Κυριακή 18 Ιουνίου 2023

Βασιλική Ηλιοπούλου, Το αθώο

 
Βασιλική Ηλιοπούλου, Το αθώο

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ - ΘΑΛΑΜΟΣ ΝΟΣΗΛΕΙΑΣ - Βράδυ

ΖΟΟΜ  στην οθόνη της τηλεόρασης. Μια ομάδα ανθρώπων μογγολικής φυλής, κρατώντας τόξα και βέλη, προχωρούν μέσα σε δασώδη περιοχή σέρνοντας μαζί τους μια αρκούδα δεμένη με σχοινιά που βαδίζει αδέξια και τρομαγμένη ανάμεσά τους.

Το πλάνο ανοίγει. Μπροστά στην τηλεόραση, η Εύα παρακολουθεί την ταινία ντοκιμαντέρ με παγωμένα χαρακτηριστικά που σταδιακά μαλακώνουν. Έπειτα τα μάτια της απομακρύνονται από την οθόνη. Βυθίζεται σε σκέψεις. Πιο πίσω της, στο κρεβάτι του θαλάμου, κοιμάται ένας άντρας με ορό και σωληνάκια οξυγόνου στη μύτη.

Εισαγωγή εμβόλιμου πλάνου: πλάτη στον φακό, ένα επτάχρονο κορίτσι με κόκκινο μπουφάν βαδίζει με μπερδεμένα αδέξια βήματα ανάμεσα σε δυο κορίτσια και δυο αγόρια κοντινής ηλικίας. Και καθώς οι φιγούρες τους ξεμακραίνουν στο θολό πλάνο, το κόκκινο μπουφάν του κοριτσιού γίνεται μια κόκκινη κουκίδα.
 
Fade out του εμβόλιμου πλάνου και δέσιμο με γκρο πλαν στα υγρά μάτια της Εύας.

***

Η Εύα, η ηρωίδα που έπλασε και ψυχογράφησε τόσο υποδειγματικά η Βασιλική Ηλιοπούλου σ' αυτό το πολύ πρόσφατο μυθιστόρημά της, είναι ένα εικοσάχρονο κορίτσι εντελώς διαφορετικό από τα άλλα κορίτσια της ηλικίας της. Μοναχική, με ψυχή βασανισμένη, λιγομίλητη. Έχει προφίλ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αλλά και εκεί είναι το ίδιο μοναχική όσο στη ζωή της. Επικοινωνεί συχνά με ένα μέντιουμ που ρίχνει ταρώ διαδικτυακά, την Σίβυλλα, και σε αυτήν εκφράζει φειδωλά σκέψεις και ανησυχίες της. Η Εύα έχει διατηρήσει τη συστολή και την έντονη παρατηρητικότητα της παιδικότητάς της. Από τα έξι της μεγάλωσε σε ένα ίδρυμα των Αθηνών, έχοντας χάσει την αδερφή της και στη συνέχεια τη μητέρα της. Ο σύζυγός της είναι πολλά χρόνια μεγαλύτερός της, ήταν εργαζόμενος ως λογιστής στο ίδρυμα και όταν η Εύα έγινε δεκαεπτά, την παντρεύτηκε παίζοντας το ρόλο του κηδεμόνα παρά του συζύγου. Ήταν εκείνος που διάλεγε τα ρούχα που θα την προστάτευαν από το κρύο, τη ζέστη και τα ανθρώπινα βλέμματα και της δίδαξε ευπρέπεια, σιωπή και υπακοή.  Ασφαλής ως έγκλειστη στο ορφανοτροφείο η Εύα, ασφαλής και στον εγκλεισμό ενός λευκού γάμου με τον Χρύσανθο Μορρέ που κράτησε τρία χρόνια. Γιατί εκείνος αρρωσταίνει, νοσηλεύεται και τελικά πεθαίνει στις πρώτες σελίδες του μυθιστορήματος. Τότε, η Εύα αποφασίζει να του κάνει την κηδεία στον κοινό τόπο καταγωγής τους, στο νησί, (ένα νησί που δεν κατονομάζεται)με την πρόφαση ότι αυτή ήταν η τελευταία του επιθυμία. Ουσιαστικά όμως, η επιθυμία επιστροφής είναι απόλυτα δική της και αποτελεί την αρχή μιας έρευνας για να βρεθεί η ρίζα του Κακού που την έχει στοιχειώσει: πριν 14 χρόνια, η επτάχρονη τότε αδερφή της, Ειρήνη, ένα κορίτσι με νοητική στέρηση, εξαφανίστηκε μυστηριωδώς -θα αποδειχθεί ότι έπεσε θύμα εγκληματικής ενέργειας από παιδιά- και η μητέρα τους, η "ξένη", η "διαφορετική", μην αντέχοντας τον οξύ πόνο της απώλειας, κρεμάστηκε στο πλυσταριό του σπιτιού τους.

Συνοδεύοντας το φέρετρο του συζύγου της, η Εύα φτάνει στο νησί και από Εύα γίνεται το Βαγγελιό της Ρούσας. Η όψη της θυμίζει πολύ την όψη της μητέρας της. Η άφιξή της προκαλεί βουβή αναστάτωση. Επισκέπτεται το πατρικό της σπίτι που τώρα κατοικείται από αλλοδαπούς εργάτες, συναντά πρόσωπα από το παρελθόν,έρχεται αντιμέτωπη με μυστηριώδεις συμπεριφορές και διαπιστώνει ότι παρά τα χρόνια που έχουν περάσει, η σιωπή, η μυστικοπάθεια, η συγκατάβαση, η επίπλαστη ευδαιμονία και η επίδειξη κανονικότητας παρέμειναν το ίδιο τοξικά σαν απειλητικό μαύρο σύννεφο καρφωμένο στην ίδια θέση του ίδιου ουρανού.

'Ομορφος τόπος το νησί και άγριος ταυτόχρονα. Μυρίζει θυμάρι, ρίγανη, πικραλίδα, θάλασσα κι αλμύρα. Μυρίζει όμως και αδυναμίες, υποταγή του ανίσχυρου στον πιο ισχυρό. Είναι ένας τόπος που παρουσιάζει όλες τις παθογένειες της ελληνικής επαρχίας, σε περίκλειστο κοινωνικό πλαίσιο, με δικούς του νόμους και κανόνες, με καχύποπτα βλέμματα πίσω από κλειστά παράθυρα, με υπαινικτικά και επικριτικά μισόλογα, λυκοφιλίες, διαταραγμένες σχέσεις, παιχνίδια εξουσίας, τάση ανάπτυξης με πλάγια μέσα και προσωπικά συμφέροντα. Οι κάτοικοι είναι υποταγμένοι στην εξουσία του δημάρχου τους, στη μοίρα τους και στην νοικοκυρεμένη τους καθημερινότητα. Τηρούν ευλαβικά το νόμο της σιωπής ώστε η ζωή τους να κινείται σε ευθεία γραμμή, μόνο που τελικά η ζωή τους είναι γεμάτη γκρεμούς καθώς στηρίζεται σε αληθοφανή ψέματα και κρυμμένα μυστικά.

Καθετί "διαφορετικό" τους απωθεί, τους ξεβολεύει, τους τρομάζει και, επειδή "το αδοκίμαστο και το απ' αλλού φερμένο δεν το αντέχουν οι άνθρωποι", το απομακρύνουν, το εξοντώνουν, το εξαφανίζουν. Εφιαλτικό και ομιχλώδες τοπίο: νεκρά γλαροπούλια ξεβράζονται στην ακτή, κοράκια πετούν πάνω απ΄ το νησί και σκίζουν τον αέρα με τα κρωξίματά τους, δυνατοί άνεμοι σαρώνουν τα πάντα στο πέρασμά τους. Βροχή και ομίχλη, πέτρες  και βράχια, φόβος και συγκάλυψη, παιδιά που εξαφανίζονται κάτω από περίεργες συνθήκες, ντόπιοι που γνωρίζουν και κρατούν τα χείλη τους σφραγισμένα.

Η Εύα, έχοντας επιστρέψει στον γενέθλιο τόπο της και στο ορθάνοιχτο τραύμα της, κρατάει χαμηλούς τόνους, ακούει και κυρίως παρατηρεί. Παρατηρεί τα πάντα και τους πάντες, όλα όσα για τους άλλους είναι παντελώς αδιάφορα ενώ γι' αυτήν είναι απολύτως σημαντικά. Και θυμάται. Συχνά συγχέοντας τα γεγονότα με τα όνειρα και τους εφιάλτες της. Αλλά θυμάται: την τελευταία φορά που είδε την αδερφή της, Ειρήνη, αθώα και αδέξια να περπατά με τα τέσσερα παιδιά που ποτέ άλλοτε δεν την έκαναν παρέα, έπειτα να της φορούν ένα λευκό μαντήλι στο κεφάλι κι έπειτα, σκοτάδι.

Το παρελθόν την κατακλύζει καθώς τα συναισθήματα και οι μνήμες βγαίνουν από τη νάρκη τους. Οι ερωτήσεις της είναι ευθύβολες. Οι απαντήσεις της είναι κυρίως μονολεκτικές. Είναι επίμονη ώστε να καταφέρει να ενώσει τα κομμάτια ενός πολυσύνθετου παζλ, να σπάσει το απόστημα της σιωπής και να βγεί στο φως η αλήθεια για την Ειρήνη.

Στο νησί συναντά τον αδερφό του συζύγου της, τον "σημαδιακό και αταίριαστο" Θεόφιλο, μια αινιγματική και τραγική φιγούρα, που την βοηθάει με τον δικό του τρόπο. Συναντά τον νάνο Αρρίκο (κάποτε ήταν μαζί στο ίδρυμα), τον δήμαρχο (που της προτείνει ένα μεγάλο ποσό για να αγοράσει τη γη της και το σπίτι της για να κάνει επέκταση μιας ξενοδοχειακής μονάδας), άλλους ντόπιους όπως ο παπάς, η παπαδιά, οι παρατρεχάμενοι του δημάρχου, παιδιά, νοικοκυραίους, πολιτικούς παράγοντες, σακατεμένους, σαλεμένους, άτομα με ειδικές ανάγκες, την Ίνγκα, μια Ρωσίδα που αρραβωνιάζεται μέσω βιντεοκλήσης. 

Συναντά και τους τρείς εκ των τεσσάρων της περιβόητης παρέας που έκαναν "βόλτα" με την αδερφή της: τον Ρήγα, την Ουρανία και τη Βιολέτα. Ο Αχιλλέας, ο τέταρτος, αυτοκτόνησε πριν καιρό, κάπου στην Αμερική, πέφτοντας από τον εικοστό όροφο.

Η Εύα, με μειλίχιο τρόπο, ρωτάει, επιμένει, είναι αποφασισμένη να ανακαλύψει την αλήθεια και να κλείσει ανοιχτούς λογαριασμούς.

Μετρημένα τα λόγια της αλλά τα μάτια της, δυο πύρινες φλόγες που φουντώνουν και κάνουν ανταύγειες στο σκοτάδι αποκαλύπτοντας ίχνη φωτός.

Ένα μυθιστόρημα συνταρακτικό και εκκωφαντικό μες στην ησυχία του, με τις σκοτεινές αποχρώσεις που παίρνει η θάλασσα στα νησιά τ' αμίλητα Νοέμβρη μήνα, με ουρανό βαρύ που κλαίει και θρηνεί για το Τέρας που κρύβουν οι άνθρωποι μέσα τους, με σύντομους κοφτούς διαλόγους, χρήση ντοπιολαλιάς και αριστοτεχνικής εικονοποιίας,  δυνατές παύσεις που λένε περισσότερα απ΄ όσα οι λέξεις. Ρεαλισμός, υπόκωφη αμείωτη ένταση, έντονο σασπένς, στοιχεία απόκοσμου δυστοπικού ψυχολογικού θρίλερ, ελεγχόμενος ρυθμός κινηματογραφικής αφήγησης και γρήγορες εναλλαγές σκηνών, όλα συνυφασμένα με μια ακροβασία σε τεντωμένο σχοινί και από κάτω, στο απύθμενο κενό, αντηχούν παιδικές φωνές, ποδοβολητό, συλλαβές, γέλια, ψίθυροι και κραυγές που κάνουν χίλια κομμάτια τη σιωπή.

Η Βασιλική Ηλιοπούλου, με σπουδές κινηματογράφου, έχοντας στο ενεργητικό της δυο εξαιρετικές βραβευμένες ταινίες μεγάλου μήκους ("Το πέρασμα", 1990 και "Με μια κραυγή", 1995), ταινίες μικρού μήκους και ντοκιμαντέρ, επιμέλεια εκπομπών στο Β' και Γ΄ Πρόγραμμα της Κρατικής Ραδιοφωνίας, τιμημένη δικαίως με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος 2010 για το μυθιστόρημά της "Σμιθ"  (εκδόσεις Πόλις), έχει γράψει νουβέλες, υποδειγματικές συλλογές διηγημάτων και μυθιστορήματα. "Το αθώο" είναι το πιο πρόσφατο έργο της, ξανά από τις εκδόσεις Πόλις, και ομολογουμένως καθηλώνει από την αρχή ως το τέλος του. Αυτή η ακριβοθώρητη και τόσο σημαντική πεζογράφος μας, παίζοντας με τα δίπολα Καλό - Κακό, Αθωότητα - Ενοχή, Αλήθεια - Ψέμα, φιλοτέχνησε μοναδικά τον αθώο και ένοχο κόσμο μας και την επιλεκτική σιωπή του, την ανάγκη του για αποδοχή, εξιλέωση και εύρεση ρίζας με το παρελθόν του που θα ανοίξει φωτεινό δρόμο για το παρόν και το μέλλον.

Ένα σπουδαίο λογοτεχνικό έργο, "Το αθώο", φόρος τιμής στον κάθε άνθρωπο και στο κάθε αθώο πλάσμα που περπατά με βλέμμα χαμηλωμένο και βήμα αβέβαιο, φοβισμένο και καίγεται στον βωμό της άρνησης, του εξοστρακισμού, του κάθε είδους θανάτου.
 
 
Εκδόσεις  Πόλις

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου