τη ζωή που προχωράει όπως προχωράνε οι τσακισμένες ζωές. Οι δυο τους συναντιούνται στη Θεσσαλονίκη την περίοδο σπουδών του Θοδωρή. Ο Νίκος επιστρέφοντας από το κολαστήριο της πρώην Γιουγκοσλαβίας, μένει λίγες μέρες στον μικρό του αδερφό. Χωρίς να ανταλλάσουν πολλές κουβέντες παρά μονάχα φευγαλέες, ενίοτε τρυφερές, άδειες ματιές. Η μορφή του μεγάλου προσφέρει ασφάλεια στον μικρότερο.
 
....Οι παράξενοι ήχοι που ακούμε αργά τη νύχτα είναι η τελευταία αρκούδα του δάσους που σκαρφαλώνει στο μπαλκόνι και βολεύεται κόντρα στο παντζούρι. Λες και φυλάει σκοπιά.
 
Ο Νίκος φυλάει σκοπιά για τον Θοδωρή. Ο Νίκος είναι η αρκούδα  που απομακρύνει το Κακό και καλύπτει τις τρύπες στην ψυχή με φρέσκα ιαματικά φύλλα του δάσους. Ο Νίκος είναι ο μεγάλος αδερφός. Είναι ο "ευαίσθητος ληστής" που πολεμάει τους κακούς μ' ένα σπαθί στο χέρι. Για μια ιδέα ηρωική, φεύγει, χάνεται, επιστρέφει, ξαναφεύγει, γίνεται απών, κυνηγημένος απ' τον εαυτό του, το κενό του, απ΄ αυτό που φοβόταν να γίνει.
 
Πορτρέτα σκοτεινά -ακίνητα, αμίλητα, αγέλαστα- σε κόσμο παράλογο, με ίχνος από χρωματιστό μελάνι να ξεγλιστρά, να κυλά στον καμβά και να φωτίζει αμυδρά σκόρπιες στιγμές.
 
Μια συγκλονιστική ιστορία ενηλικίωσης με το βλέμμα στραμμένο σε κοινωνικοπολιτικά γεγονότα των τελευταίων δεκαετιών, στους γκρεμούς και στις χειμωνιάτικες θάλασσες της οικογένειας  -η συνθήκη της οικογένειας είναι θέμα με το οποίο καταπιάνεται στα έργα του ο Παπαντώνης, και πώς αλλιώς άλλωστε, αφού είναι θέμα πολύπλευρο και ανεξάντλητο- στη στοργή και στις θανάσιμες σφαίρες των οικογενειακών δεσμών, στην ηχώ ενός πολέμου που ακόμα αντηχεί, στο ατομικό και στο συλλογικό που συνυφαίνονται.
 
Μια αριστουργηματική νουβέλα πικρός ύμνος στην αδερφική αγάπη, στον κόσμο του ενός που είναι οι χειμώνες του άλλου.
 
Εκδόσεις Κίχλη