Πέμπτη 28 Ιουλίου 2022

Ρίτσαρντ Μπρότιγκαν, Η έκτρωση

Ρίτσαρντ Μπρότιγκαν, Η έκτρωση


Υπάρχουν τα βιβλία εκείνα- ανάμεσα σε άλλες παράλληλες αναγνώσεις - που έρχονται και σε συναντούν απρόσμενα, σου ψιθυρίζουν κάτι ακατάληπτο και ανοίγεις την πρώτη τους σελίδα. Ο ψίθυρος γίνεται καλωσόρισμα, μια φράση σε οδηγεί στην επόμενη πρόταση, η επόμενη πρόταση  στην επόμενη σελίδα και αφήνεσαι και ταξιδεύεις σε μια άλλη εποχή, σε ένα άλλο τόπο: σε μια βιβλιοθήκη παλιά "από εκείνα τα κτίρια με τα κίτρινα τούβλα που έχτιζαν στο Σαν Φρανσίσκο μετά τον σεισμό. Βρίσκεται στην οδό Σακραμέντο 3150", και αποτελεί χώρο εργασίας και κατοικία του αφηγητή.

Στην παραπάνω κατηγορία ανήκει "Η έκτρωση", αυτό το ευφυές χαμηλόφωνο - γεμάτο σπινθήρες - μυθιστόρημα του Ρίτσαρντ Μπρότιγκαν, ενός από τους πιο ιδιαίτερους και χαρισματικούς αμερικανούς στυλίστες της μετα-beat εποχής. Πεζογράφος και ποιητής σπουδαίος, εκφραστής της αντικουλτούρας, με τα ανεπούλωτα τραύματα της παιδικής του ηλικίας να τον ακολουθούν ως την ενήλικη ζωή του, αυτοκτόνησε στα 49 του χρόνια αφήνοντας πίσω του έργο σημαντικό αλλά δυστυχώς ξεχασμένο. Η καλή λογοτεχνία όμως, πάντα βρίσκει το δρόμο της και επιστρέφει! (Στα ελληνικά, εκτός της παρούσας έκδοσης, κυκλοφορεί και το περίφημο "Τέρας των Χόκλαϊν" από τις εκδόσεις Κυψέλη). Γνωστός για το picaresque ύφος του , τις σκοτεινές κωμικές και σατιρικές αποχρώσεις στη γραφή του και τις αυτοαναφορικές του αφηγήσεις, χωρίς ίχνος λογοτεχνικών τερτιπιών και εντυπωσιασμού, ο Μπρότιγκαν με απλή ρυθμική γλώσσα - μιλώντας για καταστάσεις και γεγονότα ρευστά, ασταθή, φαινομενικά αδιάφορα αλλά τόσο σημαντικά και ενδιαφέροντα, δημιούργησε έργα μικρής έκτασης και υψηλής σπουδαιότητας, διακωμωδώντας την αμερικανική κοινωνία και τον ίδιο του τον εαυτό, έργα τα οποία αποτέλεσαν αναγνώσματα της γενιάς των χίπις.

"Η έκτρωση" χωρίζεται σε έξι μέρη και σε δεκάδες ολιγοσέλιδα κεφάλαια, καθένα εκ των οποίων φέρει ένα διαφορετικό παιγνιώδη τίτλο, και έχει ως αφηγητή και κεντρικό χαρακτήρα το alter ego του Μπρότιγκαν: έναν ιδιοκτήτη αυτής της ιδιότυπης βιβλιοθήκης. Ευγενής, μοναχικός, ρομαντικός, πνευματώδης ο βιβλιοθηκάριος δέχεται στοιχειωμένα χειρόγραφα αδημοσίευτων βιβλίων που έπεσαν θύματα απανωτών απορρίψεων από εκδοτικούς οίκους και βρίσκουν στέγη και φροντίδα στη βιβλιοθήκη του Σαν Φρανσίσκο. Ο βιβλιοθηκάριος τα καταχωρεί, τα προστατεύει, μιλάει για εκείνα με παιδική αφέλεια και τρυφερότητα. Τα βιβλία είναι ο κόσμος του, από τον οποίο αρνείται να βγει. Είναι ένας ευτυχής εσώκλειστος εδώ και μερικά χρόνια και μοιράζεται σκέψεις και ανάσες με τη σιωπή και την παρουσία των βιβλίων γύρω του. 'Ωσπου η άφιξη της εκπάγλου καλλονής Βάιντα στη βιβλιοθήκη - έρχεται κι εκείνη να καταθέσει το δικό της χειρόγραφο - θα δημιουργήσει ένα τρυφερό ρήγμα στην αφοσίωση του αφηγητή προς τα βιβλία του. Η ομορφιά της Βάιντα, κόλαση, κατάρα και μαρτύριο για την ίδια και παράδεισος, δέος και έρωτας για τον αφηγητή και η κοινή τους αγάπη για τη λογοτεχνία, θα τους φέρουν κοντά. Η Βάιντα μένει έγκυος. Αιφνιδιάζονται, δεν είναι έτοιμοι να γίνουν γονείς και ένας φίλος και συνεργάτης του βιβλιοθηκάριου, ο Φόστερ, θα προσφερθεί να τους βοηθήσει στέλνοντάς τους στην Τιχουάνα στο Μεξικό, σε έναν ειδικό γιατρό προκειμένου να γίνει η έκτρωση.

Ο βιβλιοθηκάριος μετά από χρόνια ξαναβγαίνει στον έξω κόσμο, τον κόσμο έξω από τα βιβλία και, ταξιδεύοντας μαζί με τη Βάιντα, έρχεται σε επαφή με την ανθρώπινη κωμωδία, την τρέλα, τις αντιφάσεις, την πολυπλοκότητα, την αγάπη, τη συμπόνοια, την αδιαφορία και τη γλυκύτητα των ανθρώπων. Η έκτρωση πραγματοποιείται και επιστρέφοντας πίσω στο Σαν Φρανσίσκο, ο αφηγητής έχει να αντιμετωπίσει εκπλήξεις και μια νέα πραγματικότητα για να πάρει πρωταγωνιστικό ρόλο σε ένα νέο δρόμο που ανοίγεται μπροστά του.

Η αφήγηση του Μπρότιγκαν είναι άμεση, εκκεντρική, κωμική και συγκινητική με την ειλικρίνειά της, είναι ένα ποτάμι που ρέει ανάμεσα στον κόσμο, στο γκρίζο του, στο πράσινο, στο κόκκινο, στο μαύρο του, στη λύπη του, στη χαρά του, στην έκπληξη, στα σύννεφά του, στην αγάπη και στον έρωτα. 

Ουράνιο τόξο μετά από πολυήμερη βροχή, "Η έκτρωση" επανακυκλοφόρησε - επιτέλους και ευτυχώς - από τις εκδόσεις Ενύπνιο (προηγούμενη έκδοση από τις εκδόσεις Γράμματα, το 1982). Θαυμάσια η μετάφραση του Στάθη Ιντζέ.
 
 
Εκδόσεις  Eνύπνιο

Πέμπτη 21 Ιουλίου 2022

Κρίστα Βολφ, Υπό τας Φιλύρας

Κρίστα Βολφ, Υπό τας Φιλύρας

 
Από τα σημαντικότερα και πιο ιδιαίτερα έργα της γερμανόφωνης πεζογραφίας και από τα πρώιμα της Κρίστα Βολφ, το "υπό τας φιλύρας" μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Σκαρίφημα που για μια φορά ακόμα ανέσυραν από το βυθό ένα ξεχασμένο λογοτεχνικό διαμάντι και το προσφέρουν με φροντίδα και γενναιοδωρία στο αναγνωστικό κοινό. Το "υπό τας φιλύρας" γράφτηκε το 1969 και κυκλοφόρησε στα γερμανικά σε ένα τόμο μαζί με δυο ακόμα νουβέλες το 1974, έλαβε εξαιρετικές κριτικές ενώ το 1977 κυκλοφόρησε αυτόνομο και μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες.

Υπό τη μορφή ενός μονολόγου υψηλής θερμοκρασίας, η ανώνυμη αφηγήτρια - alter ego της Βολφ - σε πρωτοπρόσωπη - και αποσπασματικά σε δευτεροπρόσωπη και τριτοπρόσωπη - αφήγηση, περιπλανάται μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας στον γνωστό πολύβουο δρόμο της τότε Ανατολικής Γερμανίας, στη λεωφόρο Unter den Linden / Υπό τας Φιλύρας με τις φλαμουριές, έναν φαρδύ και ατελείωτο σαν σχοινί δρόμο που, κατά την Βολφ, συνδέει τους δυο διαφορετικούς κόσμους και τα δυο διαφορετικά πολιτικά συστήματα εκείνης της εποχής.

Ο τίτλος του διηγήματος δεν αποτελεί μόνο αναφορά στην ατμοσφαιρική λεωφόρο αλλά και στους περιπάτους του ποιητή Χάινριχ Χάινε ο οποίος αποτύπωσε την ειδυλλιακή εικόνα της σε ποιήματα και επιστολές του.
 
Η ιστορία της Βολφ αρχίζει και  τελειώνει με την ίδια ακριβώς φράση δίνοντας έμφαση στις επιθυμίες της, σκαλίζοντας μνήμες και παρελθόν, ερχόμενη σε πλήρη αντιπαράθεση με την πραγματικότητα και την κοινωνικοπολιτική κατάσταση της περιόδου και κάνοντας ένα ξεκαθάρισμα σε σχέσεις, φιλίες, συναισθήματα, χαμένα ιδανικά και πόθους. Η αφηγήτρια βαδίζει "υπό τας φιλύρας" κατευθυνόμενη προς ένα σημείο όπου έχει κανονιστεί μια συνάντηση, δεν μαθαίνουμε ποτέ με ποιόν παρα μονάχα οτι σκοπός της συνάντησης είναι η αφηγήτρια να ανακτήσει αυτό που έχασε: τον εαυτό της.
 
Μιλάει στο υποκειμενικό της - εν προκειμένω στον αναγνώστη - αφηγείται, θυμάται, αναζητά και μάχεται μέσα από τις λέξεις της να νιώσει και να αναπαραστήσει την αγάπη. Αναφέρεται σε πρόσωπα, σκόρπιες εικόνες της καθημερινότητας, συναντήσεις, τιμωρίες, δικαστικές διαδικασίες και ανακρίσεις ενώ ο χρόνος και ο χώρος αιωρούνται και χάνουν οποιαδήποτε γραμμική πορεία γιατί όλα είναι όνειρο κι όλα είναι βιωμένη πραγματικότητα μέσα σε όνειρο και σε διεργασίες μεταξύ του συλλογικού και του ατομικού υποσυνείδητου. Με αναφορές σε παραμύθια, με ψήγματα ψυχαναλυτικά και με ατμόσφαιρα σε ανταύγειες ρεαλισμού και φαντασίας, με πυκνό σύνθετο λόγο που απαιτεί την αδιάσπαστη προσοχή του αναγνώστη, (πόσο απολαυστικός ο πυκνός λόγος της Βολφ!) η αφηγήτρια προχωρά στο δρόμο με τις φλαμουριές που καταλήγει στην Πύλη του Βρανδεμβούργου μέσα σε ονειρική διάσταση, αναπληρώνοντας ό,τι έχασε. Παρατηρεί με θαυμασμό την Επίσημη Αλλαγή της Φρουράς, κινείται ανάμεσα στο πλήθος των τουριστών, συναντά τον παλιό της φίλο Πέτερ και το κορίτσι (δυο πρόσωπα με καταλυτική παρουσία στην αφήγηση), κάνει βουτιά σε σιντριβάνι, επισκέπτεται την Κρατική Βιβλιοθήκη, συναντά τον Απόρρητο Άντρα, συνομιλεί με το Χρυσόψαρο περί απώλειας των σχέσεων και των δώρων του δρόμου με τις φλαμουριές. Έπειτα κινείται μόνη σε ένα τοπίο που εξαφανίζει το προηγούμενο, φοράει καινούργια ρούχα, τα όνειρα και οι σκέψεις της λογοκρίνονται, το κορίτσι και ο Πέτερ είναι διαρκώς αναμμένα φανάρια σε κάθε της βήμα. Ξεκινά ο εφιάλτης. Ο δρόμος μετατρέπεται σε δικαστική αίθουσα, μπροστά στην αφηγήτρια ανοίγει ένας γκρεμός κι εκείνη πάνω από το χάος βαδίζει σε τεντωμένο σχοινί κρατώντας στα χέρια της και στην καρδιά της μια αγάπη που δεν αναβάλλεται. Και συναντά τον παλιό της εαυτό με έναν αέρα ελευθερίας κι ένα φώς που αστράφτει στιγμιαία. Κι ύστερα χάνεται.

Διήγημα σταθμός και καθρέφτης της ψυχής και της προσωπικότητας της Κρίστα Βολφ, το "υπό τας φιλύρας" είναι μια συνταρακτική εξομολογητική αφήγηση προς το Εσύ για την ανεύρεση του χαμένου Εγώ, για τη σύνδεση με τον εσωτερικό κόσμο των ανθρώπων και της ίδιας της ηρωίδας και την απελευθέρωση των δυνατοτήτων που απωθήθηκαν και έπεσαν θύματα των καθεστώτων σε βαθιά νάρκη.
 
Πρόλογος και θαυμάσια μετάφραση από τη Σούλα Ζαχαροπούλου.
 
 
Εκδόσεις  Σκαρίφημα

Τρίτη 19 Ιουλίου 2022

Ιορδάνης Παπαδόπουλος, Στα ΔΑΣΗ

Ιορδάνης Παπαδόπουλος, Στα  ΔΑΣΗ

 
Από τα πιο πρωτότυπα σε σύλληψη, ύφος, ατμόσφαιρα και γραφή βιβλία της φετινής χρονιάς είναι, αναμφισβήτητα το "Στα Δ Α Σ Η" του Ιορδάνη Παπαδόπουλου.
 
Ένας συνδυασμός ημερολογίου, μικρών διηγημάτων με κοινό άξονα, σύντομων λογοτεχνικών δοκιμίων οικολογικού ενδιαφέροντος, τρυφερού οικολογικού μανιφέστου και λογοτεχνικής περιήγησης στα ΔΑΣΗ , με ζωντανή ποιητική γλώσσα, ένα υβριδικό μυθιστόρημα σε αποσπάσματα / φύλλα / κλαδιά. Ένας Thoreau της εποχής μας, ο Ιορδάνης Παπαδόπουλος, με δυο ποιητικές συλλογές στο ενεργητικό του, με τα ΔΑΣΗ του κίνησε το αναγνωστικό ενδιαφέρον, συζητήθηκε, σχολιάστηκε θετικά, διαβάστηκε, διαβάζεται και θα διαβάζεται ως ένα είδος λογοτεχνίας ακατάτακτης σε κατηγορία αλλά που οπωσδήποτε κατατάσσεται ως μια ξεχωριστή έκδοση που, λόγω της μορφής και του ύφους της, ριζώνει, βγάζει καρπό που ψηλώνει, βγάζει κλαδιά, γίνεται δέντρο αγέρωχο στο νου και στην καρδιά του αναγνώστη.
 
Ο Παπαδόπουλος παραδίδει μαθήματα γεωγραφίας, οικολογίας, δενδροκομίας, τέχνης, έκφρασης, γραφής, ζωής και στοχασμών σε μικρής έκτασης κεφάλαια ημερολογιακής καταγραφής με διακειμενικές αναφορές σε λογοτεχνικά έργα, μουσικές, ταινίες, performances και στους δημιουργούς τους. Στα ΔΑΣΗ, ο Henry D. Thoreau συναντά την Κοκκινοσκουφίτσα, τους Cure, τη Djuna Barnes, τον T. Bernhard, τον W. G. Sebald, τον Flaubert και τη Marina Abramovic.
 
Περιήγηση στα ΔΑΣΗ του κόσμου, στα βάθη και στα ύψη τους, και όσο η ανάγνωση προχωράει, η μυρωδιά του ΔΑΣΟΥΣ γίνεται όλο και περισσότερο αισθητή, οι κορμοί προσμένουν ένα άγγιγμα κι ένα μέτωπο να γείρει πάνω τους για ανταλλαγή κοινής σιωπής.
 
Ο συγγραφέας - αφηγητής γράφει / αφηγείται / εξομολογείται για τα ΔΑΣΗ - με κεφαλαία -  όντας κοντά ή πιο μακριά τους, κουβαλώντας την εικόνα τους, τον ίσκιο τους, την αύρα τους και τα μεταφέρει αυτούσια στον αναγνώστη τον οποίο και μεταφέρει  σε ένα τόπο συναισθηματικό και αποπνικτικό με μια διάσταση σχεδόν ευλαβική, ποιητική και αλληγορική για τη φύση, τον άνθρωπο, τα ΔΑΣΗ, τα δώρα τους και τις ανάσες τους. Ο συγγραφέας - αφηγητής γράφει για τα ΔΑΣΗ μπροστά σε ένα βάζο με ασφόδελους μαζεμένους από τον Λυκαβηττό, φέρνοντας στο σπίτι του το ίδιο το ΔΑΣΟΣ, "την πεμπτουσία των αρωμάτων και των γεύσεων" όπως είχε γράψει ο Thoreau στο θρυλικό του "Walden ή Η ζωή στο δάσος".
 
Τα ΔΑΣΗ που πρωτογνωρίσαμε ως παιδιά μέσα από τα παραμύθια των αδερφών Γκριμ και του Σαρλ Περό, εκεί όπου λαμβάνουν χώρα συναντήσεις με τον κακό λύκο και τους  μικρούς νάνους και ο δρόμος της επιστροφής χάνεται, είναι τα ΔΑΣΗ που ως ενήλικοι περπατάμε εντός τους, αγαπάμε την απόκοσμη σιωπή τους, χαράζουμε ένα όνομα ή μια ημερομηνία στον κορμό ενός δέντρου τους, δανειζόμαστε το οξυγόνο τους και το μυστήριό τους για να τα καταστρέψουμε αργότερα καίγοντάς τα. Περιπλάνηση στα ΔΑΣΗ, στα χρώματά τους, στην ανταλλαγή ενέργειας και μηνυμάτων, στη γλώσσα τους, στα χάδια τους, στα δάκρυα και στις κραυγές τους, στην αρχή και στο τέλος τους.
 
Τα ΔΑΣΗ είναι αγρίμια και φόβοι, παραμύθια και παρηγοριά τραγούδια και μνήμες, σπίτι και γυρισμός, το "τίποτα" και τα πάντα. Τα ΔΑΣΗ είναι εγώ, εσύ, εμείς. Ζωντανοί οργανισμοί που γεννιούνται, κάνουν τα πρώτα τους βήματα, μαθαίνουν, διδάσκουν, τρομάζουν, χαρίζουν, διαγράφουν, αφαιρούν, αρρωσταίνουν, καίγονται, κλαίνε και πεθαίνουν αφήνοντας πίσω του στάχτη και ένα ίχνος ανάμνησης φυλακισμένης σε παλιά φωτογραφία.  Άνθρωπος και ΔΑΣΟΣ στέκονται ο ένας απέναντι στο άλλο "σαν φίλοι, φόβοι, θηρία, δυο θαύματα", σε ένα ημερολογιακό μυθιστορηματικό οδοιπορικό που ξεκίνησε λίγο πριν την καραντίνα τον Μάρτιο του 2020, συνεχίστηκε σε ολόκληρη τη διάρκειά της, ολοκληρώθηκε τον Μάρτιο του 2021 και κυκλοφόρησε αρχές άνοιξης του 2022, από τις εκδόσεις Ίκαρος, έτσι απρόσμενα, όμορφα και τόσο αναγκαία σαν ένα δέντρο ξεχωριστό στο αλλόκοτο ΔΑΣΟΣ της απόγνωσης του καιρού μας.
 
Ένα δέντρο και η γραφή του Ιορδάνη Παπαδόπουλου: με ρίζες, κορμό, κλαδιά, φυλλώματα. Ο αέρας τα διαπερνά, τα λυγίζει, τους αλλάζει σχήμα κι εκείνα αντιστέκονται με όπλα τη δύναμη των λέξεων και την ευαισθησία, την επιθυμία σωτηρίας του σπιτιού τους στο ΔΑΣΟΣ, την ποιητική των εικόνων, το μέλλον τους, τα παραμύθια τους.
 
Εκδόσεις  'Ικαρος

Παρασκευή 15 Ιουλίου 2022

Σαντιάγο Ρονκαλιόλο, Αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού

Σαντιάγο Ρονκαλιόλο, Αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού


Όγδοο κατά σειρά μεταφρασμένο έργο στα ελληνικά του - εξαιρετικά δημοφιλούς στη Λατινική Αμερική αλλά και στο εγχώριο αναγνωστικό κοινό - Σαντιάγο Ρονκαλιόλο, το "Αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού" είναι ένα μυθιστόρημα οξύ, σκοτεινό, απαισιόδοξο, με ρυθμό, ένταση, σπινθήρες, σιωπές, ενοχές, μυστικά, ανατροπές και ζωές βυθισμένες στην κόλαση του φόβου.  Ο Ρονκαλιόλο επέστρεψε, με το απαράμιλλο ύφος του, και ρίχνει φως στα σκοτεινά απόνερα της χώρας του και του κόσμου στον οποίο ζούμε. Συγγραφέας πρώτης γραμμής (εκτός από μυθιστορήματα γράφει θεατρικά έργα, διηγήματα και παιδικά βιβλία), σεναριογράφος, δοκιμιογράφος, δημοσιογράφος και, κυρίως, ανατόμος και ερευνητής των ανθρώπινων ρωγμών και της πρόσφατης ιστορίας της πατρίδας του. Ο Ρονκαλιόλο είναι μια αναγνωρισμένη μορφή της ισπανόφωνης πεζογραφίας και οι εκδόσεις Καστανιώτη μας τον σύστησαν το 2007 με το μυθιστόρημα "Κόκκινος Απρίλης" (Βραβείο Alfaguara 2006) ενώ λίγες εβδομάδες πριν εξέδωσαν το παρόν σπουδαίο βιβλίο του το οποίο, όπως και τα προηγούμενά του, βασίζεται σε αυτοβιογραφικά στοιχεία του ίδιου και της γενιάς του και σε αληθινά γεγονότα που αφορούν την πολύπαθη χώρα καταγωγής του. Άρα, έχουμε να κάνουμε με εξέχουσα μυθοπλασία τεκμηρίωσης και ενδελεχούς έρευνας που φωτίζει σκιές και δίνει όνομα στα ερμητικά κλεισμένα κι ανείπωτα.
 
Με κεντρικό θέμα την ιστορία κακοποίησης εφήβων σε καθολικά σχολεία στο Περού, ο Ρονκαλιόλο δημιούργησε ένα σφιχτοδεμένο σκληρό κείμενο με στοιχεία θρίλερ και ζοφερή ατμόσφαιρα κάνοντας αναφορά στη σιωπή (είναι η βασική πρωταγωνίστρια του μυθιστορήματος), στη συγκάλυψη εγκλημάτων εν ονόματι της θρησκείας, στην άσκηση εξουσίας από τους "δυνατούς" προς τους "αδύναμους" και στο θρησκευτικό φανατισμό.  Χωρίς περιττές περιγραφές, ο περουβιανός μάγος της γραφής καλεί τον αναγνώστη να συμμετάσχει ενεργά στην ιστορία, να γίνει αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυρας αναπνοών, βλεμμάτων, ψιθύρων, παύσεων, φράσεων με ή χωρίς υπονοούμενα πίσω από κλειστές πόρτες και παράθυρα, να δει κατάματα το τέρας της κάθε κοινωνικής ή θρησκευτικής ταυτότητας και θέσης ισχύος το οποίο είναι γέννημα θρέμμα του φόβου και της αποσιώπησης.
 
Ο αφηγητής Τζίμι / Τζέιμς είναι ένας έφηβος που ζει με τους γονείς του στη Νέα Υόρκη, μεγαλωμένος σε ένα σπίτι όπου συνυπάρχουν η ευδαιμονία μαζί με τις σιωπές και τις μαύρες τρύπες των αφηγήσεων. Ο πατέρας, με ψυχολογικές διακυμάνσεις μεταξύ τρυφερότητας, βιαιότητας και απόστασης, είναι επίτροπος στον καθεδρικό ναό του Μπρούκλιν. Η μητέρα είναι μια τέλεια νοικοκυρά με χαμόγελο και ωραία διάθεση, φαινομενικά. Ώσπου ένα τηλεφώνημα ραγίζει τον αστραφτερό καθρέφτη που αντικατοπτρίζει την ευτυχισμένη οικογένεια Βεράστεγκι.  Η μητέρα του μπαμπά Σεμπαστιάν, στο Περού, αρρωσταίνει, εκείνος αρνείται να πάει να την δει και ο νεαρός Τζίμι αναβάλλει τις σπουδές του και είναι αυτός που θα κάνει το ταξίδι στην άγνωστή του πατρίδα για να φροντίσει την άρρωστη γιαγιά του. Κι είναι ένα ταξίδι που θα τον φέρει αντιμέτωπο με κρυμμένες αλήθειες και με πρόσωπα από το παρελθόν του πατέρα του. Από έφηβος, ενηλικιώνεται απότομα καθώς πέφτει σε μια δίνη γεγονότων και εξιστορήσεων για μια πόλη κι έναν κόσμο που - καθώς μεγάλωσε στη Νέα Υόρκη - δεν γνώρισε ποτέ. Γεγονότων που κομμάτι κομμάτι θα συνθέσουν ένα ολοκληρωμένο τραγικό παζλ με την εικόνα των νεανικών χρόνων του πατέρα του και με φόντο τον συντηρητισμό της λατινοαμερικανικής macho κοινωνίας και την τάση στρουθοκαμηλισμού της απέναντι σε εγκλήματα που εκτυλίχθηκαν εντός της και δίπλα της.
 
Ο Τζίμι, μέσα από έρευνες και αποκαλύψεις, βλέπει τη ζωή του σαν σε κινηματογραφική ταινία με εναλλαγές πλάνων σιωπηλής βίας και μπερδεμένων ρόλων μεταξύ θυτών και θυμάτων. Κι είναι σαν τα γεγονότα να προϋπήρχαν ήδη μέσα του, με κάποιο τρόπο, ως κληρονομιά σιωπής και ενοχών.
 
Ένα σπαρακτικό μυθιστόρημα για την Εκκλησία και τον μηχανισμό εξουσίας της, για την υπακοή και την πίστη άνευ όρων, για την ενοχή και τη συνενοχή, για τη σχέση πατέρα και γιου, την αίσθηση του "ανήκειν", την ανάγκη για αγάπη και αποδοχή, την αναζήτηση ανάπτυξης ισχυρού δεσμού μεταξύ των μελών μιας οικογένειας ή μιας θρησκευτικής / κοινωνικής ομάδας. Ένα lamento για τα σκοτεινά ανθρώπινα ένστικτα και τις ραγισμένες ζωές των θυμάτων τους.
 
Υποδειγματική η μετάφραση του Κώστα Αθανασίου που ακολουθεί πιστά και ευλαβικά την ταχυκαρδία και την υπόκωφη ένταση της πένας του Σαντιάγο Ρονκαλιόλο.
 
 
Εκδόσεις  Καστανιώτη

Δευτέρα 11 Ιουλίου 2022

Στέλιος Π. Ροΐδης, Εποχές

Στέλιος Π. Ροΐδης, Εποχές

 
Ο πολυγραφότατος εκφραστής του ποιητικού λόγου, Στέλιος Ροΐδης, πρωτοσυστήθηκε στο αναγνωστικό κοινό με την ποιητική του συλλογή "Μόδα", από τις εκδόσεις Οδός Πανός το 2002 και έκτοτε, σχεδόν κάθε ένα ή δυο χρόνια, ένα επόμενο έργο του βρίσκεται στις προθήκες των βιβλιοπωλείων και στα χέρια των αναγνωστών. Η παρούσα συλλογή, "Εποχές", κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Ρώμη. Με λόγο πυκνό που ταλαντεύεται μεταξύ λυρισμού και αιχμηρότητας, τα ποιήματα του Ροΐδη, έκτασης δέκα γραμμών, μισής, μιας ή μιάμισης σελίδας, με μορφή στίχου ή πεζού λόγου, ξεχωρίζουν για το θεατρικό τους ύφος και τη μουσικότητά τους και θα μπορούσαν να αποτελούν μουσικές συνθέσεις, τραγούδια ή αποσπάσματα πυρετικών θεατρικών μονολόγων. Διόλου τυχαίο, μιας και ο Ροΐδης σπούδασε θέατρο και ασχολείται με τη μουσική και το ψυχόδραμα. Τα ποιήματα των "Εποχών" είναι υπαινικτικά, αλληγορικά, κοφτερά και τρυφερά μαζί και συνθέτουν ημιφωτισμένες σκιές σε εποχές που εναλλάσσονται. Θαμπό φθινόπωρο, βαρύς σκοτεινός χειμώνας, γλυκόπικρη αινιγματική άνοιξη και σοφό εκδικητικό καλοκαίρι σε τεμάχια αναμνήσεων. Αφήγηση και ερμηνεία, κυρίως, σε πρώτο και δεύτερο ενικό πρόσωπο, για απόηχους στιγμών που ήρθαν, φώτισαν, πέρασαν και έσβησαν.
 
Η είσοδος στο ποιητικό σύμπαν του Ροΐδη είναι σαν είσοδος σε πυκνό δάσος. Κάθε λέξη ισοδυναμεί με ένα άγγιγμα σε φύλλωμα, με ένα βήμα. Κάθε βήμα, με μια εσωτερική περιπλάνηση και με μια εικόνα με θέα προς τη μεγάλη θεατρική σκηνή του Κόσμου που πάνω της εκτυλίσσονται σκέψεις, χαρές, πίκρες, χωρισμοί, συναντήσεις, επανασυνδέσεις, αποχαιρετισμοί και κοφτά βλέμματα προς το τέλος που θα γεννήσει μια νέα αρχή.
 
Με βαθιά εσωτερικότητα, ωριμότητα, και, συχνά, παραληρηματική έκφραση, ο ποιητής / αφηγητής μονολογεί ή απευθύνεται στο υποκειμενικό του, στα χρόνια, στις κερδισμένες και χαμένες μάχες. Αποδέχεται την ήττα, θρηνεί αξιοπρεπώς και χαμηλόφωνα για ό,τι έχει γκρεμιστεί ή φθαρεί, με τη νιότη και τη φήμη φυλακισμένες σε ένα σώμα. Μιλάει για το ποίημα - καθρέφτη των ανθρώπων, για τον Μπόρχες που χαμογελάει ικανοποιημένος βλέποντας τις λέξεις να ανοίγουν φτερά για αλλού, για τους ανθρώπους που βάζουν συναγερμό εκεί που οι άλλοι βρίσκουν την ελευθερία τους, για τις σιωπηλές βιβλιοθήκες, για τη στολή που φοράμε για να υπάρξουμε, να αγαπήσουμε, να θυμηθούμε, να ξεχάσουμε. Μιλάει για τους άγνωστους και τους γνωστούς που συναντιούνται μέσα σε ένα κλειστό βιβλίο, για τα συνθήματα που έμειναν στη μέση, για τη Νύχτα εκείνη που δεν γεννήθηκε ακόμα, για την ημιτελή σελίδα που περιμένει το φθινόπωρο για να γίνει ολόκληρη ο ίδιος ο ποιητής, για μια ιστορία δυο ιστοριών που διαβάζουν την ιστορία τους μπροστά στο κοινό τους, για τις ριπές λέξεων που διαλέγουν τις φωνές που θα τις εκφράσουν.

Στο δεύτερο - άτυπο - μέρος της συλλογής υπό τον τίτλο "Φωτισμοί", ο ποιητής / αφηγητής ρίχνει μια σταγόνα φως σε πιο πικρές του εξομολογήσεις. Εδώ, η λεπτή ειρωνεία του πρώτου μέρους μετατρέπεται σε μελαγχολική γιορτή παραδοχής της προσωπικής και συλλογικής ήττας. Εδώ , τώρα, είναι αδιάκοπη νύχτα, έχει ανυποψίαστη σκοτεινιά, σιωπή, στεφάνι αγκάθινο, αποκαθήλωση και συγκατοίκηση με το "είναι όπως ακριβώς είναι.

Με φόντο τις εποχές που αλλάζουν, με σκηνικό βροχής, χιονιού, ήλιου φίλου και ήλιου εχθρού και σώματα παραδομένα κουρασμένα να πηγαινοέρχονται στο κέντρο της πολύβουης ζοφερής μεγαλούπολης αναμένοντας μια ετυμηγορία, στο κέντρο της σκηνής τα ποιήματα του Ροΐδη αφηγούνται, συγκινούν, προκαλούν ρίγος, υπενθυμίζουν παλιά καλοκαίρια, αντικρίζουν κατάματα τους θεατές, δείχνουν έναν άλλο τρόπο κι ένα σπίτι έξω απ΄ το χρόνο σαν ανοιχτό θέατρο. Τα ποιήματα στις "Εποχές" έχουν μετάξι, βελούδο, ήχο ζωής και παραίτησης, έχουν φροντισμένες και κακοφορμισμένες πληγές, έχουν κρυμμένες λάμες σαν αλήθειες που πονάνε.

Άξιος αφηγητής ποιητικών ιστοριών, ο Στέλιος Π. Ροΐδης, μετέτρεψε το βίωμα και τις εικόνες του σε υψηλής ποιότητας ποιήματα και πεζοποιήματα γεμάτα ρυθμό, αισθαντικότητα, ωμή ειλικρίνεια και θεατρική / κινηματογραφική ατμόσφαιρα που στα πλάνα τους αχνοφέγγουν οι μορφές του Τάσου Λειβαδίτη, του Μανόλη Αναγνωστάκη, της Κατερίνας Γώγου και του πύρινου λόγου της, του Σάμιουελ Μπέκετ και του Ρέιμοντ Κάρβερ.

Μια ποιητική συλλογή πέρα από τα καθιερωμένα, περίτεχνα και με ψυχή πλασμένη, αναγκαία, γενναιόδωρη, "με τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα", κατά τον Σεφέρη. 


Εκδόσεις Ρώμη

Παρασκευή 8 Ιουλίου 2022

Κορίνα Καλούδη, Χρειάστηκε να κλέψω

Κορίνα Καλούδη, Χρειάστηκε να κλέψω

 
Κοινές συνισταμένες στις δυο μέχρι σήμερα ποιητικές συλλογές της Κορίνας Καλούδη - η πρώτη, υπό τον τίτλο "Και βέβαια τους φοβάμαι", εκδόσεις Περισπωμένη, 2020 και η δεύτερη παρούσα συλλογή "Χρειάστηκε να κλέψω" που κυκλοφόρησε πολύ πρόσφατα από τον ίδιο εκδοτικό οίκο - είναι η θαυμαστή οικονομία έκφρασης, τα λιτά και γεμάτα φλόγας φως εκφραστικά μέσα, η ικανότητα της Καλούδη να αφηγείται ολοκληρωμένες ιστορίες μέσα σε δυο προτάσεις/στίχους και, κυρίως, η παραδοχή της αλήθειας, του φόβου, των ανομολόγητων συναισθημάτων, των φωτεινών στιγμών, της μνήμης, της κλοπής αναμνήσεων, κειμηλίων ζωής δανεικής που μετατρέπεται σε οικεία, σώμα στο σώμα, μέτωπο στο μέτωπο, για να μπορεί να αντέξει η καρδιά στον καιρό και σε όσα φέρνει και παίρνει στο πέρασμά του.
 
Ποίηση έντιμη, βαθιά, ειλικρινής, εξομολογητική, χαμηλόφωνη, συχνά με εκείνη την εκκωφαντική σιωπή που σκεπάζει θλίψη, θυμό, απογοήτευση, μικρές άχνες αρχαίας χαράς. Ποίηση με μέτρο, ισορροπία, ωριμότητα, ακριβό απόσταγμα εικόνων, καλοζυγισμένο λόγο, περιεκτικό, ακαριαίο ακριβώς επειδή μεταφέρει εμπειρία, βίωμα και ζωή ζώσα.
 
Η Καλούδη, έχοντας δημοσιεύσει δείγματα του ποιητικού της θησαυρού σε έντυπα και ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά, έκανε επίσημα την εμφάνισή της στο εκδοτικό στερέωμα δυο χρόνια πριν με το "Και βέβαια τους φοβάμαι" τρυφερά, ευγενικά και δυναμικά και δυο χρόνια έπειτα επιστρέφει ακόμα πιο δυναμικά αλλά με την ίδια τρυφερότητα και ευγένεια σαν ρούχα εκλεκτής ποιότητας σε ένα σώμα που μοναχικά τρέμει από παλιό συγκρατημένο θυμό, που βρίσκει δρόμο και πατήματα να εκδηλωθεί, να καρπίσουν οι λέξεις του να βρουν στόχο σε κοινούς δικούς μας παλιούς συγκρατημένους θυμούς, να ανταμώσουν, να συμπορευτούν, να συναντήσουν το Θεό , να πιστέψουν σ' ένα θαύμα, να κοιτούν στα ήρεμα νερά μιας λίμνης περιμένοντας να βγει στην επιφάνεια το πρόσωπο που κρύψαμε απ' τους άλλους και από εμάς τους ίδιους. 
 
Η ποιήτρια / αφηγήτρια χρειάστηκε να κλέψει ίσα για να έχει κάτι, διεκδικώντας χαμένα κεκτημένα. Μιλάει για Εκείνη απ' την οποία ήθελε πάντα να ξεφεύγει και για Εκείνον που επινόησε. Δίνει στον εαυτό της την ψευδαίσθηση οτι τα βήματα του φευγιού είναι μονάχα συστολές στο ξύλινο πάτωμα. Μεταμορφώνεται σε πλάσμα εύθραυστο που χωράει σε μια ανθρώπινη παλάμη και ατενίζει από μακριά ένα καλοκαίρι κι ένα ποδήλατο κρυμμένα κάτω από ένα καπέλο. Συμφιλιώνεται με το "επικίνδυνο" ενώ το φεγγάρι καλό και ήσυχο ένας φωτισμένος δίσκος που σκορπάει τα ασημένια του νερά στο δρόμο, εκεί που ένα τσούρμο παιδιών μέσα στην πλατεία σαν πεταλούδες με άγνοια για τη θερμοκρασία του φωτός. Οι λέξεις της ποιήτριας μεταξύ βυθού και επιφάνειας, άγρια κύματα κόντρα στις μορφές και τις σκιές, κόντρα στα όπλα που την σημαδεύουν, κόντρα στη θλίψη των σπιτιών. Κάνει τα πρώτα της ανηφορικά βήματα, περιπλανιέται, ακούει μια μουσική, ένα τραγούδι από χείλη αγαπημένα και συναντά την Πύλη. Δυο εκ των σαράντα ενός ποιημάτων είναι μικρές αναφορές / εμπνεύσεις από τις θρυλικές ταινίες "Αναπαράσταση" και "Το βλέμμα του Οδυσσέα" του σπουδαίου μας Θόδωρου Αγγελόπουλου και εκεί η Καλούδη πραγματικά "κεντάει" με τις λέξεις της και δημιουργεί αισθαντικές αστραπιαίες ταινίες μικρού μήκους μέσα από τα πλάνα του ποιητή της εικόνας. 
 
Κλοπή αναγκαία για λίγες στιγμές, για ένα τραγούδι, για την υπεράσπιση της μνήμης που σαν μέλι και σαν φαρμάκι μαζί, στάζει ανάμεσα στις σταγόνες μιας ήσυχης βροχής πάνω στο θαμπό τζάμι του χρόνου, πάνω απ' τη στέγη ενός λυπημένου σπιτιού. Μιας ευλογημένης βροχής λέξεων που χτίζουν το καταφύγιο της ακριβής ποίησης της Κορίνας Καλούδη. 
 
 
Εκδόσεις Περισπωμένη

Σάββατο 2 Ιουλίου 2022

Λίλα Κονομάρα, Ο μπόγος

Λίλα Κονομάρα, Ο μπόγος


Η Λίλα Κονομάρα είναι μια από τις δημιουργούς της οποίας κάθε έργο παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον λόγω του εντελώς ξεχωριστού ύφους και της θεματολογίας του. Αξέχαστη αναγνωστική εμπειρία το βιβλίο με τις δυο νουβέλες υπό τον τίτλο "Μακάο", από τις εκδόσεις Πόλις το 2002, για το οποίο η Κονομάρα τιμήθηκε με το Βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του περιοδικού Διαβάζω, το 2003. Το "Μακάο" επανεκδόθηκε αργότερα από τις εκδόσεις Μεταίχμιο και τις εκδόσεις Κέδρος, για να ακολουθήσουν μερικά ακόμα μυθιστορήματα, ανάμεσά τους κι ένα παιδικό, καθώς και μια συλλογή διηγημάτων. Σιγανά, ταπεινά και υπέροχα, η εργάτρια του λόγου, Λίλα Κονομάρα, έχει στο ενεργητικό της ένα σημαντικό λογοτεχνικό "παλάτι" στιγμών, γεγονότων και ανθρώπινων ιστοριών.
 
"Ο μπόγος", που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καστανιώτη είναι ένα αξιοπρόσεκτο δείγμα της πρόσφατης εγχώριας βιβλιοπαραγωγής. Χωρίς να κατατάσσεται στην κατηγορία "Ιστορικό μυθιστόρημα" πρόκειται για ένα κείμενο όπου η Ιστορία του 20ου αιώνα κρατάει τα ηνία των εξελίξεων, των καταστάσεων και του βίου των πρωταγωνιστών, φέρνει αλλαγές, μετακινήσεις, αφίξεις, αναχωρήσεις, μεταναστεύσεις και τα όνειρα, οι επιθυμίες και οι ζωές χωράνε - μαζί με δυο τριμμένα ρούχα και κάτι θραύσματα κειμηλίων καρδιάς - σε έναν μπόγο.
 
Η υπόθεση εκτυλίσσεται σε μια πόλη της Μακεδονίας που δεν κατονομάζεται και καλύπτει χρονικά το διάστημα από το 1911 ως το 2018, άρα έναν αιώνα που ξετυλίγεται και κυλάει στις 420 περίπου σελίδες αυτού του εξαιρετικά καλοδουλεμένου μυθιστορήματος, του γεμάτου λογοτεχνικές αρετές και του οποίου η δομή και η αύρα φέρνουν στο νου σπουδαία ελληνικά - κλασικά πλέον - έργα όπως "Το 10" του Μ. Καραγάτση, "Η μητέρα του σκύλου" του Παύλου Μάτεσι ή τη θρυλική τριλογία του Γιώργου Μιχαηλίδη "Της επανάστασης, της μοναξιάς και της λαγνείας".
 
Στον "Μπόγο" συμβαίνει όμως το εξής παράδοξο και υπέροχο: ενώ τα χρόνια περνούν, οι ήρωες δεν γερνάνε - όπως δεν γερνάνε άλλωστε ποτέ τα ζητήματα τα ανθρώπινα -, ίσως μαραίνονται ή εξαφανίζονται μόνοι, μαζί, χωριστά. Τα γεγονότα, οι πόλεμοι, οι αναταράξεις, οι διχασμοί, οι αποχωρισμοί, οι εμφύλιοι, οι προσωπικές και συλλογικές ήττες και οι δικτατορίες τούς ταλανίζουν, τους αφαιρούν κάτι από τη νιότη τους αλλά εκείνοι ελπίζουν και αντέχουν, μένοντας ίδιοι, ατενίζοντας το φως που τρεμοσβήνει, κρατώντας στα χέρια τους έναν μπόγο εμπειριών, έχοντας ένα κόμπο στο λαιμό που προκαλεί συσπάσεις  στα γεμάτα μνήμη σώματα, μην ανήκοντας πουθενά παρά μόνο στον τόπο και στις επιθυμίες τους και στις αθόρυβες επαναστάσεις τους.
 
Χιόνια, καλοκαίρια, βροχές, πλήθος χαρακτήρων, ο παπα - Λάμπρος, η παπαδιά Χαρίκλεια, ο γιατρός Φωτιάδης, ο χωροφύλακας, η αισθαντική Μάγδα, η γη κι ο ουρανός, ο καθηγητής Πέτρος Μεταλληνός, ο δήμαρχος, το καφενείο του Ζερβού, οι οικογένειες, η Ελλάδα σε διχασμό, ο δικαστής, ο διευθυντής της Εθνικής Τραπέζης, η Βούλα, η Ρηνιώ, ο Μιχάλης, ο τόπος και η χώρα καρδιές ασθενικές, ο Νίκος Κεχαγιάς, η Μαρίνα Κεχαγιά, ο τρελο- Γιάκο, ονόματα και μνήμες χάντρες σε κομπολόι, ο εργολάβος, η Άννα, η Αντιγόνη. Εκείνοι που στεριώνουν κι οι άλλοι που αλωνίζουν τον κόσμο. Οι έχοντες και οι μη έχοντες. Τα δράματα, οι συμφορές, τα πάθη, οι φόβοι, οι ενοχές, τα γέλια, οι γιορτές, το αίμα, τα ψεύδη, τα θαύματα, τα μάτια θάλασσες ανοιχτές και τα μάτια γκρεμοί. Το φεγγάρι, η ελιά, ο ορίζοντας, τα σπίτια που αναπνέουν και εκφράζουν τις ρωγμές τους, η πόλη που αλλάζει και μπαίνει λίγο λίγο σε τροχιά ανάπτυξης, το ραδιόφωνο, ο αγώνας ποδοσφαίρου της Κυριακής, η Ελλάδα του Σεφέρη, του Ελύτη, του Λειβαδίτη.
 
Και ο Μανόλης: o "ξένος"! Ο Μανόλης ο άγιος, ο δαίμονας, ο άγγελος εξ ουρανού, το κρυφό και φανερό αντικείμενο του πόθου, ο άνθρωπος χωρίς παρελθόν με το βαθύ απόκοσμο βλέμμα, με τα δυνατά δημιουργικά χέρια, ο άνθρωπος ξαστεριά και ομίχλη που αγιογραφεί, αγιοποιείται, καταδικάζεται, που σέρνει τα βήματά του σε μοναχικό χορό στον αιώνα κάτω απ' τ' αστέρια, πίσω από βλέμματα, μέσα σε καρδιές ναυαγισμένες.
 
Η λαϊκή παράδοση συναντά τον έρωτα, τη μοναξιά, τους αρχέγονους μύθους και μαζί συμπορεύονται με τα ιστορικά γεγονότα σε αυτό το θαυμάσια δομημένο πολυφωνικό μυθιστόρημα με τους ολοκληρωμένους χαρακτήρες να αφηγούνται καταστάσεις, πληγές, μικρές και μεγάλες αναστάσεις τόπου και εαυτού. Οι αφηγήσεις των στοιχείων της φύσης δένουν αρμονικά με εκείνες των ηρώων. Ένας κόσμος και μια πόλη σε συνεχόμενη συνομιλία έξω από την καταβόθρα του χρόνου και με τα ανθρώπινα ζητήματα - οικογενειακοί δεσμοί, έρωτας, λύπη, χαρά, κοινωνική άνοδος, πτώση - να παραμένουν ίδια, πάντα.
 
Πρωτότυπο και ευφάνταστο σε σύλληψη, με στοιχεία μαγικού ρεαλισμού, ο "Μπόγος" είναι ένα έργο τέχνης. Βαθύ, γενναιόδωρο σε συναίσθημα, αισθητική και εικόνες, με απόλυτα επιτυχή συνένωση και πιστή αναπαράσταση των δεκαετιών. Και με έναν μπόγο να ταξιδεύει, να θρηνεί, να γιορτάζει, να βάφεται με αίμα και δάκρυα, να χαρίζεται και να χαρίζει, στον αέρα ενός ολόκληρου αιώνα. 

Εκδόσεις Καστανιώτη