Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2022

Τζον Κίιν, ΑΝΤΙΑΦΗΓΗΣΕΙΣ

Τζον Κίιν, ΑΝΤΙΑΦΗΓΗΣΕΙΣ

Στη θαυμάσια κίτρινη σειρά της μικρής φόρμας (διηγήματα - νουβέλες) των εκδόσεων Loggia ήρθε πολύ πρόσφατα να προστεθεί το ανά χείρας σπουδαίο έργο του αφροαμερικανού John Keene, ολιγογράφου συγγραφέα και ποιητή και ξεχωριστού ανθρώπου των τεχνών και των γραμμάτων, τιμημένου με σημαντικά βραβεία - μεταξύ αυτών και το American Book Award.

Οι "Αντιαφηγήσεις" δημοσιεύτηκαν το 2015 και είναι ένα έργο με το οποίο ο ιδιαίτερος αυτός τεχνίτης του λόγου έγινε ευρύτερα γνωστός σε κριτικούς και αναγνωστικό κοινό πέρα από τα σύνορα της χώρας του. Και δικαίως, καθώς ο Κίιν χρησιμοποιώντας την έκταση, το μεγαλείο και τον πλουραλισμό της αμερικανικής λογοτεχνικής παράδοσης έγραψε μια κορυφαία συλλογή ιστοριών με χρήση πρωτοποριακής αφήγησης, αξιοζήλευτων γλωσσικών "παιχνιδισμάτων", ανυπέρβλητων τεχνικών, με απόλυτη διεισδυτικότητα και δεξιοτεχνία.

Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με την ύπαρξη διηγημάτων υπό τη στενή έννοια του όρου. Η έκτασή τους και το ύφος τους διαφέρουν από το ένα στο άλλο, ο χρόνος στον οποίο εκτυλίσσονται συχνά είναι άχρονος, οι ιστορίες τους προκαλούν, υπονομεύουν ή ανατρέπουν τις εδραιωμένες αφηγήσεις για τα φυλετικά ζητήματα ενώ αποπροσανατολίζουν τις παγιωμένες μας αντιλήψεις για την υποδούλωση και την εκμετάλλευση αλλά και την κατανόηση της ίδιας της Ιστορίας. Οι δεκατρείς διηγήσεις των "Αντιαφηγήσεων" καλύπτουν σχεδόν το σύνολο του εποικισμού της αμερικανικής ηπείρου και μας ταξιδεύουν από το Μανχάταν του 1613 στα τροπικά δάση της Βραζιλίας, στην Αϊτή, σε ένα γυναικείο μοναστήρι στα σύνορα του Κεντάκι, στο Παρίσι του 19ου αιώνα, στο Χάρλεμ, σε ένα αντρικό μοναστήρι, σε ένα αερόστατο, σε ένα τσίρκο, σε ποτάμια - με γνώριμες φιγούρες της αμερικανικής πεζογραφίας και των παιδικών μας χρόνων -, σε νυχτερινές περιπλανήσεις ζώντας και αγαπώντας τα μπλουζ, στην Πόλη των Παραισθήσεων, στο χρόνο που τελειώνει και βρυχάται.

Με χρονολογική διάταξη, οι αθόρυβες και, παράλληλα, εκκωφαντικές / σεισμικές Αντιαφηγήσεις εξετάζουν την αχαρτογράφητη επικράτεια τόπων και ανθρώπων των οποίων το σχήμα και οι ζωές σημαδεύονται από πλήθος ιστορικών αλλαγών και πιέσεων, σε μια σκιώδη εξιστόρηση της νεωτερικότητας, της λογικής της έκφρασης και της ανθρώπινης φύσης και των παραλογισμών τους. Οι φωνές των ηρώων είναι ποιητικές και αιχμηρές, συγκινούν, καθρεφτίζουν την εποχή τους, την προσωπικότητά τους και τη σεξουαλικότητά τους - αποδεκτή ή μη από το κοινωνικό σύνολο -, ανατρέπουν τις νόρμες για το φύλο και την ταυτότητα. Οι αφηγήσεις τους , ξεκινώντας από την άκρη και καταλήγοντας στο κέντρο, υπό τη μορφή διαλόγου, μονολόγου, δοκιμίου, θεατρικού μονόπρακτου, διπλής αφήγησης, πικρής οικογενειακής σάγκας και ποιητικής πρόζας κουβαλάνε άχνες από Μπέκετ, Τζόις, Μπόρχες, Μπολάνιο, Μπάλντγουιν, διαθέτουν μια συγκλονιστική επικέντρωση στη γλώσσα - "στη γλώσσα που πρέπει να χάσεις τον εαυτό σου...για να συνέλθεις.." - και αναφορές στην ατομική και συλλογική ενοχή και αθωότητα.

Οι χαρακτήρες των διηγημάτων του Κίιν βιώνουν το δίλημμα της υποταγής ή της επανάστασης απέναντι στην εξουσία. Καλλιτέχνες, δούλοι, δουλοπάροικοι, μοναχοί, μοναχές, ηττημένοι επαναστάτες, φυγάδες, Καθολικοί, Εβραίοι, άγγελοι και δαίμονες, ποιητές, προφήτες που "διαβάζουν" το παρελθόν και το μέλλον και μιλούν στον καιρό πριν αλλάξει και στη νύχτα πριν πέσει, τρομαγμένοι και υποταγμένοι στη μοίρα τους και την κοινωνική τους θέση, ανυπότακτοι που υψώνουν το ηθικό τους ανάστημα ως τον ουρανό, κρυφά και φανερά ερωτευμένοι, βιώνουν πάθη και πέφτουν στην Κόλαση, κάνουν ασταθή βήματα σε ραγισμένο χρόνο και αντανακλάσεις από σκόρπια κομμάτια καθρέφτη, θυμούνται, ξεχνούν, χάνουν την ελπίδα τους ή κρατάνε στη χούφτα τους μια δεσμίδα της, συνάπτουν συμφωνία με το διάβολο, συνομιλούν με νεκρούς, δραπετεύουν απ' το θάνατο, ασκούν την πίστη των προγόνων τους. Διώκτες και διωκόμενοι, στο περιθώριο της Ιστορίας, ψάχνουν τη θέση τους στον κόσμο.

Η πρώτη Αντιαφήγηση με τίτλο "Μαναχάτα" είναι ένα χρονογράφημα για τον αφρικανικής καταγωγής πρώτο άποικο του Μανχάταν για να μεταφερθούμε στη συνέχεια στη Βραζιλία που αναπτύχθηκε ως μια πορτογαλική αποικία σκλάβων. Παρακάτω, στο "Σχόλιο - Η παράδοξη ιστορία της Παναγίας της Τεθλιμμένης", η ανήλικη σκλάβα Καρμέλ, σε γυναικείο μοναστήρι του Κεντάκι, συνομιλεί με νεκρούς και μπαινοβγαίνει σε ένα σύμπαν πέρα από την αισθητήρια εμπειρία την οποία αποδίδει με σκίτσα. Έπειτα, στα "Ποτάμια" ο Τζίμ Γουότσον (ήρωας του Mark Twain στο μυθιστόρημα "Οι περιπέτειες του Χωκ Φιν") συναντά τον Τομ Σόγιερ και τον Χωκ Φιν ενήλικους και σκληρούς να υιοθετούν μια δυαδική αντίληψη για την ανθρωπότητα. Η ακροβάτισσα στο "Acrobatique" εκτελεί το νούμερό της υπό το διεισδυτικό βλέμμα του Εντγκάρ Ντεγκά που ιχνογραφεί το περίγραμμά της. Στο "Κρύο", ο κεντρικός χαρακτήρας είναι ο αφροαμερικανός συνθέτης Μπομπ Κόουλ και εδώ καταγράφονται οι τελευταίες του ώρες πριν την πτήση του σε ένα απελευθερωτικό "κρύο" ανάμεσα σε στίχους τραγουδιών.

Το "Μπλουζ" είναι μια μουσική νυχτερινή περιπλάνηση στην ποίηση και στο σμίξιμο δυο σωμάτων. Στους "Αεροναύτες", ο νεαρός πρωταγωνιστής αιωρείται και αφηγείται τη δική του ιστορία για να τη σώσει από την ανυπαρξία και τη λήθη. Στα "Λιοντάρια", η Αντιαφήγηση πραγματοποιείται σε μη συγκεκριμένο χρόνο και ο διάλογος ανάμεσα στους δυο δικτάτορες αναβοσβήνει φώτα προδοσίας και απογοήτευσης, εκεί όπου η επανάσταση συνάντησε την έλξη, την άνοδο στην εξουσία και τη διαφθορά.

Ο Τζον Κίιν αντλεί το υλικό του από αποκόμματα εφημερίδων, ντοκουμέντα, απομνημονεύματα και αποσπάσματα Ιστορίας και το μετατρέπει σε σαγηνευτική μυθοπλασία, σε μια λογοτεχνική τελετουργία, σε μια άγκυρα στο αιώνιο, στο ανθρώπινο και στο οικουμενικό. Ένα μνημειώδες κολάζ μύθων, ιστοριών και μη συμβατικών αφηγήσεων, οι "Αντιαφηγήσεις" είναι στοχαστικές, ρηξικέλευθες, πυκνές, διαφωτιστικές, παραπλανητικές, ανορθόδοξες, προκλητικές, υποβάλλουν την Ιστορία σε επανάληψη και επανεξέταση, φωτίζουν τα σκοτεινά σημεία των ανθρώπων που βρίσκονται στο περιθώριο και αποτελούν ένα καινοτόμο είδος λογοτεχνίας. Άριστα μεταφρασμένες στα ελληνικά από τον Γιώργο Μαραγκό, με την ευφυή και γενναιόδωρη επιλογή και επιμέλεια έκδοσης του Νίκου Κουφάκη των εκδόσεων Loggia, οι "Αντιαφηγήσεις" είναι οπωσδήποτε από τα πιο ριζοσπαστικά και σημαντικά έργα της χρονιάς που διανύουμε και συμβάλλουν στην αναδιοργάνωση και στο χτίσιμο ενός νέου στέρεου λογοτεχνικού κόσμου.
 
 
Εκδόσεις Loggia

Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2022

Άντολφ Μουσγκ, Νόστος Φουκουσίμα

Άντολφ Μουσγκ, Νόστος  Φουκουσίμα

Ο 'Αντολφ Μουσγκ συγκαταλέγεται ανάμεσα στους σημαντικότερους συγγραφείς της γερμανόφωνης ελβετικής πεζογραφίας. Έχει τιμηθεί με πλήθος σημαντικών βραβείων - μεταξύ των οποίων το "Γκέοργκ Μπύχνερ", το "Γκότφριντ Κέλερ" και το Γκραν Πρι της Λογοτεχνίας της Ελβετίας -για τα μυθιστορήματα, τις συλλογές διηγημάτων του και τα δοκίμιά του και θεωρείται συνεχιστής του Μαξ Φρις και του Φρίντριχ Ντύρενματ. Πριν από μια δεκαετία είχαμε την ευκαιρία για πρώτη φορά να έρθουμε σε επαφή με ένα δείγμα από το πολυδιάστατο έργο του, το μυθιστόρημα "Το τίμημα του 'Αλμπισερ", εκδόσεις Δρεπανιά, τιμημένο με το βραβείο Έρμαν Έσσε το 1974.

Μόλις πρόσφατα, οι εκδόσεις Σκαρίφημα ενέταξαν στην εξαιρετική τους σειρά ξένης λογοτεχνίας το ανά χείρας πιο πρόσφατο έργο του Μουσγκ "Νόστος Φουκουσίμα" (δημοσιεύτηκε το 2018), ένα μυστηριώδες, σαγηνευτικό μυθιστόρημα ιδεών με φιλοσοφικές προεκτάσεις, διάχυτο ερωτισμό και αναφορές στον άνθρωπο, την τεχνολογία, το περιβάλλον και τη λογοτεχνία. Με στοιχεία ταξιδιωτικής πεζογραφίας, δοκιμίου και ντοκουμέντου, ο Μουσγκ με περίτεχνο τρόπο κατασκεύασε μια ιστορία που υπαινίσσεται περισσότερα απ' όσα εκφράζει ενώ προσφέρει τροφή για σκέψη και προβληματισμό για το πώς ο άνθρωπος προκαλεί την πτώση του καταστρέφοντας τον ζωτικό του χώρο, για τη ζωή που συνεχίζεται πάνω στα συντρίμμια του πυρηνικού τρόμου, για την προσαρμογή στις νέες συνθήκες αλλά και στην επιθυμία για αναγέννηση, ελπίδα και προετοιμασία του επόμενου τραγικού λάθους που θα φέρει την επόμενη καταστροφή.

Από τον τρομερό σεισμό και το τσουνάμι που προκάλεσε το επακόλουθο ατύχημα στο πυρηνικό εργοστάσιο της Φουκουσίμα το 2011, ο κήπος της Εδέμ έγινε μια απέραντη πόλη - φάντασμα με υψηλά επίπεδα ραδιενέργειας. Και αυτήν καλείται να επισκεφθεί ο κεντρικός ήρωας, Πάουλ Νόιχαους, αρχιτέκτονας και συγγραφέας ενός βιβλίου, όταν λαμβάνει μια επιστολή από τους παλιούς του γνώριμους Κεν και τη σύζυγό του Μίτσουκο, οι οποίοι τον προσκαλούν μέσω του δημάρχου ενός χωριού κοντά στη Φουκουσίμα να συμβάλει στην ίδρυση μιας καλλιτεχνικής κοινότητας εντός της μολυσμένης περιοχής που θα δώσει χρώμα στη νεκρή ζώνη, θα γεννήσει την ελπίδα και θα παρακινήσει τους εσωτερικούς μετανάστες / πρώην κατοίκους να επιστρέψουν στα σπίτια τους και στην πατρίδα τους.

Ο Πάουλ αποδέχεται την πρόταση, πραγματοποιεί το ταξίδι και περιηγείται μαζί με την Μίτσουκο στις εκκενωμένες περιοχές, ανάμεσα σε τσουβάλια χώμα στοιβαγμένης μιασμένης γης που παραπέμπουν στην υποδειγματική γεωργία της ζώνης. Βαδίζουν με επισφαλή ισορροπία σε ασταθές έδαφος, γνωρίζουν πιο βαθιά ο ένας τον άλλον, συναντούν ντόπιες οικογένειες που φοβούνται να επιστρέψουν, έρχονται αντιμέτωποι με το παρελθόν και το παρόν - το δικό τους και των άλλων - και με γεγονότα που συνδέουν ως ένα βαθμό τη Χιροσίμα του '45 με τη Φουκουσίμα του 2011. Οι δυο τους έρχονται πολύ κοντά, ερωτεύονται μέσα σε ένα τοπίο πυκνής σιωπής και απόγνωσης και με κοινή αγάπη για το έργο του Adalbert Stifter. Τα αποσπάσματα έργων του Stifter που μπαίνουν εμβόλιμα και συνομιλούν με την κύρια αφήγηση αποτελούν το δεύτερο αφηγηματικό επίπεδο αυτού του έξοχου μυθιστορήματος. Οι ειδυλλιακές περιγραφές της φύσης του Stifter - φυλαχτό, θησαυρός, αποσκευή και προσευχητάριο για τον Πάουλ - έρχονται σε κόντρα με την ειδυλλιακή κολασμένη φύση της Φουκουσίμα με τα λαμπερά και δηλητηριασμένα λιβάδια και δάση. Ο Πάουλ και η Μίτσουκο, πρωταγωνιστές μιας παλιάς ιστορίας προηγούμενης ζωής, ανοίγουν τα φτερά τους για μια καινούργια που φωτίζει σαν πρωινός ήλιος πάνω από ένα σύμπαν αιφνίδιων ιδεών. Όταν ο Πάουλ προετοιμάζεται για το ταξίδι επιστροφής στη Γερμανία, στο σπίτι του και στη σύζυγό του, νιώθει μια απέραντη ερημιά που σύντομα θα αντικατασταθεί από μια αίσθηση ελευθερίας και ένα μεγαλείο στην καρδιά του για ό,τι νέο χτίζεται.

Ο Άντολφ Μουσγκ, ένας θαυμάσιος παρατηρητής, περιγράφει με τρυφερές αποχρώσεις τη μοίρα των δυο πρωταγωνιστών και με εντυπωσιακή λεπτομέρεια τα έρημα ιαπωνικά χωριά, ενώ δεν παραλείπει να αναφερθεί στην ανικανότητα της κυβέρνησης που, με τη χρήση οικονομικού δέλεαρ, προσπαθούσε να επαναπατρίσει τους εκπατρισμένους προκειμένου να μπει ένα τέλος στην καταστροφή της περιοχής. Όχι της πυρηνικής αλλά της ανθρώπινης, της κοινωνικής.

Ο Τέο Βότσος έκανε μια άψογη μετάφραση από τα γερμανικά σε αυτό το τολμηρό περίτεχνο μυθιστόρημα με τον εικονοπλαστικό λόγο του Μουσγκ που συνομιλεί ποιητικά με τα έργα τέχνης του Stifter.
 
 
Εκδόσεις  Σκαρίφημα

Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2022

Joseph Roth, Ο τυφλός καθρέφτης

 
Joseph Roth, Ο τυφλός καθρέφτης

Ανάμεσα στο σπουδαίο, εκτεταμένο και πολυποίκιλο έργο του κορυφαίου Αυστριακού συγγραφέα Γιόζεφ Ροτ - έργο που τα τελευταία χρόνια διαβάζουμε σε προσεγμένες μεταφράσεις στη γλώσσα μας -, "Ο τυφλός καθρέφτης", μικρής έκτασης, θαυμαστής δομής, που ανήκει στα πρώιμα κείμενα του διανοητή και λογοτέχνη, μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Κριτική σε αυτόν τον καλαίσθητο τόμο και "συγκατοικεί" με τη νουβέλα "Απρίλης - Μια ιστορία αγάπης". Δυο υποδειγματικές νουβέλες των νεανικών χρόνων του Ροτ - δημοσιεύτηκαν το 1925 μετά το περίφημο "Ο ιστός της αράχνης" του 1923 - που αναδεικνύουν το χάρισμά του να φιλοτεχνεί με τα πιο ζεστά χρώματα της παλέτας του ανθρώπινα πορτρέτα καθώς και τοπία και την ιστορία μιας πόλης, μιας επαρχίας ή μιας χώρας. Πορτρέτα ανθρώπων μοναχικών, σχεδόν περιθωριακών, που ζουν, κινούνται και ονειρεύονται ή βουλιάζουν σε ένα πικρό σκοτεινό περιβάλλον κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.
 
Ο κριτικός λογοτεχνίας James Wood είχε δηλώσει για τον Ροτ: "Ίσως να μην υπάρχει άλλος σύγχρονος συγγραφέας που να συνδυάζει με μεγαλύτερη μαεστρία τον μυθιστορηματικό και τον ποιητικό λόγο, τον εύρωστο άφθαρτο ρεαλισμό με δυνατές αναλαμπές μεταφοράς και παρομοίωσης." .Και αυτό αποδεικνύεται έμπρακτα και στις δυο νουβέλες "Ο τυφλός καθρέφτης" και "Απρίλης" όπου η καθημερινή ζωή των χαρακτήρων, οι πόθοι, οι προσδοκίες, οι ματαιώσεις, οι αγώνες και οι τραγωδίες τους περιγράφονται με σπαρακτικό λυρισμό και ρεαλισμό ταυτόχρονα, με ειρωνεία και σοβαρότητα και εναλλαγές δράματος και υπογείου χιούμορ. Χωρίς να διαθέτουν τη μεγαλοπρέπεια, την ωριμότητα και τον επικό χαρακτήρα των κατοπινών έργων του Ροτ τα οποία και τον κατέταξαν στο βάθρο με τους σπουδαιότερους πεζογράφους του 20ου αιώνα, δεν στερούνται μεστότητας, ζεστασιάς και λαμπερής ποιητικότητας που φωτίζουν τη σκοτεινή και παγωμένη ατμόσφαιρα του μικρόκοσμου των ηρώων.

"Ο τυφλός καθρέφτης" είναι μια τρυφερή σπαραξικάρδια ιστορία ενηλικίωσης με πρωταγωνίστρια την έφηβη Φίνι, που ονειρεύεται και παρατηρεί τον κόσμο γύρω της και τον ανάστατο κόσμο μέσα της. Βιώνει με τρόμο την πρώτη της περίοδο, τα πρώτα ξυπνήματα της σάρκας και έρχεται αντιμέτωπη με μικρές και μεγάλες παγίδες. Με εναλλαγές από το τρίτο πρόσωπο ενικού αριθμού σε πρώτο πληθυντικό, ο Ροτ με αξιοθαύμαστη επιδεξιότητα χτίζει λέξη λέξη της ανάσες και τα αβέβαια βήματα της ηρωίδας του στον έρωτα. Με ελεγειακή τρυφερότητα παρατηρεί  την αγωνία της να κερδίσει μια θέση στον κόσμο, να υποδέχεται την επιστροφή του πατέρα της από τον πόλεμο, να βαδίζει πλάι του. Η Φίνι αντικρίζει τις παρουσίες και τις απουσίες του έρωτα, αφουγκράζεται τη μουσική του "που περιέχει τους ήχους όλου του κόσμου", αμφιταλαντεύεται στο πριν, στο τώρα, στο μετά. Φοράει νούφαρα στα μαλλιά και ανεβαίνει τα σκαλοπάτια προς τα σύννεφα. Έρημη, αθώα, ένοχη.
 
"Ο Απρίλης" είναι το χρονικό μιας αγάπης, είναι μια ιστορία που γράφτηκε για ένα μονάχα βλέμμα, είναι ένα ποίημα για προσδοκίες ανεκπλήρωτες και για τον παλιό κόσμο που δεν χωράει στον καινούργιο. Ο ήρωας του "Απρίλη" είναι ένας μοναχικός άντρας που φτάνει σε μια επαρχιακή πόλη μια απριλιάτικη νύχτα. Οι άνθρωποι γύρω του κουβαλούν πεπρωμένα ή είναι οι ίδιοι πεπρωμένα: ο ταχυδρόμος, ο πανδοχέας, ο επίσκοπος, ο αμαξάς, η Άννα - που ο ήρωας ερωτεύεται - , ο υπάλληλος του σιδηροδρόμου, ο σερβιτόρος Ίγκνατς, το φάντασμα του παλιού φίλου Άμπελ και "το κορίτσι στο παράθυρο" που αστράφτει από ομορφιά, που χαμογελά και που ανάβει φλόγα στην καρδιά και στο νου του αφηγητή. Ώσπου να φτάσει η 28η  Μαΐου και η αναβλητικότητα θα γίνει φυγή κι ένα τελευταίο βλέμμα φανερώνει τη ζωή που τρέχει και τραντάζεται πάνω στις ράγες.
 
Ο Γιώργος Δεπάστας, εμπειρότατος και με μακρά θητεία στη μετάφραση εμβληματικών έργων της παγκόσμιας δραματουργίας, παρέδωσε στα δυο μυθιστορήματα μικρού μήκους του Ροτ μια υποδειγματική μετάφραση, φωτίζοντας την ποίηση των λέξεων, των εικόνων και της υπνωτιστικής γοητείας της γλώσσας του.
 
 
Εκδόσεις  Κριτική

Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2022

Γιώργος Τούλας, Μακρινές γειτονιές

 
Γιώργος  Τούλας, Μακρινές  γειτονιές

Μακρινές γειτονιές είναι οι άγνωστοι μακρινοί άνθρωποι που τυχαία συναντάς στο δρόμο, τους προσπερνάς βιαστικά κι όμως, μια ρωγμή στο χαμηλωμένο ή ευθυτενές βλέμμα τους, μια στιγμιαία ανεπαίσθητη δόνηση στα χείλη τους ή στη σκυφτή τους πλάτη σε κάνει για δευτερόλεπτα να σταθείς, να γυρίσεις να τους κοιτάξεις, να θυμηθείς αν είναι γνωστοί σου, αν οι δρόμοι σας διασταυρώθηκαν κάποτε σε μια μακρινή γειτονιά της πόλης. Είναι εκείνοι που αθόρυβα συνταξιδεύουν μαζί σου στην ίδια γραμμή του λεωφορείου ή του μετρό και οι ματιές σας φευγαλέα συναντιούνται στο τζάμι. Είναι οι χωριστές διαδρομές και στάσεις, οι χωριστοί μα και τόσο κοινοί βίοι χιλιόμετρα μακριά. Οι ιστορίες που κουβαλάνε στην ψυχή και στις αποσκευές τους είναι χάρτινα σβησμένα φαναράκια που ανάβουν μονάχα πίσω απ΄ την κλειστή πόρτα του σπιτιού τους, εκεί όπου η φλόγα τρεμοσβήνει ή δυναμώνει για να ανάψει - ήσυχα μέσα στη νύχτα - στο νου τους μια φωτιά, συντροφιά τους ώσπου να χαράξει.

Η ανήσυχα ήσυχη ζωή τους δεν έχει γλύκα γλυκού για κέρασμα. Έχει βάρη, ήττα, πίκρα, Κυριακές - δηλητήριο, μικροτραγωδίες, οξυγόνο κι αίσθηση ασφυξίας μαζί, μοναξιά, ελπίδα, όνειρα ναυάγια και όνειρα που τολμούν να παίρνουν μπόι και να δραπετεύουν από τη χωματερή της καθημερινότητάς τους.

"Μακρινές γειτονιές" είναι η πρώτη, άκρως γοητευτική και βαθιά συγκινητική, συλλογή διηγημάτων του Θεσσαλονικιού Γιώργου Τούλα που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις 

Πόλις οι οποίες μας συστήνουν αυτόν τον ξεχωριστό συγγραφέα και τη γραφή του που πληγώνει και επουλώνει, συνεπαίρνει και  δίνει μάθημα για το πώς στήνονται και ζωντανεύουν οι ανθρώπινες ιστορίες μέσα σε μόλις λίγες σελίδες.

Ο Γιώργος Τούλας είναι δημοσιογράφος, εκδότης του επιτυχημένου free press εντύπου parallaxi που κυκλοφορεί στη συμπρωτεύουσα από το 1989, ενώ εργάζεται σε εφημερίδες και στο ραδιόφωνο. Έχοντας στο ενεργητικό του ένα ιδιαίτερο αντιρατσιστικό παραμύθι ("Ο Τσουρέκης που τον έλεγαν Ελία", εκδόσεις Επόμενος Σταθμός, 2007) και συμμετοχή σε συλλογικό έργο για τη Θεσσαλονίκη, επανεμφανίζεται με την παρούσα εξαιρετική συλλογή διηγημάτων οι υποθέσεις των οποίων λαμβάνουν χώρα σε επαρχίες και πόλεις της Βόρειας Ελλάδας. 

Ο Τούλας είναι παρατηρητής ανθρώπων απλών, καθημερινών, σχεδόν αδιάφορων για τους πολλούς και οι ιστορίες τους - οι ιστορίες που κυριολεκτικά έχει κεντήσει για αυτούς - είναι φτιαγμένες με αγάπη, φροντίδα, σκάλισμα και πότισμα και ο ανθός τους σκορπάει οικείο άρωμα ακόμα και στις πιο μακρινές γειτονιές αυτού του κόσμου. Θραύσματα μνήμης, μυρωδιές, αγγίγματα, μαρτυρίες που ντύνονται τον χιτώνα της λογοτεχνίας, ιστορίες ανθρώπων που πορεύονται μετρημένα, αθόρυβα και ταπεινά με τα ανεπούλωτα τραύματά τους σαν χάρτες παλιοί πάνω στο σώμα τους, μέσα στην καρδιά τους, στην  άκρη των επιθυμιών τους. Κινούνται μόνοι, αξιοπρεπείς, σχεδόν αόρατοι και κρυφά δυστυχισμένοι χωρίς να επιδιώκουν την κατάκτηση της μεγάλης άφταστης ευτυχίας. Ονειρεύονται όσο και όσα μπορούν να ονειρεύονται, προσδοκούν ένα πιθανό γύρισμα της μοίρας, γιορτάζουν πενθώντας την αίσθηση μιας αρχέγονης φυλακισμένης χαράς, λυγίζουν αλλά συνεχίζουν να διάγουν τον βίο που τους έλαχε.

Πρώτο διήγημα, "Το τέλος του ταξιδιού", περιέχει διαδρομή για ένα ύστατο χαίρε, μνήμες, αλήθειες, παραδοχές, κοφτερές διαγνώσεις, χάρτη και ναυτικό φυλλάδιο για ένα ταξίδι που τελειώνει λίγο άδοξα. Επόμενη αφήγηση, για τη μετακόμιση "Στο σπίτι του Αμπατζόγλου" και την εφηβεία σε κόκκινη απόχρωση.

"Ενα φύσημα" και η ζωή σε δόσεις. "Εκατό παρά κάτι" και κομμάτια ψωμί κάτω απ΄ το μαξιλάρι για ώρα ανάγκης, για χρόνια δίσεκτα. " 'Επινε ", για την αδικία του, την τραγωδία του, την ακατάπαυστη βροχή.  "Στρώσε, ξέστρωσε", κι ένα γεύμα που έμεινε ανέγγιχτο στο τραπέζι με την ερημιά να προσδοκά λίγη παρέα και το αναπάντεχο να γράφει άλλο επίλογο.  "Με κεφαλαία γράμματα" ένα νέο ψεύτικο όνομα που αυθόρμητα αντικαθιστά το παλιό αληθινό και που έδωσε φρούδες ελπίδες και λάθος χτύπο στην καρδιά.  "Με τις ελιές στην τσέπη" που αφήνουν μια μόνιμη λαδιά σύμβολο άρνησης κι αντίστασης.  "Το κορίτσι με τη φούστα" και η αναμονή πρόσκλησης σε γιορτή.  "Μακρινές γειτονιές", μακρινές πορείες, μακρινοί κόσμοι που έρχονται κοντά ώσπου να γίνουν πανωφόρι πιασμένο σε κλαδιά δίπλα στο ποτάμι.  "Αστέρια σκονισμένα" με τη διάφανη σκόνη τους να αιωρείται στην κρύα νύχτα ενός αβέβαιου μέλλοντος.  "Οριστικόν", η συνταξιοδότηση, η μετακόμιση στο εξοχικό, το απρόβλεπτο συμβάν, το οριστικό και το αμετάκλητο που εκείνη απέφευγε να συμπεριλάβει στο λεξικό της.

Δώδεκα ήρωες που καθρεφτίζονται στους προσωπικούς τους χάρτες, που πατάνε ανάλαφρα στη γη, που έχουν άγνοια για ό,τι τους περιμένει στην επόμενη στροφή και στην επόμενη γέννα μιας επιθυμίας, που αποχαιρετούν την παλιά τους ζωή για να μεταβούν σε μια καινούργια ανεξαρτήτως της διάρκειάς της. Δώδεκα ήρωες που σηκώνουν στους ώμους τους σημαία - κειμήλιο της νοσταλγίας, της θύμησης και της μοναξιάς που κεντά με χρυσά γράμματα το όνομά τους.

Δώδεκα θαυμάσιες, εσωτερικές, ευθύβολες ιστορίες απ΄ την καρδιά του Γιώργου Τούλα και των ηρώων του κατευθείαν στην καρδιά των αναγνωστών.
 
 
Εκδόσεις ΠΟΛΙΣ

Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2022

Osamu Dazai, Δεν ήμουν πια άνθρωπος

Osamu Dazai, Δεν ήμουν πια άνθρωπος

Το εμβληματικό αυτό έργο του φημισμένου Ιάπωνα συγγραφέα Osamu Dazai ήταν και είναι από τα πιο ευπώλητα βιβλία στη χώρα του ανατέλλοντος ηλίου, δημοσιεύτηκε το 1948, κάνοντας αίσθηση και σημειώνοντας τεράστια επιτυχία, όπου κι αν μεταφράστηκε αργότερα. Στη χώρα μας, μεταφρασμένο υποδειγματικά κατευθείαν από την ιαπωνική γλώσσα από τον Στέλιο Παπαλεξανδρόπουλο, μόλις κυκλοφόρησε στην εκλεκτή σειρά Aldina των εκδόσεων Gutenberg εγκαινιάζοντας την έναρξη της νέας βιβλιοπαραγωγής του φετινού φθινοπώρου.
 
Μικρής έκτασης, τεράστιου βάθους, ζοφερής ατμόσφαιρας, αυτό το σπουδαίο μεταπολεμικό μυθιστόρημα ακολουθεί με θαυμαστή οικονομία λόγου την πορεία ενός ανθρώπου από την παιδική ηλικία ως την ενηλικίωσή του περιγράφοντας τα στάδια της αυτοκαταστροφής του.
 
Ημι - αυτοβιογραφικό, όπως χαρακτηρίστηκε, το "Δεν ήμουν πια άνθρωπος" ξετυλίγει και αποκαλύπτει τα γεγονότα ζωής του κεντρικού χαρακτήρα Γιόζο (γι' αυτόν, ζωή = πηγή αμαρτίας) που ουσιαστικά αντικατοπτρίζουν τη σύντομη ζωή του συγγραφέα.
 
Η ιστορία ξεκινά με τρείς φωτογραφίες και τρία σημειωματάρια που πέφτουν τυχαία στα χέρια ενός άγνωστου άντρα (του συγγραφέα, εν προκειμένω) ο οποίος εμφανίζεται στην εισαγωγή και στον επίλογο του μυθιστορήματος και σχολιάζει το εικονιζόμενο πρόσωπο στις φωτογραφίες σε τρείς διαφορετικές χρονικές περιόδους. Κι έπειτα, η φωνή του Γιόζο παίρνει το λόγο ξεπηδώντας μέσα από τα προσωπικά του σημειωματάρια και η συνταρακτική αφήγηση αρχίζει: Από παιδί ένιωθε αβάσταχτο το βάρος του κόσμου γύρω του και υπέφερε σαν να βρισκόταν στην κόλαση. Δυσκολευόταν να καταλάβει την ανθρώπινη φύση, είχε έλλειψη ενσυναίσθησης, πάσχιζε να αποφεύγει "τις πολλές κινήσεις και ομιλίες". Με την απουσία του πατέρα και της μητέρας να σημαδεύουν την ψυχή του, χωρίς το συναίσθημα της αγάπης και της στοργής, οι δυστυχίες των άλλων έμοιαζαν αδιάφορες, ακατανόητες και αντιφατικές. Φοβόταν και, στην πορεία, πάντα, φοβάται τους ανθρώπους, δεν καταφέρνει να αποσπαστεί πλήρως απ' αυτούς, αρνείται να φανερώσει τα δικά του αντικρουόμενα συναισθήματα. Και για να αντέξει, μετατρέπεται σε γελωτοποιό, υιοθετεί μια δήθεν ανέμελη εύθυμη συμπεριφορά, εξαπατά τον κύκλο του - οικογένεια, συμμαθητές, δασκάλους - όπως ακριβώς οι άνθρωποι συνηθίζουν να εξαπατούν ο ένας τον άλλο χωρίς ίχνος ενοχής.
 
Τα χρόνια περνούν. Το κοινωνικό άγχος του Γιόζο υψώνεται σαν πελώριο κύμα που σκεπάζει τις ελάχιστες στιγμές ψυχολογικής σταθερότητας. Τρέμει πάντα τον ίσκιο των ανθρώπων και το ανταγωνιστικό τους περιβάλλον, τις κοινωνικές υποχρεώσεις και τους κοινωνικούς περιορισμούς. Η διαδρομή του έχει αβέβαια βήματα στο φως και σταθερό πάτημα στο σκοτάδι.
 
Ο Χορίκι είναι ο φίλος που αποκτά κατά τη διάρκεια της εφηβείας του και που μυεί τον Γιόζο στον κόσμο των καταχρήσεων, της νύχτας, των γυναικών και των αριστερών ιδεολογιών. Η παρανομία γοητεύει τον Γιόζο αφού η νομιμότητα τον απωθεί. Και το ένα ποτήρι φέρνει το άλλο. Ωκεανοί αλκοόλ.
 
Ύστερα μπαίνει στο δρόμο του η Τσουνέκο, με την άφωνη δυστυχία της ζωγραφισμένη στο κορμί της και μαζί εκτελούν μια ερωτική απόπειρα αυτοκτονίας. Εκείνη πεθαίνει. Εκείνος ζει, για να συνεχίσει την πεζοπορία στα εδάφη της προσωπικής του απόγνωσης. Προκειμένου να βγάλει τα προς το ζην, γίνεται σχεδιαστής manga, κερδίζει πολλά χρήματα και χάνει όλο και περισσότερο τον εαυτό του. Η κοινωνία - δίπλα του και μακριά του - ένας άνισος αγώνας ανάμεσα σε έναν και έναν άλλο, μια απέραντη θάλασσα που πότε ναρκώνει και πότε ξυπνά απότομα το φόβο του Γιόζο και τον προικίζει με την ομορφιά και τη φρίκη την ίδια στιγμή. Κι εκείνος, βιώνει την προδοσία, βουλιάζει στο αλκοόλ κάθε μέρα και πιο πολύ. Στο κεφάλι του τρέχει ορμητικά ένα ποτάμι από αντικρουόμενες σκέψεις που κανιβαλίζουν η μια την άλλη. Βγαίνει από το σώμα του, γίνεται θεατής του εαυτού του: ούτε θύτης, ούτε θύμα, ούτε μέση, ούτε άκρη. Άνιση μάχη.
 
Εξιστορεί ωμά και απολύτως ειλικρινά αποσπάσματα από τον βίο του και καθηλώνει, αποτυπώνοντας παράλληλα την εποχή του. Θεωρεί εύκολη λύση το θάνατο γιατί δυσκολεύεται να χτίσει τη ζωή του.

Ζητήματα όπως η κοινωνική απομόνωση, η μανιοκατάθλιψη, οι τάσεις αυτοκτονίας, ο εξοστρακισμός από το κοινωνικό σύνολο και η άρνηση επανένταξης σε αυτό, η αμφισβήτηση των καλών προθέσεων των ανθρώπων, η απόρριψη, ο φόβος, η αντικοινωνική συμπεριφορά, η εκμηδένιση του εαυτού και των πάντων, δεν είναι πρωτόγνωρα στην παγκόσμια πεζογραφία. Διαβάζοντας κανείς αυτό το "μαύρο διαμάντι" της ιαπωνικής λογοτεχνίας δεν μπορεί να μη φέρει στο νου του τους πρωταγωνιστές / αφηγητές των έργων "Το Υπόγειο" του Φ. Ντοστογιέφσκι, "Ο φύλακας στη σίκαλη" του J. D. Salinger, "Απόψεις ενός κλόουν" του Χάινριχ Μπελ, "Ο λύκος της στέπας" και "Ντέμιαν" του Έρμαν Έσσε, "Ο μύθος του Σισύφου" του Αλμπέρ Καμύ. Αλλά εδώ, στο "Δεν ήμουν πια άνθρωπος" έχουμε να κάνουμε με μια γραφή υπαινικτική και υπογείως ειρωνική, με χρήση λιτών εκφραστικών μέσων και εναλλαγές μικρών προτάσεων, διαλόγων και μακροπερίοδου λόγου. Εδώ, ο άνθρωπος που από παιδί δεν είχε τα προσόντα για άνθρωπος να υποταχθεί σε κοινωνικές νόρμες, βιώνει ξανά και ξανά το φόβο απ΄ την αρχή του. Κάθε βήμα κοντά στους ανθρώπους τού προκαλεί μια αίσθηση ήττας και τον οδηγεί πίσω στην απομόνωση, στον αρχέγονο φόβο, να ακολουθεί τη σκιά του παραλόγου πίσω από το φωτισμένο παράθυρο, μια νύχτα πριν ξεσπάσει καταιγίδα. Η ικανότητα πίστης στους ανθρώπους γίνεται θρύψαλα, η παραφροσύνη τον οδηγεί στις ατραπούς της κόλασης. Κάνει την επόμενη απόπειρα φυγής απ' τον κόσμο και μετά εισάγεται σε ψυχιατρική κλινική.
 
Άνοιξη ξανά. Ούτε ευτυχισμένος ούτε δυστυχισμένος. Όλα περνούν.
 
Και στο σκοτάδι, κάπου μακριά αχνοφέγγει κάτι σαν ηλιαχτίδα, κάτι σαν ξημέρωμα.
 
 
Μετάφραση: Στέλιος Παπαλεξανδρόπουλος
Εκδόσεις Gutenberg / σειρά Aldina

Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2022

Giorgio Bassani, Το μυθιστόρημα της Φεράρας (Α' - Β' τόμος)

Giorgio Bassani, Το μυθιστόρημα της Φεράρας (Α' - Β' τόμος)

 
'Εξι εμβληματικά έργα, δυο τόμοι, 1200 περίπου σελίδες, ένα εκδοτικό γεγονός! "Το μυθιστόρημα της Φεράρας" στην ολοκληρωμένη του εκδοχή κυκλοφόρησε φέτος το καλοκαίρι - σαν θησαυρός από παλιό ναυάγιο που βγήκε στην επιφάνεια - και διαβάστηκε λέξη λέξη, πρόταση πρόταση υπό το φως του ήλιου, υπό το τρεμοφέγγισμα των αστεριών, στη σιγαλιά της νύχτας, ως μελέτη γραφής, ύφους, ατμόσφαιρας, ψυχογραφήματος και πιστής αναπαράστασης των δρόμων, των κτισμάτων, της φύσης και της κομψότητας μιας μικρής πόλης.

Καρπός μιας ολόκληρης ζωής τα διηγήματα και τα μυθιστορήματα του Giorgio Bassani αποτελούν - σε πρώτη ματιά - βιβλία αυτόνομα και διαφορετικά μεταξύ τους τα οποία όμως συνδέονται οργανικά και αριστοτεχνικά από το λεπτό δυνατό νήμα που γνέθει η  βασική πρωταγωνίστρια των ιστοριών και που ενώνει πρόσωπα, ζωές και καταστάσεις.

Η Φεράρα πρωταγωνιστεί, θυμάται, ξεχνά, ψιθυρίζει, παρηγορεί, κρύβει μυστικά, ξεδιπλώνεται, φωτίζει και φωτίζεται κομμάτι κομμάτι στον αναγνωστικό χάρτη που τρυφερά εναποθέτει στα χέρια μας ο μεγάλος αυτός συγγραφέας, που κυριολεκτικά μαγεύει με την εκθαμβωτική αφήγησή του.

Ένα πλήθος χαρακτήρων στη Φεράρα και γύρω από αυτή - των δικών της, των ντόπιων, των ξένων - αγωνιούν, φλερτάρουν με τη θολή πλευρά της μνήμης, ερωτεύονται, απογοητεύονται, συναντούν το παράλογο, βιώνουν έντονα την υπαρξιακή τους κρίση, την απόρριψη και το τραύμα, ματαιοπονούν, ταπεινώνουν και ταπεινώνονται, προδίδουν και προδίδονται, πέφτουν στα μαύρα νερά της λύπης, των πληγών και του αναπόφευκτου. Θύτες και θύματα της μοίρας, του έρωτα και της Ιστορίας, μέσα σε κήπους, πίσω από πόρτες, μπροστά στη βιτρίνα ενός ταριχευτηρίου, στα σιωπηλά βλέμματα την ώρα ενός γεύματος ή μιας τυχαίας συνάντησης, στα όσα δεν λέγονται αλλά εννοούνται με μια ανεπαίσθητη κίνηση, με μια μεγάλη παύση, φροντίζουν μάταια τα τραύματά τους και αντιμετωπίζουν στωικά τη ζωή που αλλάζει και τους αλλάζει.

Στα έξι βιβλία της Φεράρας δεν υπάρχει αίσθηση ιστορίας που ρέει και προκαλεί διαφοροποιήσεις και ανατροπές γιατί αυτά συμβαίνουν αθόρυβα κάτω απ' το πρώτο στρώμα της αφήγησης με μια υπόκωφη ύπουλη ένταση. Το αφηγηματικό "εγώ" συναντά το αφηγηματικό "αυτός", "αυτή", "εμείς", "αυτοί" και οι μικρές ιστορίες συγχωνεύονται μέσα στον ασκό της Ιστορίας. Το ατομικό χαρακτηριστικό ενώνεται με το αντίστοιχο συλλογικό χωρίς εξάρσεις, με μια ποιητική ησυχία και ένα θαυμάσιο κινηματογραφικό τρόπο που χρησιμοποιεί ο Bassani για να εξιστορήσει - σε μη γραμμικό ύφος - γεγονότα και ημέρες της εβραϊκής κοινότητας στη Φεράρα, την άνοδο και την πτώση της κατά το ήμισυ του 20ου αιώνα ενώ παράλληλα χτίζει με μαεστρία μια σπονδυλωτή αυτοβιογραφία της ζωής του και της πατρίδας του. Σκαλίζει ζητήματα όπως η ανάκτηση της μνήμης και η απόρριψη της άγνοιας, ασχολείται με την τραγωδία του ανθρώπου που είναι ολομόναχος ανάμεσα στους άλλους και εδώ ακριβώς αναδύονται τα στοιχεία του βαθιά ανθρώπινου και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας που φεγγοβολούν απ΄ άκρη σ' άκρη σε ολόκληρη την έκταση των έργων του.

Ο εβραϊκός μικρόκοσμος - ένας κόσμος ολόκληρος - δεν αναπαρίσταται με ντοκουμενταρίστικο τρόπο όσον αφορά τους διωγμούς και το δράμα του από το φασιστικό καθεστώς. Ο Bassani ως ποιητής ποιητικά, κινηματογραφικά, με συνεχή κίνηση μέσα στο χρόνο, με απαλές αποχρώσεις δημιουργεί τα πορτρέτα της πόλης του και των κατοίκων της για να μας μείνουν αλησμόνητα και το καταφέρνει επάξια.  Ο συγγραφέας / αφηγητής κάνει τη διαδρομή προς την ενηλικίωση μαζί τους ενώ η Ιστορία στο φόντο μεταμορφώνεται και αφήνει απ' τον κόρφο της να γλιστρήσει το φίδι του ναζισμού που σέρνεται και δηλητηριάζει ό,τι πριν έμοιαζε με μικρό παράδεισο.

Το πρώτο βιβλίο με τίτλο "Εντός των τειχών" αποτελείται από πέντε εξαιρετικά διηγήματα με ήρωες καθημερινούς ανθρώπους, με τη θλίψη τους και τις ανάσες τους κύματα στη ροή της Ιστορίας.

Στο δεύτερο βιβλίο με τίτλο "Τα χρυσά γυαλιά", σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, ζωντανεύει η ιστορία του γιατρού Φαντιγκάτι που οδηγείται στην περιθωριοποίηση και στην αυτοκτονία, λόγω της σεξουαλικής του ταυτότητας, περικυκλωμένος από γενική εχθρότητα και γνωρίζοντας την ταπείνωση κατά την περίοδο της αντισημιτικής εκστρατείας.

Το τρίτο βιβλίο "Ο κήπος των Φίντζι Κοντίνι" είναι ίσως το πιο διάσημο έργο του συγγραφέα (μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Βιτόριο Ντε Σικά, το 1970), με επίκεντρο τη μοίρα μιας πλούσιας εβραϊκής οικογένειας που παρασύρεται από τα αγριεμένα νερά της φυλετικής δίωξης. Ο άλλοτε παραδεισένιος κήπος, η νιότη των ηρώων κι ένας έρωτας που ανθίζει, έχουν τραγικό επίλογο.

Στο τέταρτο βιβλίο, "Πίσω από την πόρτα" έχουμε την ιστορία δυο νεαρών αγοριών, τη φιλία τους, την κοινή τους εφηβεία, την προδοσία και το τέλος, σε μια ατμόσφαιρα σαδιστική.

"Ο Ερωδιός", το πέμπτο βιβλίο, θεωρείται από αρκετούς το αριστούργημα του Bassani. Είναι το χρονικό μιας μέρας κυνηγιού. Εδώ ο ερωδιός - θύμα πυροβολισμού και ο αργός θάνατός του γίνεται ο καθρέφτης του κεντρικού ήρωα ο οποίος αναμετριέται με τις αγωνίες του Κόσμου και το αναπόφευκτο του θανάτου. Το ανεξήγητο κενό του παρόντος, το παράλογο της ύπαρξης και η επίγνωση του τέλους είναι τα θέματα που εδώ ο συγγραφέας "σκηνοθετεί" ρεαλιστικά και μινιμαλιστικά.

"Η μυρωδιά του κομμένου χόρτου" είναι το έκτο βιβλίο που αποτελείται από έξι ελκυστικά αυτοβιογραφικά κείμενα με το τελευταίο - υπό τον τίτλο "Εκεί πέρα, στο τέρμα του διαδρόμου" - να είναι μια διαφωτιστική επίσκεψη στο εργαστήρι του συγγραφέα, στις σκέψεις του για τη γραφή και την κατασκευή ιστοριών και χαρακτήρων.

Ένα ακόμα αμύθητης αξίας λογοτεχνικό διαμάντι που ήρθε να προστεθεί ανάμεσα στα υπόλοιπα της μεγαλοπρεπούς σειράς Orbis Literae των εκδόσεων Gutenberg, "Το μυθιστόρημα της Φεράρας", αυτό το ανυπέρβλητο έργο της ιταλικής πεζογραφίας που διατρέχει πενήντα χρόνια ιταλικής Ιστορίας, είχε την τεράστια τύχη να μεταφραστεί από τον Γιώργο Κεντρωτή που έγραψε επίσης ένα σύντομο πρόλογο, εφοδίασε το έργο με σημαντικές σημειώσεις και ανέδειξε επιτυχώς όλη την παλέτα των αποχρώσεων της απαράμιλλης γραφής του Giorgio Bassani.
 
 
Εκδόσεις  Gutenberg / σειρά  Orbis Literae