Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου 2023

Τζάκι Κέι, Χαρτιά Υιοθεσίας

 
Τζάκι Κέι, Χαρτιά Υιοθεσίας

Έργο ζωής για την Σκωτσέζα ποιήτρια, θεατρική συγγραφέα και  πεζογράφο Τζάκι Κέι, τα "Χαρτιά υιοθεσίας", είναι μια δίγλωσση θαυμάσια έκδοση που πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Loggia και εντάχθηκε στην Μοβ σειρά της ποίησης, μόνο που εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με μια συμβατική ποιητική συλλογή αλλά για ένα συνδυασμό ποιητικής πρόζας με αυτοβιογραφικά στοιχεία και θεατρικού λόγου με τρεις πρωταγωνίστριες, τρεις εναλλασσόμενες φωνές σε μια βαθιά ανθρώπινη, πολυφωνική και συνταρακτική εξιστόρηση γεγονότων.    Η βιολογική μητέρα, η κόρη και η θετή μητέρα βγαίνουν και στέκονται στο προσκήνιο και πίσω τους, στο φόντο, μια κοινωνία που αλλάζει μένοντας πάντοτε ίδια, συντηρητική, με λοξό βλέμμα και έτοιμη ανά πάσα στιγμή να καταδικάσει καθετί αλλόκοτο, διαφορετικό, που δεν συμβαδίζει πλήρως με τους κανόνες της.

Οι τρείς γυναίκες σε αφηγήσεις και χρόνους που εναλλάσσονται, αφηγούνται τις εμπειρίες τους και αποσπάσματα συγκεκριμένων στιγμών των βίων τους. Μιλούν, εκφράζονται, τραγουδούν, εξομολογούνται, συγκινούν και συγκινούνται, χάνουν, αναπολούν, αναζητούν, θυσιάζουν και θυσιάζονται, μπαίνουν στο κοινωνικό στόχαστρο, ζουν και περιμένουν.

Η πίκρα και το σκοτάδι της μιας μητέρας γίνεται η χαρά και το φως της άλλης ενώ η κόρη αναζητά τη θέση της στον κόσμο, τις ρίζες της, τη φωνή της και την ταυτότητά της.

Προσωπική ιστορία της Τζάκι Κέι ,τα "Χαρτιά υιοθεσίας", που αποτελεί τη βάση και το χτίσιμο αυτής της υπέροχης πολυφωνικής αφηγηματικής ποίησης, αρχικά γράφτηκε για το ραδιόφωνο του BBC και στη συνέχεια κατέληξε να γίνει το πρώτο και κυρίαρχο μέρος της πρώτης συλλογής της Κέι, για την οποία τιμήθηκε με τρία βραβεία στη χώρα της.

Η Τζάκι Κέι, μιγάδα, είναι καρπός ενός  επιπόλαιου νεανικού ερωτικού ειδυλλίου μεταξύ της Σκωτσέζας μητέρας της κι ενός Αφρικανού πλανόδιου μουσικού και σε βρεφική ηλικία υιοθετήθηκε από ένα ζευγάρι λευκών Σκωτσέζων της μεσαίας κοινωνικής τάξης.

Οι αφηγηματικές φωνές των τριών γυναικών γίνονται διακριτές με τη χρήση διαφορετικής τυπογραφικής γραμματοσειράς και, πέρα από το θέμα της υιοθεσίας, αγγίζουν ζητήματα κοινωνικά όπως ο ρατσισμός και τα κοινωνικά ταμπού, αγγίζουν ζητήματα προσωπικά όπως η ήττα, η νίκη, η μοναξιά, η σεξουαλικότητα, η αγάπη, η νοσταλγία, η ταυτότητα, οι επιθυμίες, ο φόβος, οι ρίζες και οι δεσμοί αίματος αλλά και ζητήματα που κινούνται στα σύνορα προσωπικού και συλλογικού για το πώς διαμορφώνεται η ανθρώπινη ταυτότητα ανάμεσα στις συμπληγάδες της πατριαρχικής κοινωνίας, των κανόνων της και των κρατικών μηχανισμών.

Η αφήγηση των τριών πρωταγωνιστριών ξεκινά με μια εισαγωγή όπου περιγράφονται εν συντομία η επιθυμία της θετής μητέρας για απόκτηση παιδιού, η ανταλλαγή των πρώτων βλεμμάτων με το μωρό και η βιολογική μητέρα, χρόνια μετά, να θυμάται το παιδί που έφερε στον κόσμο έχοντας τη φωτογραφία του ακόμα στο συρτάρι.  Ακολουθούν τρία μέρη που καλύπτουν χρονικά την περίοδο από το 1961 (χρονολογία γέννησης της Τζάκι Κέι) ως τις αρχές της δεκαετίας του ΄90 (όταν κυκλοφόρησε η παρούσα συλλογή).

Η αρχή της ιστορίας, το πιστοποιητικό γέννησης, οι λίστες αναμονής, το τέλος της αναμονής, η πολυπόθητη υιοθεσία, ο οξύς πόνος της βιολογικής μητέρας για μια ζωή που στερείται αγάπης και μοιράσματος, τα νυχτερινά όνειρα με τον χορό των γονιδίων, η αποκάλυψη, η αναζήτηση, το μεγάλωμα, η "ξένη" αγάπη που έγινε "οικεία" μικρή πατρίδα, η μουσική που ξυπνά το σώμα και το ένστικτο και σπάει τις αλυσίδες, το βίωμα του ρατσισμού στη σχολική κοινότητα, ένα φιλί για καληνύχτα και αγκαλιά μητρική στην αφίσα της Άντζελα Ντέιβις (γνωστή Αμερικανίδα πολιτική ακτιβίστρια, ακαδημαϊκός, συγγραφέας και υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων). Οι φωνές που δεν σβήνουν, η στάχτη της σόμπας αντί για νεκρό κορμί κάτω απ' το χώμα. Η διαρκής προσπάθεια της κόρης να φανταστεί πώς μπορεί να είναι η βιολογική της μητέρα και η εικόνα που πλέκει η βιολογική μητέρα για την κόρη της. Ζωές μεταξένιες κεντημένες ανάποδα στον καμβά του άδικου κόσμου.  Η δυνατή επιθυμία για μια συνάντηση, έστω για μια φορά μονάχα. Η φανταστική συνάντηση. Κι ένα γράμμα με την ένδειξη "Επείγον - Συστημένο" που ποτέ δεν έρχεται.

Σε αυτό το πεζοποιητικό θαύμα πλασμένο από χαρτί, μελάνι και ψυχή γινόμαστε θεατές  στην διαδρομή ενηλικίωσης της κόρης και δημιουργού της παρούσας ποιητικής τριφωνίας και στο μεγάλωμά της από τη θετή μητέρα της ,η οποία θεωρείται κοινωνικά αποτυχημένη ούσα ανίκανη να φέρει στον κόσμο ένα δικό της παιδί παρά υιοθέτησε ένα παιδί ξένο και μάλιστα διαφορετικού χρώματος. Και από την άλλη, είμαστε μάρτυρες στην ιστορία της ανύπαντρης βιολογικής μητέρας που ερωτεύτηκε έναν Νιγηριανό, έμεινε έγκυος, έδωσε το παιδί της για υιοθεσία και βίωσε τον κοινωνικό κατατρεγμό.

Η βιολογική μητέρα δεν θεωρεί τον εαυτό της "μητέρα" από τη στιγμή που έδωσε το παιδί της σε άλλα χέρια. Είναι μια γυναίκα βαθιά τραυματισμένη ψυχικά και σωματικά και παραλληλίζει την υιοθεσία του μωρού της με τον θάνατό του.

Η θετή μητέρα από τη στιγμή που νομιμοποιείται ως "μητέρα" από την αρμόδια υπηρεσία, υπερβαίνει εαυτόν και πολιτικών πεποιθήσεων για το παιδί που μπαίνει σαν φως ανοιξιάτικο στην εως τώρα παγωμένη καθημερινότητά της.

Και η κόρη, μοιρασμένη ανάμεσα σε μια ζωή φανταστική και σε μια αληθινή -που δημιουργούν δυο κόσμους σε σύγκρουση- αναπλάθει τις ρίζες της και αναζητά την παρουσία του μαύρου μέσα στο λευκό.

Οι φωνές τους αντηχούν σε ξεχωριστούς μονολόγους και σε κάποια σημεία συνυφαίνονται επιδέξια σαν πλεξούδες, σαν ταιριαστές νότες σε μια πολυφωνική συμφωνία.

Και για τις δυο μητέρες, η κοινωνία κρατάει τον κυρίαρχο ρόλο στη νομιμοποίηση και την αναγνώριση της μητρότητας στο αυστηρό ρατσιστικό περιβάλλον της Σκωτίας των δεκαετιών 1970 - 1980 ενώ η ανακάλυψη ταυτότητας και η εδραίωση της κόρης - ποιήτριας μέσα στο συγκεκριμένο περιβάλλον και την συγκεκριμένη χρονική περίοδο, ξεπερνούν τα όρια της αυτοβιογραφικής αφήγησης, ξεπερνούν την εποχή τους και μεταμορφώνονται σε ζήτημα συλλογικό που αντικατοπτρίζει το σήμερα, σαν ποτέ και τίποτα να μην έχει αλλάξει από τότε.

Η Τζάκι Κέι καταπιάνεται με ένα ριψοκίνδυνο, ευαίσθητο θέμα και καταφέρνει να κρατήσει απολύτως τις ισορροπίες αποφεύγοντας μελοδραματισμούς χάρη στην υψηλή ποιητική της πρόζα και στην άλλο τόσο υψηλή συναισθηματική της ευφυΐα.

Κι έτσι, με τα "Χαρτιά υιοθεσίας" μάς χαρίζει ποίηση γενναία, ειλικρινή, συγκινητική, ρυθμική σε τζαζ αυτοσχεδιασμούς. Ποίηση που φωνάζει, ψιθυρίζει, τραγουδά, πονάει, με λόγο προσωπικό και συλλογικό, σκληρό και τρυφερό, κωμικό και δραματικό ταυτόχρονα που αγκαλιάζει ταυτότητες, φύλα, κληρονομιές, δικαιώματα, απώλειες και την πολύπλευρη φύση της ανθρώπινης ύπαρξης.

Η Μαρία Σ. Μπλάνα έκανε θαυμάσια δουλειά με το επίμετρο και τις σημειώσεις της και κυρίως με την λεπτομερή της μετάφραση -ακριβείας- στην εκτυφλωτική σαν μαύρο διαμάντι ποίηση της Τζάκι Κέι.
 
Εκδόσεις  Loggia

Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου 2023

Νίκος Βεργέτης, Τετάρτη, μετά το Φρουμέλ

Νίκος  Βεργέτης,  Τετάρτη, μετά το Φρουμέλ
 
Ο Νίκος Βεργέτης είχε εντυπωσιάσει με το λογοτεχνικό του ντεμπούτο "χόλι μάουντεν", μια εκρηκτική νουβέλα χειμαρρώδους πρωτοπρόσωπης αφήγησης, που κυκλοφόρησε το 2017 από τις εκδόσεις Κέλευθος, διαβάστηκε και αγαπήθηκε και μεταφέρθηκε με επιτυχία στο θεατρικό σανίδι σε σκηνοθεσία της Ζωής Ξανθοπούλου και σε μνημειώδη ερμηνεία από τον Κώστα Μπάρα στο Θέατρο 104.
 
Από τις εκδόσεις Κέλευθος κυκλοφόρησε το 2019 η θαυμάσια συλλογή διηγημάτων "Ιπποκράτους και Ασκληπιού γωνία" και το 2021 από τις εκδόσεις Έρμα ήρθε το τρίτο λογοτεχνικό βήμα του Νίκου Βεργέτη "Τορκί Μπαρ", ενώ τον Οκτώβριο του 2020 ο ξεχωριστός συγγραφέας δημιούργησε τις εκδόσεις Κυψέλη.
 
Από το εκδοτικό του σπίτι, ο συγγραφέας - μουσικός - ένθερμος αναγνώστης - ερευνητής / παρατηρητής ψυχών, δρόμων, έργων και ανθρώπων, Βεργέτης, επανήλθε πρόσφατα με το τέταρτο βιβλίο του "Τετάρτη, μετά το Φρουμέλ".
 
Ανήσυχο πνεύμα και ιδιαίτερος δημιουργός, ο Νίκος Βεργέτης, στο νέο του έργο πλάθει ένα σύμπαν όπου το αττικό φως και το κέντρο της Αθήνας συναντούν τα χρώματα, τις σκιές και τις ανάσες της Λατινικής Αμερικής. Εν προκειμένω, το λογοτεχνικό αθηναϊκό τοπίο έρχεται σε επαφή και συνομιλεί με το λογοτεχνικό σύμπαν του Roberto Bolaño. Το πραγματικό μπλέκεται με το φανταστικό, υπαρκτά πρόσωπα αιωρούνται στον μαγικό αέρα του κειμένου του Βεργέτη απέναντι και πλάι σε λογοτεχνικούς ήρωες κορυφαίων λατινοαμερικανικών μυθιστορημάτων όπου η μυθοπλασία συμπορεύεται με την αληθινή ζωή και η αληθινή ζωή γίνεται αφορμή για δημιουργία μυθοπλασίας περιωπής.
 
Είναι Τετάρτη, αργά τη νύχτα, και ο αφηγητής επιστρέφει προς το σπίτι του πεζός -σε μια φαινομενικά ατελείωτη διαδρομή- μετά από πολλές ώρες κατανάλωσης αλκοόλ στο γνωστό αθηναϊκό στέκι Φρουμέλ. Υπο την επήρεια μέθης περπατά και μονολογεί εσωτερικά αμφισβητώντας τον εαυτό του, συλλογιζόμενος όσα μικρά και μεγάλα τον απασχολούν: ο θάνατος, η οικογένεια, η τέχνη της γραφής (ο ίδιος είναι συγγραφέας), το είδος της λογοτεχνίας που οφείλει να σκαβει βαθιά μέσα μας. Από την απέναντι πλευρά του δρόμου, ένας άγνωστος μυστηριώδης άντρας τον πλησιάζει και, αμίλητος, αφήνει στα χέρια του ένα πακέτο χαρτιά. Ο αφηγητής δεν προλαβαίνει να αντιδράσει. Κρατώντας το πακέτο, κάθεται σε ένα παγκάκι και ξεκινά να διαβάζει όσα είναι γραμμένα στις σελίδες. Έτσι, μπροστά στα μάτια του, τού αποκαλύπτεται ένας άλλος κόσμος όπου ζωή και λογοτεχνία, πραγματικότητα και φαντασία  γίνονται ένα. Αυτό που ξετυλίγεται στις σελίδες είναι μια σκοτεινή γιορτή λέξεων και ιδεών, είναι το προσχέδιο ενός μυθιστορήματος αναζήτησης μιας γυναίκας, της Ιφιγένειας, από το Νότο στον Βορρά της Ελλάδας, από την Αθήνα στη Θεσσαλονίκη μέχρι τη Λατινική Αμερική και τα βάθη της.
 
Η πρωταγωνίστρια Ιφιγένεια αποκτά σάρκα και οστά, το σκιώδες περίγραμμά της παίρνει σχήμα, μυρωδιά και σθένος και η  εικόνα της συμπληρώνεται σαν παζλ, κομμάτι κομμάτι, μέσω αφηγήσεων και προφορικών μαρτυριών ανθρώπων που την γνώριζαν ή ανθρώπων που την γνώρισαν για λίγο, για μια μέρα, για μια στιγμή, για μια νύχτα, για όσο κρατάει μια μπόρα, ένα βλέμμα, ένα φευγαλέο χάδι, μια λιακάδα Νοέμβρη μήνα.
 
Άνθρωποι μάρτυρες (γνωστά πρόσωπα της καρδιάς της πρωτεύουσας και της συμπρωτεύουσας και πρόσωπα που "απήχθησαν" από πρωτοποριακά μυθιστορήματα της ισπανόφωνης πεζογραφίας) εξομολογούνται στο υποκειμενικό μιας κινηματογραφικής κάμερας - γραφής - έρωτα ή ενός ζευγαριού ανήσυχων ματιών και μιας καρδιάς που αγωνιά και μιλούν για τις στιγμές τους με την Ιφιγένεια. Μιλούν για εκείνη, για τις αναζητήσεις της, για τα νοερά και τα πραγματικά ταξίδια της από τόπο σε τόπο, για τα πάθη και τους πόθους της, για την πρώτη και την τελευταία φορά που την είδαν.
 
Η Ιφιγένεια έχει εγκαταλείψει την Ελλάδα για να πραγματοποιήσει ένα μεγάλο ταξίδι, από το Μοντεβιδέο στο Μπουένος Άιρες κι απο εκεί στη Χιλή, στη Βολιβία, στο Περού, για να βρεί ένα τόπο να ξεκουράσει τις μνήμες της.
 
Αναζητά ποιητές, ζωγράφους, πινελιές, ίχνη και επιρροές. Κρατάει σημειώσεις για την αρχή και την κατάληξη των πραγμάτων. Αναζητά τον Roberto Bolaño και τις ιστορίες του και τις ιστορίες των άλλων που συνθέτουν τον μέσα της κόσμο, την πολυπλοκότητα και την πολλαπλότητα του εαυτού της, "σαν κάτι να πενθούσε, σαν κάτι να είχε σκοτώσει, και το ταξίδι τής ήταν απαραίτητο για να βρεί μια νέα πατρίδα στην καινούρια της μορφή, ή για να ξεχάσει το σκοτωμένο της παρελθόν".
 
Κι αυτό που ξεκινά ως πρωτοπρόσωπη εξομολογητική αφήγηση και συνεχίζεται ως ένα σύνολο μαρτυριών για μια ψυχή που γύρευε την ψυχή της, καταλήγει σε τριτοπρόσωπη αφήγηση και σε ένα χρέος.
 
Αυτομυθοπλασία, άρωμα νουάρ ατμόσφαιρας, έντονη προφορικότητα, διαδρομές στους λαβυρίνθους του μυαλού και του εσώτερου εαυτού, κατοπτρισμοί και αντικατοπτρισμοί, αρμονικές εκλεκτικές συγγένειες και διακειμενικές αναφορές συνθέτουν αυτή την πολύ πρόσφατη εξαιρετική νουβέλα του Νίκου Βεργέτη -φόρος τιμής στον σπουδαίο Χιλιανό πεζογράφο και ποιητή Roberto Bolaño και στα ολιγοσέλιδα ή πολυσέλιδα "θαύματα" της λατινοαμερικανικής πεζογραφίας- που διαβάζεται με αμείωτο ενδιαφέρον, θυμίζει, ξεσηκώνει, συγκινεί, δείχνει δρόμους και βάζει στο χέρι του αναγνώστη εισιτήριο για την αθανασία, για τα όνειρα, για τα νερά των θαλασσών της λογοτεχνίας και το αλάτι - γιατρικό τους στις πληγές, στους φόβους, στη λήθη.
 
Εκδόσεις  Κυψέλη

Κυριακή 10 Σεπτεμβρίου 2023

Afonso Cruz, Ο Ιησούς Χριστός έπινε μπίρα

Afonso Cruz, Ο Ιησούς Χριστός έπινε μπίρα

 
Για πρώτη φορά μεταφρασμένος στην ελληνική γλώσσα ο Πορτογάλος πολυβραβευμένος συγγραφέας και πολυδιάστατος καλλιτέχνης Αφόνσου Κρουζ, ο οποίος επισκέφθηκε τη χώρα μας τον περασμένο Ιούνιο στα πλαίσια του Φεστιβάλ ΛΕΑ, είναι γέννημα θρέμμα και ψυχή της Ιβηρικής χερσονήσου. Γεννημένος το 1971 στην Φιγκέιρα ντα Φοζ της Πορτογαλίας, έχει εκδώσει πάνω από σαράντα βιβλία -μυθοπλασία, δοκίμια, ποίηση, θεατρικά έργα και νουβέλες για νέους- και, εκτός από θαυμάσιος πεζογράφος, είναι εικονογράφος, κινηματογραφιστής, μουσικός, στιχουργός και τραγουδιστής, μέλος του συγκροτήματος The Soaked Lamb και εξαίρετος ποιητής. Με όλες αυτές τις ιδιότητες να είναι διακριτές στο παρόν εντυπωσιακό του μυθιστόρημα "Ο Ιησούς Χριστός έπινε μπίρα", -ποιητικότητα, λυρισμός, λαμπερές σαν ανοιξιάτικες λιακάδες παρομοιώσεις, ρυθμός και μουσικότητα, χρήση εικονοποιίας και πολυμορφικοί, αλησμόνητοι χαρακτήρες που μεταμορφώνουν την καθημερινότητά τους έτσι ώστε αυτή να είναι ταιριαστή με τις επιθυμίες τους- ο Αφόνσου Κρουζ αναμφισβήτητα αποτελεί μια από τις πολύ ιδιαίτερες και ξεχωριστές φωνές της σύγχρονης πορτογαλικής λογοτεχνίας. Μια φωνή που πατάει γερά στο σήμερα με το μοντέρνο ύφος γραφής της και με ένα ζεστό βλέμμα αγάπης προς το παρελθόν και τους προκατόχους της.

Το μυθιστόρημα "Ο Ιησούς Χριστός έπινε μπίρα" κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Ευρασία - Στιγμός στη σειρά "αλλότρια", αντλεί χαρακτηριστικά από ποικίλα λογοτεχνικά είδη και είναι ένα τεράστιο μωσαϊκό ανθρώπων, ιδεών, φιλοσοφίας και στοχασμών για το Καλό, το Κακό και τη δύναμή τους, για την ύπαρξη και την ανυπαρξία του Θεού, για τη ζωή και τον θάνατο, τη μοναξιά, τη φύση, την πολιτική, τους ηγέτες, τις επιθυμίες, το άπειρο, το παντοτινό και το εφήμερο.

Και, παράλληλα, είναι μια μελέτη για όσα θυσιάζονται στο όνομα της αγάπης, ένα βαθιά συγκινητικό έργο όπως είναι κάθε έργο βαθιά ανθρώπινο που ερευνά και φωτίζει ζητήματα της ανθρώπινης συνθήκης και της καρδιάς που, είτε μονάχη της είτε μοιρασμένη, λαχταρά για αγάπη και φως.

Κεντρική ηρωίδα είναι η Ρόζα, μια νεαρή φτωχή αγρότισσα στο Αλεντέζου της Νότιας Πορτογαλίας, η οποία μετά την εγκατάλειψη της μητέρας της και τον θάνατο του πατέρα της, μεγαλώνει με τη γιαγιά της, Αντόνια. Η Ρόζα έχει έντονες μνήμες από τα παιδικά της χρόνια. Θυμάται μυρωδιές, γεύσεις, σχήματα, σιωπές, ψιθύρους και προσευχές. Θυμάται τα ψυχρά πορσελάνινα χέρια της μαμάς Ιζαμπέλ και τα αγριωπά χέρια του μπαμπά Ζοάου Λούκας Μάρκους Ματέους. Θυμάται τη μαμά παγωμένη σαν χειμώνα και τον μπαμπά ζεστό σαν καλοκαίρι κι ύστερα την απουσία, το άδειο σπίτι, τη θλίψη και τη γεύση της πέτρας στα χείλη που είχε γεύση μητρικής αγκαλιάς και στιγμών ευτυχίας και πόνου.

Η Ρόζα είναι πνεύμα ελεύθερο, δεν συμβαδίζει απόλυτα με την εποχή, τη ζωή στην επαρχία και τους κανόνες της. Διαβάζει αστυνομικά μυθιστορήματα και γουέστερν και το αγαπημένο της είναι το "Ο Θάνατος δεν ακούει τον πιανίστα", με πρωταγωνιστή τον πιστολέρο Χάρολντ Εστεφανία ο οποίος στο τέλος του βιβλίου πεθαίνει αφού πιο πριν σκοτώνει τη γυναίκα που αγάπησε και αφήνει πίσω του μια επιστολή που η κατάληξή της κάνει τη Ρόζα πάντα να κλαίει σε κάθε ανάγνωση.

Το νεαρό κορίτσι τριγυρίζει στους αγρούς, ασχολείται με το περιβόλι και τις δουλειές του σπιτιού, φροντίζει την κατάκοιτη γιαγιά της, γνωρίζει τη γλύκα του έρωτα στο πρόσωπο του βοσκού  Άρι. Για ένα διάστημα, τις καθημερινές, εργάζεται ως οικιακή βοηθός σε ένα πλούσιο σπίτι μακριά από τη γιαγιά Αντόνια. Κάνει όνειρα, σαν τους σκόρους που αφήνουν παντού τα αυγά τους κι έτσι τα όνειρα πολλαπλασιάζονται. Ο θάνατος φέρνει βόλτες. Οι φιλίες τελειώνουν. Το μίσος αναδεύεται στο καθαρό ποτήρι της καλοσύνης. Και στη μέση του δρόμου, η Ρόζα συναντά ένα ξεραμένο από τη μοναξιά στάχυ: τον ιδιόρρυθμο ηλικιωμένο καθηγητή Μπόρζα, ένα κωμικοτραγικό πρόσωπο με τραγικό παρελθόν.

Ανάμεσά τους αναπτύσσεται μια ζεστή σχέση. Οι δυο τους συστέλλονται ώσπου να γίνουν μια μικρή φωτεινή σφαίρα.

Η Ρόζα του εξομολογείται την τελευταία επιθυμία της γιαγιάς της προτού φύγει από τη ζωή: να πάει στους Αγίους Τόπους, στα Ιεροσόλυμα. Ο καθηγητής προθυμοποιείται να βοηθήσει και στο σχέδιό τους να μετατραπεί το Αλεντέζου σε Ιερουσαλήμ θα συμβάλλουν μια πάμπλουτη Αγγλίδα πρώην χίπισσα με εμπειρία στις μυστικιστικές αναζητήσεις, ένας Νιγηριανός μάγος, μια ιερόδουλη, ένας Ινδός γυμνοσοφιστής και οι κάτοικοι του χωριού υπό τα άγρυπνα και καχύποπτα βλέμματα του αρχιφύλακα Ολιβέιρα, του βοσκού Άρι -που είναι σφόδρα ερωτευμένος με τη Ρόζα- και ενός μαζοχιστή ιερέα. Και οι τρείς τους είναι εχθροί του καθηγητή Μπόρζα, ο καθένας για διαφορετικούς λόγους.

Το σχέδιο τίθεται σε εφαρμογή και η γιαγιά "μεταφέρεται" αεροπορικώς στα Ιεροσόλυμα συνοδευόμενη από την εγγονή της και τον καθηγητή. Λαμβάνουν μέρος σε μια σκηνική αναπαράσταση του Μυστικού Δείπνου όπου ο Ιησούς Χριστός δεν έπινε οίνο αλλά μπίρα, συνδυασμό άρτου και νερού, το ποτό των φτωχών, των αμαρτωλών και των περιθωριοποιημένων. Κι όλα. σε μια ατμόσφαιρα κατάνυξης, πίστης, θεωριών, αληθοφάνειας, παραλογισμού και νυχτερινών σταυρώσεων.

Η Ρόζα που αρχικά είχε γοητευτεί από τις θεωρίες του καθηγητή, στην πορεία απογοητεύεται από την ανικανότητά του να θυσιαστεί για τις ιδέες του και να γίνει ήρωας, σαν τον ήρωα Χάρολντ Εστεφανία που πέθανε για έναν έρωτα, για μια αγάπη και την αλήθεια.

Κι έπειτα, μετά το τέλος, ως έκπληξη, εμβόλιμα, μιλάει η έρημος και αφηγείται τη μοναξιά της και τη μοναξιά των ανθρώπων, των ζώντων όντων, των λίθων και των απωλειών και πλέκει το εγκώμιο της ζωής που είναι καμωμένη για να εισχωρήσει σε μια άλλη ζωή.

Χωρισμένο σε 74 κεφάλαια σαν κινηματογραφικά πλάνα, με γρήγορη, ελκυστική, κοφτή και ποιητική αφηγηματική ροή, το εξαίρετο, πρωτότυπο και πολυεπίπεδο μυθιστόρημα του Αφόνσου Κρουζ είναι πλημμυρισμένο από ζωή που νικά τον πόνο και τον θάνατο ενώ η διάχυτη θλίψη του πορεύεται σε ισορροπία με το εκλεπτυσμένο χιούμορ και τον σαρκασμό κάτω από ένα ψιλόβροχο μαγικού ρεαλισμού.

Ο Νίκος Πρατσίνης, ένας έμπειρος και αξιόλογος μεταφραστής μας, απέδωσε επιτυχώς στα ελληνικά την ατμόσφαιρα, τα αρώματα και τις μουσικές του ανθρώπινου τοπίου,την καρδιά της καρδιάς, τον καρπό και το γκροτέσκο των χαρακτήρων,  όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά στοιχεία της πορτογαλικής ψυχής και την εκλεπτυσμένη ερωτεύσιμη πρόζα του Αφόνσου Κρούζ, ενός ικανότατου συγγραφέα του οποίου ευελπιστούμε να διαβάσουμε και τα υπόλοιπα έργα του στη γλώσσα μας.
 
 
Εκδόσεις Ευρασία - Στιγμός 

Κυριακή 3 Σεπτεμβρίου 2023

Μανουέλ Χαμπόις, Μαλαέρμπα

Μανουέλ Χαμπόις, Μαλαέρμπα

Νεοσύστατες και ξεχωριστές, οι εκδόσεις Κυψέλη, εδώ και τρία περίπου χρόνια από το ξεκίνημά τους, έχουν βρει αναγνώστες συνοδοιπόρους και έχουν ήδη καταφέρει να αφήσουν το δικό τους προσωπικό στίγμα στο εγχώριο εκδοτικό τοπίο με τις ιδιαίτερες, ανήσυχες και σημαντικές τους προτάσεις σε ελληνική και ξένη πεζογραφία και ποίηση, με επανεκδόσεις σπουδαίων έργων ("Σανταράμ" του Gregory David Roberts και "Το τέρας των Χόκλαϊν" του Richard Brautigan), με την ποιητική ανθολογία του  Παντελή Ροδοστόγλου (των Διάφανων Κρίνων) "Και τα σκυλιά κοιτούσαν δακρυσμένα", και γενικά με φωνές που έχουν να πουν πολλά πέρα από τα καθιερωμένα.

Ανάμεσα στον κατάλογο των εκδόσεων Κυψέλη βρίσκεται  και το πολύ πρόσφατο και έξοχο δείγμα λογοτεχνίας "Μαλαέρμπα" του  Μανουέλ Χαμπόις, που απέσπασε το Βραβείο Alfaguara 2019 και που αποτελεί το πρώτο έργο αυτού του θαυμάσιου Ισπανού  συγγραφέα που μεταφράζεται στη γλώσσα μας.

Ο Χαμπόις δίνει φωνή  σε ένα δεκάχρονο αγόρι το οποίο, μέσα από την πρωτοπρόσωπη αφήγησή του, παρατηρεί, καταγράφει και εκφράζει την ομορφιά και την ασχήμια του κόσμου γύρω του κι εντός του από τα δικά του  μάτια  και τη δική του προσωπική  αίσθηση.

Είναι ένα πρωινό μιας νέας  σχολικής χρονιάς στην Ποντεβέδρα, αρχές της δεκαετίας του '90. Ο μικρός αφηγητής, Μίστερ Ταμπουρίνο ή Τάμπου και η  δεκατριάχρονη αδερφή του, Ρέμπε, πηγαινοέρχονται μέσα στο σπίτι τους με  την έξαψη και την υπερένταση που διακατέχουν τα παιδιά εν όψει μιας νέας αρχής.

Ο ενθουσιασμός τους διαλύεται όταν ο πατέρας τους καταρρέει στο δωμάτιό του, πέφτει αναίσθητος σαν νεκρός ενώ η μητέρα λείπει. Έρχεται το ασθενοφόρο και τον παραλαμβάνει. 

Ο ένοικος του επάνω ορόφου, Αρμάντο, παίρνει τα δυο αδέρφια στο διαμέρισμά του και εκεί, ο Τάμπου και η Ρέμπε θα γνωρίσουν  τα σχεδόν συνομήλικά τους παιδιά του Αρμάντο, τον Έλβις και την Κλαούντια. Μια δυνατή φιλία θα αναπτυχθεί ανάμεσα στα δυο αγόρια με τα παράξενης προέλευσης ονόματα. Και οι δυο τους, ο Τάμπου και ο Έλβις, έχουν ένα μπαμπά στο σπίτι. Ο Τάμπου έχει και μια μαμά ενώ η μαμά του Έλβις απουσιάζει από το σπίτι και από τη ζωή του.

Τα δυο αγόρια απολαμβάνουν την ανεμελιά της παιδικής ηλικίας και την γλυκόπικρη καθημερινότητά τους, βιώνουν τις παρουσίες και τις απουσίες  προσώπων και το μυστήριο των μεγαλύτερών τους δίχως να έχουν πλήρη επίγνωση των καταστάσεων. Και  αρχίζουν να έρχονται αντιμέτωποι με την σκληρότητα των συνομηλίκων τους και του μικρόκοσμου που τους περιβάλλει. Ζουν μαζί τη μεταβατική περίοδο από την παιδική ηλικία προς την εφηβεία εκεί όπου λαμβάνουν χώρα πράγματα και γεγονότα που δεν έχουν εξήγηση και γεννιούνται συναισθήματα που δεν μπορούν να  αποτυπωθούν γιατί δεν έχουν ακόμα όνομα και διεύθυνση. Σταδιακά, η αθωότητα μετατρέπεται σε ενοχή και βία, τα παιδικά παιχνίδια χάνουν τους κανόνες τους, η απώλεια είναι καρφί σκουριασμένο στην καρδιά και η νύχτα έχει τρυφερότητα, σύγχυση, αμηχανία, χείλη που καίνε κι ένα ρίγος στο σώμα.

Ο Τάμπου μέσω της ελλειπτικής, σπασμωδικής, ευρηματικής και συγκινητικής αφήγησής του -που  φαινομενικά αποπροσανατολίζει τον αναγνώστη, όπως πολύ συχνά αποπροσανατολιστικές είναι οι σκέψεις ενός παιδιού είτε στον προφορικό είτε στον γραπτό λόγο- αποτυπώνει τις σκέψεις του, τις ανησυχίες του, τους φόβους του, τις οικογενειακές στιγμές στο σπίτι, τις σχολικές του επιδόσεις και τις σχέσεις του με τους καθηγητές και τους συμμαθητές του, την αγάπη του για όσους αγαπά πολύ, τις εμπειρίες του, τα ακατανόητα και ανέκφραστα πρώτα του ερωτικά σκιρτήματα και τις άμυνές του απέναντι σε ό,τι και όποιον τον πληγώνει. Μιλά για τη συναισθηματική και κοινωνική εξέλιξή του, για τη μοναξιά που δεν έχει σχήμα και αφή, για τους καιρούς που φεύγουν και δεν γυρίζουν πίσω, για τα σωστά και τα λάθη -για ό,τι θεωρείται σωστό, για  ό,τι θεωρείται λάθος-, για την κατάρρευση του οικογενειακού οικοδομήματος, για την τρυφερή και αιχμηρή "πρώτη φορά" των πραγμάτων, για τον μυθικό, αόρατο "κακό" της περιοχής τον Μαλαέρμπα που προκαλεί τρόμο, (Malaherba, σύνθετη λέξη στα ισπανικά, από το επίθετο mala=κακός, άθλιος  και το ουσιαστικό herba=καρπός,  σε ελεύθερη απόδοση σημαίνει "παράσιτο"), για την αδερφική αγάπη, για τους ανθρώπους πρότυπα, για το τι σημαίνει για ένα παιδί να μεγαλώνει σε ένα δυσλειτουργικό οικογενειακό περιβάλλον και να προσπαθεί να κατανοήσει τις ακατανόητες συνομιλίες των μεγάλων. Αναφέρεται στην ανακάλυψη της σεξουαλικής ταυτότητας, στην αίσθηση της θλίψης, του επικείμενου αποχωρισμού, της ασθένειας, του έρωτα και του θανάτου, της βαθιάς αγάπης. Και στα μισά "Σ' αγαπώ" που μοιάζουν σαν ανολοκλήρωτες νυχτερινές προσευχές.

Το "Μαλαέρμπα" είναι μια τρυφερή και συγκλονιστική ιστορία απότομης ενηλικίωσης, μια σειρά από στιγμιότυπα που απαθανατίζουν το παράδοξο της παιδικής ηλικίας και τον παραλογισμό του κόσμου των ενηλίκων δια στόματος του αφηγητή Τάμπου και δια χειρός του ευφυούς και οξυδερκούς Μανουέλ Χαμπόις που, μέσω του ήρωά του, παρατηρεί, αναλύει, σατιρίζει και βυθίζεται στην πιο απόκρυφη πτυχή της καθημερινότητας της καρδιάς μιας μικρής κοινωνίας και της καρδιάς ενός παιδιού.

Ο Χαμπόις, με μια γρήγορη, ζωντανή και σπαρακτική πρόζα, απελευθερώνει αναμνήσεις, μελετά το στάδιο της παιδικής ηλικίας εκεί όπου υπάρχουν τα υλικά για να χτιστεί σε γερά ή και σε σαθρά θεμέλια η ταυτότητα ενός ανθρώπου, οι αξίες του, οι δρόμοι του και φωτίζει στιγμές, δάκρυα και σκοτεινά δωμάτια.

Δεν υπάρχει πιο άσχημο πράγμα στον κόσμο από το να σου συμβαίνουν διάφορα όταν είσαι μικρός και να μην ξέρεις τι ακριβώς είναι, και όταν πια σου λένε τι είναι, το μίσος σου να 'χει στερέψει και το μόνο που αισθάνεσαι πια είναι απέραντη θλίψη. Κι ο Θεός γνωρίζει πολύ καλά ότι η θλίψη είναι πιο επικίνδυνη από το μίσος, γιατί το μίσος μπορεί να καταστρέψει αυτό που μισείς, η θλίψη όμως τα καταστρέφει όλα.
(σελ. 33)

 
Η Καλυψώ Αγγελοπούλου, στην μετάφραση από την ισπανική γλώσσα, απέδωσε εξαιρετικά όλο το φως και το σκοτάδι αυτού του εκπληκτικού μυθιστορήματος.