Τρίτη 27 Ιουνίου 2023

Κριστίνα Πέρι Ρόσι, Μύχιες καταστροφές

 
Κριστίνα Πέρι Ρόσι, Μύχιες καταστροφές

Ήταν πριν λίγο καιρό, όταν στο site των εκδόσεων Καστανιώτη είδαμε με χαρά ότι ανάμεσα στα εξαιρετικά υπό έκδοση βιβλία τους, βρισκόταν αυτή η πολυαναμενόμενη συλλογή διηγημάτων της Ουρουγουανής Κριστίνα Πέρι Ρόσι. Για πρώτη φορά επίσημα μεταφρασμένος στην ελληνική γλώσσα ο πεζός της λόγος, (ποιήματά της έχουν μεταφραστεί κατά καιρούς σε ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά και ιστότοπους) και έτσι μας δίνεται η ευκαιρία να απολαύσουμε την απαράμιλλη, τολμηρή, "δαιμονισμένη" πρόζα της που μας οδηγεί, χωρίς δίχτυ ασφαλείας, σε τεντωμένο σχοινί με αφετηρία τα πιο μύχια σημεία του νού και της ψυχής του ανθρώπου και μας φέρνει σε αναμέτρηση με όσα κρύβονται επιμελώς πίσω από βλέφαρα και φλέβες, εντός νευρώνων και αίματος.
 
Η Κριστίνα Πέρι Ρόσι θεωρείται και είναι μια από τις σημαντικότερες και πιο πρωτοποριακές γυναικείες φωνές των λατινοαμερικανικών γραμμάτων. Πολυσχιδής περίπτωση συγγραφέα -από τις λίγες γυναίκες που συνδέθηκαν με το περίφημο boom στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα- έχει γράψει μυθιστορήματα, διηγήματα, δοκίμια και έξοχη ποίηση παράλληλα με το μεταφραστικό και δημοσιογραφικό της έργο. Ζεί εξόριστη στην Ισπανία από το 1972, χρονιά κατά την οποία εκδιώχθηκε από το δικτατορικό καθεστώς της χώρας της. Υπήρξε στενή φίλη του Χούλιο Κορτάσαρ και τιμήθηκε με το Βραβείο Θερβάντες το 2021. Η παρούσα ανθολογία διηγημάτων της αποτελεί ένα άριστο αντιπροσωπευτικό δείγμα του συγγραφικού της σύμπαντος που μαγεύει και ηλεκτρίζει τον αναγνώστη και τον φέρνει αντιμέτωπο με ζητήματα όπως η ασυμμετρία των ανθρώπινων σχέσεων, οι ανθρώπινες εμμονές, ο έρωτας -στην λαμπερή και, κυρίως, στη νοσηρή του διάσταση-, η αποδόμηση των φύλων και των στερεοτύπων, η σεξουαλικότητα, ο εσωτερικός κόσμος των ατόμων με τα πηγάδια και τις απέραντες θάλασσές τους, το γκέτο της οικογένειας, η ασφυξία που προκαλούν οι κοινωνικές νόρμες, ο καπιταλισμός, οι φόβοι, οι ρωγμές, η απόγνωση, η αρχή και το τέλος των ορίων της ελευθερίας, οι γκρεμοί, η ισορροπία, η πτώση.

Χρησιμοποιώντας μια ωμή, γεμάτη ένταση, σατιρική, σκοτεινή, αδίστακτη και, ταυτόχρονα, λυρική και αισθαντική γραφή, η Ρόσι συνθέτει καθημερινά στιγμιότυπα των χαρακτήρων της οι οποίοι μέσα από γεγονότα και καταστάσεις εκθέτουν και εκτίθενται, παγιδεύονται στις πιο παράλογες βαθιές τους επιθυμίες, ερωτεύονται παράφορα, απογοητεύονται, τρομάζουν απ' αυτό που τους ψιθυρίζει στο αυτί η εσωτερική τους φωνή, εγκαταλείπουν και εγκαταλείπονται, σαγηνευτικοί - εμμονικοί - μαγεμένοι βαδίζουν προς το χάος, παρεκκλίνουν από τα καθιερωμένα ψάχνοντας την αλήθεια τους στα αχαρτογράφητα σταυροδρόμια του εαυτού τους και της φύσης τους.

Έτσι, στα εννέα υποδειγματικά, ανήσυχα και σατανικά διηγήματα της συλλογής "Μύχιες καταστροφές", η Ρόσι σκιαγραφεί και αναλύει όλα τα παραπάνω θέματα και ρίχνει μια πλάγια κριτική ματιά στην ανθρώπινη συνθήκη με μια διάθεση ανατροπής και διάνοιξης δρόμου προς την αποκάλυψη του τι υπάρχει πίσω από ένα πανάκριβο, καλοραμμένο κουστούμι (πανοπλία του αντρικού σώματος) κι ένα κομψό εντυπωσιακό φόρεμα (γυναικεία πανοπλία), πίσω από την κλειστή πόρτα ενός σπιτιού / γραφείου / ιατρείου, πίσω από την ταυτότητα ενός / μιας επιτυχημένου /επιτυχημένης συζύγου, προέδρου, στελέχους ή υπαλλήλου, πίσω από τη σεμνή παρουσία μιας γυναίκας που βιώνει την μοναξιά κι ενός άντρα που προσπαθεί να διαχειριστεί την εγκατάλειψη και τον ρημαγμένο του εγωισμό.

Στην πρώτη ιστορία, "Φετιχιστές Α.Ε.", συναντάμε μια ομάδα φετιχιστών που μοιράζονται τα αβάσταχτα μυστικά τους και τις σεξουαλικές τους διαστροφές. Η πρωταγωνίστρια εγκαταλείπεται από τον εραστή της όταν εκείνος ανακαλύπτει το ασυνήθιστο αντικείμενο λατρείας της.

Στην δεύτερη ιστορία, "Η λευκή φάλαινα", ο πρωταγωνιστής είναι βαθιά ερωτευμένος με μια υπέρβαρη γυναίκα και απολαμβάνει να βρίσκει "πουπουλένιο" καταφύγιο στην τεράστια αγκαλιά της.

Τρίτη ιστορία, "Μύχιες καταστροφές": μια ανύπαντρη μητέρα ενός μικρού παιδιού αδυνατεί να ξεβιδώσει το καπάκι μιας χλωρίνης. Με αφορμή αυτή την αδυναμία της, πέφτει στα παραληρηματικά νερά μιας θάλασσας συλλογισμών για τη ζωή της και ασκεί κριτική στον εαυτό της, στον πατέρα του παιδιού της, στο μάρκετινγκ, στις διαφημίσεις και στην εξωτερική πλευρά των πραγμάτων.

Τέταρτο διήγημα, "Αυτόπτης μάρτυρας". Εδώ, ο νεαρός αφηγητής γίνεται η τρίτη φιγούρα ανάμεσα στη μητέρα του και στην ερωμένη της. Το σώμα του εκρήγνυται και ο ίδιος μετατρέπεται σε αυτό που λείπει από το σπίτι τους.

Στην πέμπτη ιστορία, "Η ομορφότερη εβδομάδα της ζωής μας", δυο γυναίκες περνούν την ομορφότερη εβδομάδα της ζωής τους σε μια σουίτα ξενοδοχείου στη Νέα Υόρκη. Η μια εκ των δύο έχει απαρνηθεί τον συμβατικό της βίο με τον σύζυγό της.

Έκτη ιστορία, "Μια ντελικάτη συνεδρία". Ένας επιτυχημένος βιομήχανος με συμπτώματα κατάθλιψης ξεκινά μια σειρά συνεδριών που θα φέρουν στο φως την κρίση ταυτότητας και τις "μεταμφιεσμένες επιθυμίες" του, που ακολούθως θα ξυπνήσουν τα ναρκωμένα ένστικτα του ψυχολόγου.

Στο έβδομο διήγημα, "Υπό περίεργες συνθήκες", μια γυναίκα κλονίζεται από τον ξαφνικό θάνατο του συζύγου της και τους κρυφούς, αντικρουόμενους πόθους του που του προκάλεσαν ασφυξία.

Όγδοο διήγημα, "Έρωτας ή καταστροφή". Ο αφηγητής είναι σφόδρα ερωτευμένος με μια γυναίκα και με κάθε πόντο του κορμιού της. Περιμένοντάς την, κάνει βουτιά σε ένα καταρράκτη σκέψεων για το μελλοντικό και πιθανό τέλος της σχέσης τους που θα φέρει τη φθορά και την καταστροφή στο σώμα του.

Ένατο και τελευταίο διήγημα, "Συνομιλία με έναν άγγελο". Ένας άντρας, τον οποίο η σύζυγός του εγκατέλειψε "όχι για κάποιον άλλο αλλά για μια άλλη γυναίκα", μπαίνει σε ένα μπαρ και εκεί συναντά έναν νυχτερινό άγγελο.

Γυναίκες που ερωτεύονται γυναίκες, άντρες που φλερτάρουν με την ιδέα να μπούν σε ένα ξένο σώμα, άνθρωποι που κάνουν ψυχοθεραπεία, που πατάνε με το ένα πόδι στη γη και με το άλλο στα κύματα, που βρίσκονται ένα βήμα πριν την απόλυτη τρέλα και δυο βήματα εντός της, που τα βάζουν με ένα ολόκληρο σύστημα αξιών, κρύβονται από τον εαυτό τους και αποκαλύπτονται μέσα σε ένα ιατρείο, δωμάτιο ξενοδοχείου ή ένα μπαρ. Οι ιστορίες τους έχουν ανοιχτό τέλος και η Κριστίνα Πέρι Ρόσι αφήνει τον αναγνώστη να μπεί στο "παιχνίδι" και να φανταστεί την όποια κατάληξη, να συγκινηθεί, να γελάσει, να συλλογιστεί, να θυμώσει, να ταυτιστεί, να δεί φώτα τρεμόσβηστα και ανθρώπινες σκιές σε ραγισμένη βιτρίνα.

Μια συλλογή θαυμάσιων, αιχμηρών και δυνατών διηγημάτων που συνομιλούν μεταξύ τους και θα μπορούσαν να αποτελούν τα κεφάλαια ενός άτυπου σπονδυλωτού μυθιστορήματος. Διηγημάτων που ξαφνιάζουν, εκπλήσσουν, σκαρφαλώνουν σε σκοτεινά δυσθεώρητα ύψη και διεισδύουν σε απροσμέτρητα βάθη των ανθρώπων, μιλούν για νοσηρά πάθη, σπασμένους φραγμούς και αντισυμβατικά θολωμένα συστήματα σκέψης και ντύνουν με μια βελούδινη τρυφερότητα την αστραφτερή λάμα ενός μαχαιριού.

Η Άννα Βερροιοπούλου υπογράφει μια εξαίρετα καλοδουλεμένη μετάφραση.
 
 Εκδόσεις  Καστανιώτη 

Κυριακή 18 Ιουνίου 2023

Βασιλική Ηλιοπούλου, Το αθώο

 
Βασιλική Ηλιοπούλου, Το αθώο

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ - ΘΑΛΑΜΟΣ ΝΟΣΗΛΕΙΑΣ - Βράδυ

ΖΟΟΜ  στην οθόνη της τηλεόρασης. Μια ομάδα ανθρώπων μογγολικής φυλής, κρατώντας τόξα και βέλη, προχωρούν μέσα σε δασώδη περιοχή σέρνοντας μαζί τους μια αρκούδα δεμένη με σχοινιά που βαδίζει αδέξια και τρομαγμένη ανάμεσά τους.

Το πλάνο ανοίγει. Μπροστά στην τηλεόραση, η Εύα παρακολουθεί την ταινία ντοκιμαντέρ με παγωμένα χαρακτηριστικά που σταδιακά μαλακώνουν. Έπειτα τα μάτια της απομακρύνονται από την οθόνη. Βυθίζεται σε σκέψεις. Πιο πίσω της, στο κρεβάτι του θαλάμου, κοιμάται ένας άντρας με ορό και σωληνάκια οξυγόνου στη μύτη.

Εισαγωγή εμβόλιμου πλάνου: πλάτη στον φακό, ένα επτάχρονο κορίτσι με κόκκινο μπουφάν βαδίζει με μπερδεμένα αδέξια βήματα ανάμεσα σε δυο κορίτσια και δυο αγόρια κοντινής ηλικίας. Και καθώς οι φιγούρες τους ξεμακραίνουν στο θολό πλάνο, το κόκκινο μπουφάν του κοριτσιού γίνεται μια κόκκινη κουκίδα.
 
Fade out του εμβόλιμου πλάνου και δέσιμο με γκρο πλαν στα υγρά μάτια της Εύας.

***

Η Εύα, η ηρωίδα που έπλασε και ψυχογράφησε τόσο υποδειγματικά η Βασιλική Ηλιοπούλου σ' αυτό το πολύ πρόσφατο μυθιστόρημά της, είναι ένα εικοσάχρονο κορίτσι εντελώς διαφορετικό από τα άλλα κορίτσια της ηλικίας της. Μοναχική, με ψυχή βασανισμένη, λιγομίλητη. Έχει προφίλ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αλλά και εκεί είναι το ίδιο μοναχική όσο στη ζωή της. Επικοινωνεί συχνά με ένα μέντιουμ που ρίχνει ταρώ διαδικτυακά, την Σίβυλλα, και σε αυτήν εκφράζει φειδωλά σκέψεις και ανησυχίες της. Η Εύα έχει διατηρήσει τη συστολή και την έντονη παρατηρητικότητα της παιδικότητάς της. Από τα έξι της μεγάλωσε σε ένα ίδρυμα των Αθηνών, έχοντας χάσει την αδερφή της και στη συνέχεια τη μητέρα της. Ο σύζυγός της είναι πολλά χρόνια μεγαλύτερός της, ήταν εργαζόμενος ως λογιστής στο ίδρυμα και όταν η Εύα έγινε δεκαεπτά, την παντρεύτηκε παίζοντας το ρόλο του κηδεμόνα παρά του συζύγου. Ήταν εκείνος που διάλεγε τα ρούχα που θα την προστάτευαν από το κρύο, τη ζέστη και τα ανθρώπινα βλέμματα και της δίδαξε ευπρέπεια, σιωπή και υπακοή.  Ασφαλής ως έγκλειστη στο ορφανοτροφείο η Εύα, ασφαλής και στον εγκλεισμό ενός λευκού γάμου με τον Χρύσανθο Μορρέ που κράτησε τρία χρόνια. Γιατί εκείνος αρρωσταίνει, νοσηλεύεται και τελικά πεθαίνει στις πρώτες σελίδες του μυθιστορήματος. Τότε, η Εύα αποφασίζει να του κάνει την κηδεία στον κοινό τόπο καταγωγής τους, στο νησί, (ένα νησί που δεν κατονομάζεται)με την πρόφαση ότι αυτή ήταν η τελευταία του επιθυμία. Ουσιαστικά όμως, η επιθυμία επιστροφής είναι απόλυτα δική της και αποτελεί την αρχή μιας έρευνας για να βρεθεί η ρίζα του Κακού που την έχει στοιχειώσει: πριν 14 χρόνια, η επτάχρονη τότε αδερφή της, Ειρήνη, ένα κορίτσι με νοητική στέρηση, εξαφανίστηκε μυστηριωδώς -θα αποδειχθεί ότι έπεσε θύμα εγκληματικής ενέργειας από παιδιά- και η μητέρα τους, η "ξένη", η "διαφορετική", μην αντέχοντας τον οξύ πόνο της απώλειας, κρεμάστηκε στο πλυσταριό του σπιτιού τους.

Συνοδεύοντας το φέρετρο του συζύγου της, η Εύα φτάνει στο νησί και από Εύα γίνεται το Βαγγελιό της Ρούσας. Η όψη της θυμίζει πολύ την όψη της μητέρας της. Η άφιξή της προκαλεί βουβή αναστάτωση. Επισκέπτεται το πατρικό της σπίτι που τώρα κατοικείται από αλλοδαπούς εργάτες, συναντά πρόσωπα από το παρελθόν,έρχεται αντιμέτωπη με μυστηριώδεις συμπεριφορές και διαπιστώνει ότι παρά τα χρόνια που έχουν περάσει, η σιωπή, η μυστικοπάθεια, η συγκατάβαση, η επίπλαστη ευδαιμονία και η επίδειξη κανονικότητας παρέμειναν το ίδιο τοξικά σαν απειλητικό μαύρο σύννεφο καρφωμένο στην ίδια θέση του ίδιου ουρανού.

'Ομορφος τόπος το νησί και άγριος ταυτόχρονα. Μυρίζει θυμάρι, ρίγανη, πικραλίδα, θάλασσα κι αλμύρα. Μυρίζει όμως και αδυναμίες, υποταγή του ανίσχυρου στον πιο ισχυρό. Είναι ένας τόπος που παρουσιάζει όλες τις παθογένειες της ελληνικής επαρχίας, σε περίκλειστο κοινωνικό πλαίσιο, με δικούς του νόμους και κανόνες, με καχύποπτα βλέμματα πίσω από κλειστά παράθυρα, με υπαινικτικά και επικριτικά μισόλογα, λυκοφιλίες, διαταραγμένες σχέσεις, παιχνίδια εξουσίας, τάση ανάπτυξης με πλάγια μέσα και προσωπικά συμφέροντα. Οι κάτοικοι είναι υποταγμένοι στην εξουσία του δημάρχου τους, στη μοίρα τους και στην νοικοκυρεμένη τους καθημερινότητα. Τηρούν ευλαβικά το νόμο της σιωπής ώστε η ζωή τους να κινείται σε ευθεία γραμμή, μόνο που τελικά η ζωή τους είναι γεμάτη γκρεμούς καθώς στηρίζεται σε αληθοφανή ψέματα και κρυμμένα μυστικά.

Καθετί "διαφορετικό" τους απωθεί, τους ξεβολεύει, τους τρομάζει και, επειδή "το αδοκίμαστο και το απ' αλλού φερμένο δεν το αντέχουν οι άνθρωποι", το απομακρύνουν, το εξοντώνουν, το εξαφανίζουν. Εφιαλτικό και ομιχλώδες τοπίο: νεκρά γλαροπούλια ξεβράζονται στην ακτή, κοράκια πετούν πάνω απ΄ το νησί και σκίζουν τον αέρα με τα κρωξίματά τους, δυνατοί άνεμοι σαρώνουν τα πάντα στο πέρασμά τους. Βροχή και ομίχλη, πέτρες  και βράχια, φόβος και συγκάλυψη, παιδιά που εξαφανίζονται κάτω από περίεργες συνθήκες, ντόπιοι που γνωρίζουν και κρατούν τα χείλη τους σφραγισμένα.

Η Εύα, έχοντας επιστρέψει στον γενέθλιο τόπο της και στο ορθάνοιχτο τραύμα της, κρατάει χαμηλούς τόνους, ακούει και κυρίως παρατηρεί. Παρατηρεί τα πάντα και τους πάντες, όλα όσα για τους άλλους είναι παντελώς αδιάφορα ενώ γι' αυτήν είναι απολύτως σημαντικά. Και θυμάται. Συχνά συγχέοντας τα γεγονότα με τα όνειρα και τους εφιάλτες της. Αλλά θυμάται: την τελευταία φορά που είδε την αδερφή της, Ειρήνη, αθώα και αδέξια να περπατά με τα τέσσερα παιδιά που ποτέ άλλοτε δεν την έκαναν παρέα, έπειτα να της φορούν ένα λευκό μαντήλι στο κεφάλι κι έπειτα, σκοτάδι.

Το παρελθόν την κατακλύζει καθώς τα συναισθήματα και οι μνήμες βγαίνουν από τη νάρκη τους. Οι ερωτήσεις της είναι ευθύβολες. Οι απαντήσεις της είναι κυρίως μονολεκτικές. Είναι επίμονη ώστε να καταφέρει να ενώσει τα κομμάτια ενός πολυσύνθετου παζλ, να σπάσει το απόστημα της σιωπής και να βγεί στο φως η αλήθεια για την Ειρήνη.

Στο νησί συναντά τον αδερφό του συζύγου της, τον "σημαδιακό και αταίριαστο" Θεόφιλο, μια αινιγματική και τραγική φιγούρα, που την βοηθάει με τον δικό του τρόπο. Συναντά τον νάνο Αρρίκο (κάποτε ήταν μαζί στο ίδρυμα), τον δήμαρχο (που της προτείνει ένα μεγάλο ποσό για να αγοράσει τη γη της και το σπίτι της για να κάνει επέκταση μιας ξενοδοχειακής μονάδας), άλλους ντόπιους όπως ο παπάς, η παπαδιά, οι παρατρεχάμενοι του δημάρχου, παιδιά, νοικοκυραίους, πολιτικούς παράγοντες, σακατεμένους, σαλεμένους, άτομα με ειδικές ανάγκες, την Ίνγκα, μια Ρωσίδα που αρραβωνιάζεται μέσω βιντεοκλήσης. 

Συναντά και τους τρείς εκ των τεσσάρων της περιβόητης παρέας που έκαναν "βόλτα" με την αδερφή της: τον Ρήγα, την Ουρανία και τη Βιολέτα. Ο Αχιλλέας, ο τέταρτος, αυτοκτόνησε πριν καιρό, κάπου στην Αμερική, πέφτοντας από τον εικοστό όροφο.

Η Εύα, με μειλίχιο τρόπο, ρωτάει, επιμένει, είναι αποφασισμένη να ανακαλύψει την αλήθεια και να κλείσει ανοιχτούς λογαριασμούς.

Μετρημένα τα λόγια της αλλά τα μάτια της, δυο πύρινες φλόγες που φουντώνουν και κάνουν ανταύγειες στο σκοτάδι αποκαλύπτοντας ίχνη φωτός.

Ένα μυθιστόρημα συνταρακτικό και εκκωφαντικό μες στην ησυχία του, με τις σκοτεινές αποχρώσεις που παίρνει η θάλασσα στα νησιά τ' αμίλητα Νοέμβρη μήνα, με ουρανό βαρύ που κλαίει και θρηνεί για το Τέρας που κρύβουν οι άνθρωποι μέσα τους, με σύντομους κοφτούς διαλόγους, χρήση ντοπιολαλιάς και αριστοτεχνικής εικονοποιίας,  δυνατές παύσεις που λένε περισσότερα απ΄ όσα οι λέξεις. Ρεαλισμός, υπόκωφη αμείωτη ένταση, έντονο σασπένς, στοιχεία απόκοσμου δυστοπικού ψυχολογικού θρίλερ, ελεγχόμενος ρυθμός κινηματογραφικής αφήγησης και γρήγορες εναλλαγές σκηνών, όλα συνυφασμένα με μια ακροβασία σε τεντωμένο σχοινί και από κάτω, στο απύθμενο κενό, αντηχούν παιδικές φωνές, ποδοβολητό, συλλαβές, γέλια, ψίθυροι και κραυγές που κάνουν χίλια κομμάτια τη σιωπή.

Η Βασιλική Ηλιοπούλου, με σπουδές κινηματογράφου, έχοντας στο ενεργητικό της δυο εξαιρετικές βραβευμένες ταινίες μεγάλου μήκους ("Το πέρασμα", 1990 και "Με μια κραυγή", 1995), ταινίες μικρού μήκους και ντοκιμαντέρ, επιμέλεια εκπομπών στο Β' και Γ΄ Πρόγραμμα της Κρατικής Ραδιοφωνίας, τιμημένη δικαίως με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος 2010 για το μυθιστόρημά της "Σμιθ"  (εκδόσεις Πόλις), έχει γράψει νουβέλες, υποδειγματικές συλλογές διηγημάτων και μυθιστορήματα. "Το αθώο" είναι το πιο πρόσφατο έργο της, ξανά από τις εκδόσεις Πόλις, και ομολογουμένως καθηλώνει από την αρχή ως το τέλος του. Αυτή η ακριβοθώρητη και τόσο σημαντική πεζογράφος μας, παίζοντας με τα δίπολα Καλό - Κακό, Αθωότητα - Ενοχή, Αλήθεια - Ψέμα, φιλοτέχνησε μοναδικά τον αθώο και ένοχο κόσμο μας και την επιλεκτική σιωπή του, την ανάγκη του για αποδοχή, εξιλέωση και εύρεση ρίζας με το παρελθόν του που θα ανοίξει φωτεινό δρόμο για το παρόν και το μέλλον.

Ένα σπουδαίο λογοτεχνικό έργο, "Το αθώο", φόρος τιμής στον κάθε άνθρωπο και στο κάθε αθώο πλάσμα που περπατά με βλέμμα χαμηλωμένο και βήμα αβέβαιο, φοβισμένο και καίγεται στον βωμό της άρνησης, του εξοστρακισμού, του κάθε είδους θανάτου.
 
 
Εκδόσεις  Πόλις

Κυριακή 11 Ιουνίου 2023

Γκαμπριέλα Καμπεσόν Κάμαρα, Οι περιπέτειες της Τσίνα Άιρον

Γκαμπριέλα Καμπεσόν Κάμαρα, Οι περιπέτειες της Τσίνα Άιρον

 
Όταν η ποίηση, η υψηλή πρόζα και η Ιστορία συνυπάρχουν μέσα στις ίδιες σελίδες, τότε το αποτέλεσμα δεν μπορεί παρά να είναι υψηλό όπως ακριβώς εδώ, σε αυτό το μεθυστικό, απολαυστικό και σπουδαίο μυθιστόρημα της -για πρώτη φορά μεταφρασμένης στην ελληνική γλώσσα- Γκαμπριέλα Καμπεσόν Κάμαρα από το Μπουένος Άιρες. Πολύ πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καστανιώτη στην πάντα προσεγμένη σειρά "Συγγραφείς απ΄όλο τον κόσμο", γράφτηκε το 2017, θεωρήθηκε από τα πιο σημαντικά ισπανόφωνα βιβλία των τελευταίων χρόνων και μπήκε στη βραχεία λίστα για το Διεθνές Βραβείο Booker 2020.

Πολυεπίπεδο, τολμηρό, ανατρεπτικό, ποιητικό, με χρήση μακροπερίοδου θαυμαστού λόγου και μαγευτικής εικονοποιίας -η φύση, οι ήχοι της, τα τοπία της διατηρούνται ολοζώντανα καθ' όλη τη διάρκεια της ανάγνωσης- ,γλώσσα ρέουσα σαν γάργαρο ποτάμι, δυνατές πινελιές μαγικού ρεαλισμού και παιγνιώδης αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο -αφηγείται η πρωταγωνίστρια, Τσίνα Άιρον- που καταλήγει σε αφήγηση πρώτου πληθυντικού. Η μονάδα γίνεται ομάδα, το εγώ εμείς, το ατομικό συλλογικό, γίνεται ένας λαός ολόκληρος κι αόρατος. Ένας λαός που "τα χρώματά του, τα σπίτια του, οι σκύλοι του, οι φορεσιές του και οι αγελάδες του και τα άλογά του εξαϋλώνονται βαθμιαία μπροστά στα μάτια μας σαν φαντάσματα,  τα περιγράμματα ξεθωριάζουν, τα χρώματα σβήνουν, όλα συγχωνεύονται με το άσπρο σύννεφο".

Το μυθιστόρημα "Οι περιπέτειες της Τσίνα Άιρον" πραγματεύεται την πολυτάραχη ιστορία της Αργεντινής, την εξόντωση των Ινδιάνων και το ερωτικό ειδύλλιο δυο γυναικών, και βασίζεται στο εθνικό έπος "Μαρτίν Φιέρο" που γράφτηκε από τον Χοσέ Ερνάντες σε δυο μέρη το 1872 και το 1879. Το συγκεκριμένο έπος αποτελεί ορόσημο στη λογοτεχνία της Αργεντινής καθώς μετατρέπει σε μύθο την φιγούρα των γκάουτσος, των γελαδάρηδων που ζούσαν στις αχανείς πεδιάδες της περιοχής και χτίζεται υπό την πρωτοπρόσωπη αφήγηση του ομώνυμου ήρωα, ο οποίος πλέκει το τραγούδι του εξιστορώντας τις περιπέτειές του, τη ζωή του, τα βάσανά του και την συμμετοχή των γκάουτσος στον αγώνα για την εθνική τους ανεξαρτησία.

Η Γκαμπριέλα Καμπεσόν Κάμαρα, πατώντας πάνω στο "Μαρτίν Φιέρο", το επαναδημιουργεί με λοξή ματιά και ειπωμένο μέσα από τη γυναικεία αφήγηση και έτσι έχουμε το "έπος" της Τσίνα Άιρον, της νεαρότατης συζύγου του Μαρτίν Φιέρο.

Τώρα είναι εκείνη που εξιστορεί τη δική της ζωή, τις περιπέτειές της και τους καινούργιους δρόμους που ανοίγονται μπροστά στα μάτια της. Είναι εκείνη και η φωνή της που γίνονται η φωνή του βυθισμένου σε σιωπή κόσμου. Η Τσίνα είναι ένα κορίτσι στην εφηβεία, ορφανό, άπειρο, βασανισμένο, κλεισμένο στη φυλακή του άντρα της. Κι από έγκλειστη θα γίνει ταξιδιώτις και οδοιπόρος σε ένα νέο σύμπαν που αποκαλύπτεται μέσα της και γύρω της.

1872. Στα 14 της, η Τσίνα είναι σύζυγος του γκάουτσο Μαρτίν Φιέρο και ήδη μητέρα δυο μικρών παιδιών. Μετά την επιστράτευση του Φιέρο, μένει μόνη, νιώθει για πρώτη φορά ελεύθερη, αποφασίζει να σπάσει τα δεσμά της, αφήνει τα παιδιά της σε ένα ζευγάρι ντόπιων ηληικιωμένων και μαζί με τον σκύλο της Αστέρη φεύγει από τον οικισμό της για να γνωρίσει τον κόσμο έξω απ΄αυτόν. Στο δρόμο της συναντά την Ελίζαμπεθ, μια όμορφη κοκκινομάλλα γυναίκα με καταγωγή από τη Σκοτία, η οποία ταξιδεύει στην αγροτική Αργεντινή με το κάρο /τροχόσπιτό της ακολουθώντας τα ίχνη του γκρίνγκο συζύγου της και για να βρεί την περιουσία της στην γη της πάμπα.

Το βλέμμα της Ελίζαμπεθ / Λιζ είναι για την μικρή Τσίνα ένα μεγάλο παράθυρο προς το φως και  το άγνωστο κι έτσι η Τσίνα την συνοδεύει σε μια διαδρομή αυτοανακάλυψης, προσωπικής και ερωτικής αφύπνισης. Οι δυο γυναίκες μαθαίνουν να επικοινωνούν η μια με την άλλη, η Τσίνα μαθαίνει αγγλικά και στοιχεία από τον βρετανικό πολιτισμό, μαθαίνει να αγαπά, να αγαπιέται, να γελά, να ενθουσιάζεται, να μαγεύεται, να ανθίζει ψυχολογικά και συναισθηματικά σαν λουλούδι μέσα στην έρημο.

Στην πορεία συναντούν έναν δραπέτη γκάουτσο, τον Ροσάριο που γίνεται συνταξιδιώτης τους.

Οι ρόλοι τους αλλάζουν, μεταμφιέζονται, προσποιούνται ότι είναι μέλη της βρετανικής αντιπροσωπείας καθώς φτάνουν σε ένα στρατιωτικό οχυρό με αρχηγό - συνταγματάρχη τον Χοσέ Ερνάντες. Η Τσίνα, η Λιζ, ο Ροσάριο και ο σκύλος φιλοξενούνται εκεί και έχουν την ευκαιρία να γνωρίσουν τον μέθυσο, απατεώνα και σκληροτράχηλο Ερνάντες που ισχυρίζεται πως είναι σπέρμα του πολιτισμού, οικονομία της πάμπας και άνθρωπος του μέλλοντος. Ο οποίος διαρκώς καυχιέται για την επιρροή του στους γκάουτσος της περιοχής κάτι που περιλαμβάνει την εξάλειψη των παραδόσεών τους και την επιβολή νόμων και τιμωριών. Καυχιέται επίσης για την ποίηση που γράφει αλλά αποδεικνύεται πως το έργο του είναι προϊόν λογοκλοπής ποιήματος που έγραψε ένας γκάουτσο που δραπέτευσε από το οχυρό (πρόκειται για τον Μαρτίν Φιέρο). Ο Ερνάντες εμπλέκει την  Τσίνα και τη Λιζ στα σχέδιά του χωρίς να πάρει χαμπάρι ότι η Λιζ τον χειραγωγεί προκειμένου να πετύχει τα δικά της σχέδια.

Τελικά οι δυο γυναίκες μαζί με τον Αστέρη και τον Ροσάριο εγκαταλείπουν το οχυρό και την "τρέλα" του Ερνάντες και φτάνουν στα Ινδιάνικα εδάφη. Έκπληκτοι, ανακαλύπτουν εκεί μια ουτοπική κοινωνία που κατοικείται από αυτόχθονες, γκάουτσος και Ευρωπαίους οι οποίοι έχουν σχηματίσει μια κοινότητα με φυλετική ετερογένεια αλλά με σεβασμό και αμοιβαία συνεργασία μεταξύ των μελών της. Οι άνθρωποι εκεί, άνδρες, γυναίκες, ανδρόγυνα πνεύματα, ζούν ελεύθερα μέσα σε μια γη που κοάζει και τα σώματά τους αγκαλιάζονται και ενώνονται ελεύθερα νόμων, φύλου και ετεροκανονικότητας. Οι Ιντσίν και οι Νιαντέ είναι ένα, όλοι ο ένας για τον άλλο, βυθίζουν με αγάπη τα κουπιά τους στα νερά του Παρανά και ταξιδεύουν τραγουδώντας σιωπηλά.

Το μυθιστόρημα χωρίζεται σε τρία μέρη( Η έρημος - Το οχυρό - Στα Ινδιάνικα εδάφη) και κάθε μέρος είναι χωρισμένο σε σύντομα κεφάλαια, καθένα εκ των οποίων με ιδιαίτερο τίτλο δημιουργεί ένα προοίμιο, ένα κλειδί της εξέλιξης κάθε κεφαλαίου. Οι γλώσσες και ο συνδυασμός τους κρατάνε τα ηνία ανάμεσα στην πληθωρική, ρυθμική, άκρως ποιητική εξιστόρηση της Τσίνα: αγγλικές φράσεις και ιδιωματισμοί εμβολίζονται από την διάλεκτο των γκάουτσος και τις γλώσσες γκουαρανί και μαπούτσε.

Η Κάμαρα ακουμπώντας πάνω στο "αρρενωπό" εθνικό έπος του Μαρτίν Φιέρο, έγραψε ευφυώς και τεχνηέντως ένα αντίστοιχο έπος μέσω της γυναικείας πλευράς, γεμάτο σάτιρα, συμβολισμούς και αλληγορικά στοιχεία, ανατρέποντας την ίδια την Ιστορία και με την τρομερή ηρωίδα της, Τσίνα Άιρον, να μην ταυτίζεται ούτε με τον παλιό κόσμο της προαποικιακής Αργεντινής ούτε με τη δημιουργία ενός νέου έθνους αλλά με την αίσθηση του ανήκειν και την εύρεση μιας ατομικής ταυτότητας που συνεπάγεται και τη συλλογική.

Η Άννα Βερροιοπούλου έκανε ένα μεταφραστικό κατόρθωμα δαμάζοντας το πολυσύνθετο ύφος της Κάμαρα, μεταφράζοντας πρόζα και έμμετρη αφήγηση και φέρνοντας στα ελληνικά αυτούσια τη γιορτή των γλωσσών και της ελευθερίας.
 
Εκδόσεις  Καστανιώτη

Τρίτη 6 Ιουνίου 2023

Ερβέ Λε Τελιέ, Δένομαι πολύ εύκολα

Ερβέ Λε Τελιέ, Δένομαι πολύ εύκολα

 
Ο Ερβέ Λε Τελιέ είναι ένας από τους σημαντικότερους στιλίστες της σύγχρονης γαλλικής πεζογραφίας. Πολυβραβευμένος και πολυσχιδής συγγραφέας, έχει γράψει μυθιστορήματα, διηγήματα,  σύντομα κείμενα που θυμίζουν αποφθέγματα και ασκήσεις ύφους, θέατρο, λιμπρέτα και όπερες. Είναι πρόεδρος του Εργαστηρίου Δυνητικής Λογοτεχνίας (OuLiPo), ομάδας που δημιουργήθηκε το 1960 από τον Raymond Queneau και τον François Le Lionnais με εξέχοντα μέλη επιστήμονες και συγγραφείς, ανάμεσα σε αυτούς ο Georges Perec και ο Italo Calvino.

Ο Λε Τελιέ είναι ένας συγγραφέας ιδιαίτερα αγαπητός στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό και πώς να μην είναι άλλωστε, όταν με το παιγνιώδες ύφος του και τη θεματολογία των έργων του συγκινεί και αιχμαλωτίζει, διεγείρει τη σκέψη, καταφέρνοντας πάντα να περιγράφει οδυνηρές ανθρώπινες καταστάσεις με τα πιο φωτεινά χρώματα, με χιούμορ και ευφυΐα. Ακριβώς όπως και στο "Δένομαι πολύ εύκολα", που κυκλοφόρησε στα γαλλικά το 2007 και στα καθ' ημάς, πολύ πρόσφατα, από τις εκδόσεις Opera. Το ολιγοσέλιδο αυτό μυθιστόρημα έρχεται δυο χρόνια μετά την εξαιρετική και πολυεπίπεδη "Ανωμαλία", έργο για το οποίο ο Λε Τελιέ τιμήθηκε με το Βραβείο Goncourt 2020 και το οποίο δίχασε, ξάφνιασε, συζητήθηκε και, κυρίως, αγαπήθηκε, εντυπωσίασε και θεωρήθηκε από τα σημαντικότερα του Γάλλου συγγραφέα.

Εντελώς διαφορετικό σε ύφος, δομή και έκταση, το "Δένομαι πολύ εύκολα" είναι φαινομενικά μια ιστορία ναυαγισμένου έρωτα, όμως ουσιαστικά πρόκειται για μια ανατομία των ανθρώπινων σχέσεων και του έρωτα που αλλάζει χρώματα, δωρίζει, αντιδωρίζει, μάχεται, νικά και χάνει, σκοτώνει και σκοτώνεται. Σαν πανάκριβο μεθυστικό άρωμα σε μικρή συσκευασία, ένα μυθιστόρημα - μινιατούρα που προσφέρει άφθονη τροφή για σκέψη και προβληματισμό που όμως ανοίγουν δρόμο προς την αυτοκυριαρχία και το φως.

Κεντρικό θέμα λοιπόν, ο έρωτας. Ο δύσκολος έρωτας. Ο έρωτας που χαρίζει φτερά και τα τσακίζει την επόμενη στιγμή, που από παράδεισος γίνεται έρημη γη, ρημαγμένη. Και τι τέχνασμα: o Λε Τελιέ γράφει απλά, περίτεχνα, με υπονομευτικό χιούμορ και σατιρική διάθεση για τον σκοτεινό γκρεμό στον οποίο κατακρημνίζεται του ανθρώπου η καρδιά και εκεί γιορτάζει πενθώντας όταν ο έρωτας βουλιάζει στον πιο μαύρο βυθό φορώντας το πιο λαμπερό του ρούχο.

Ο ήρωας του Λε Τελιέ δεν έχει όνομα. Είναι ένας ήρωας με δυνατά συναισθήματα. Είναι ένας άνθρωπος που έχει ταξιδέψει, ελπίζει και περιμένει για λίγη αχτίδα ζωής μέσα στη ζωή του. Είναι σχεδόν 50 ετών, όχι πολύ νέος ούτε ηλικιωμένος φυσικά, ελκυστικός και ακμαίος, με τα μαλλιά του να έχουν υποχωρήσει λίγο στο μέτωπό του, με τις ρυτίδες να σχηματίζουν μικρά σταυροδρόμια πάνω στο δέρμα του προσώπου του. Είναι ερωτευμένος με μια γυναίκα είκοσι χρόνια νεότερή του την οποία είχε γνωρίσει πριν καιρό, ενώ εκείνη συνοδευόταν από τον μελλοντικό της σύζυγο. Η κατάσταση του ήρωα παρουσιάζει όλα τα συμπτώματα της ασθένειας του έρωτα: ανορεξία, χτυποκάρδι, κοφτή ανάσα και ανυπομονησία μέχρι να την ξαναδεί. Έρχεται συχνά σε επικοινωνία μαζί της, είναι αυτός που πάντα παίρνει την πρωτοβουλία να της τηλεφωνήσει. Εκείνη είναι συγκρατημένη, αποστασιοποιημένη, σχεδόν αδιάφορη, μια ιδέα θλιμμένη και αμήχανη μπρος στα συναισθήματά του.

Κανονίζουν να βρεθούν στη Σκοτία όπου η νεαρή γυναίκα έχει πάει για λίγες μέρες να επισκεφτεί τη μητέρα της και περιμένει τον μνηστήρα της λίγο πιο μετά.

Ο ήρωας, από το Παρίσι όπου και διαμένει, ταξιδεύει στη Σκοτία γι' αυτή την πολυπόθητη -από πλευράς του- συνάντησή τους.

Με διάφορα εμπόδια -καθυστέρηση πτήσης, διαμονή σε ένα άθλιο δωμάτιο ξενοδοχείου και πλήθος αμφιβολιών και εσωτερικών ερωτημάτων που τον ταλανίζουν- αλλά με την εφηβική καρδιά του να χοροπηδά στους ρυθμούς του έρωτα, αδημονεί να ξανασυναντήσει την πανέμορφη γυναίκα που του στοίχειωσε το νου. Από τη μια, είναι ενθουσιασμένος και από την άλλη, αμφιταλαντεύεται για το τί αισθάνεται εκείνη γι' αυτόν. Διατηρεί την ελπίδα ότι παρόλο που η σχέση τους δεν υπήρξε παθιασμένη αλλά μάλλον απόλαυση της μιας βραδιάς , θα μπορεί να έχει μια συνέχεια, ένα μέλλον. Έχει σκοπό να την σαγηνεύσει, να την κερδίσει, να κερδίσει έναν αγώνα που διαισθάνεται πως έμοιαζε εξ αρχής χαμένος. Νιώθει να χάνεται και ο ίδιος μέσα σε μια τελευταία σταγόνα ελπίδας αλλά όντας αιχμάλωτος στον πόθο του για εκείνη αρνείται να δεί την αλήθεια και εξακολουθεί να πιέζει τα πλήκτρα ενός τηλεχειριστηρίου με εξαντλημένες μπαταρίες.

Συναντιούνται. Η γυναίκα του μιλά για άσχετα θέματα προκειμένου να κουκουλώσει την αμηχανία της. Είναι προφανές ότι δεν τον θέλει, το παραδέχεται άλλωστε μετά από μια δυο σχετικές ερωτήσεις που της κάνει εκείνος και η αναμενόμενη άνοιξη μετατρέπεται σε μικρό χειμωνιάτικο σκηνικό.

Ο ήρωας επιθυμεί να φύγει από το σημείο συνάντησής τους , να απομακρυνθεί απ΄ όσα ένιωσε και ακόμα νιώθει για την κοπέλα, να αποχωρήσει αξιοπρεπής και ηττημένος, γαλήνιος και συντετριμμένος. Γενναίος και τόσο αδύναμος μαζί -κορμί έρμαιο στη δίνη της σκληρής πραγματικότητας.

Με έναν "μακροσκελέστατο πρόλογο" που μας συστήνει τον ήρωα και την ηρωίδα και μας προετοιμάζει για την επικείμενη συνάντησή τους, με 12 κεφάλαια καθένα εκ των οποίων φέρει τίτλο και υπότιτλο που δίνουν στοιχεία για την εξέλιξη της ιστορίας, με διακειμενικές αναφορές, με ουλιπιανές πινελιές και με μια πλάγια διακριτική "συνομιλία" με τον Romain Gary, ο Ερβέ Λε Τελιέ δημιούργησε το σύντομο και ισορροπημένο χρονικό ενός αποτυχημένου έρωτα, ρίχνοντας ένα ιλαρό ευθύβολο βλέμμα στην κρίση της μέσης ηλικίας, στον τρόμο του περάσματος του χρόνου, στην επιθυμία για διαρκή ισχύ του εισιτηρίου της νιότης, στην αναζήτηση και την ψευδαίσθηση της ευτυχίας και της αγάπης που οδηγούν στον ουρανό μα και στην άβυσσο.
 
Ο Αχιλλέας Κυριακίδης, μεταφραστής όλων των έργων του Λε Τελιέ στην ελληνική γλώσσα, από τις εκδόσεις Opera, αποδεικνύει και εδώ το κέντημα - ψιλοβελονιά της μεταφραστικής του τέχνης που συλλαμβάνει ανάσες και παύσεις μπροστά και πίσω από τις λέξεις.
 
Εκδόσεις  Opera