Τρίτη 24 Μαΐου 2022

Γεωργία Συλλαίου, Ο δικός της καθρέφτης

Γεωργία Συλλαίου,  Ο δικός της καθρέφτης


Σαν άγριο παραμύθι ενηλικίωσης, σαν μουσική συμφωνία, σαν αρχαία τραγωδία, το νέο μυθιστόρημα της Γεωργίας Συλλαίου που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πόλις. Αισθαντικό και σκοτεινό - όσο σκοτεινά είναι τα ανθρώπινα ένστικτα - κόβει την ανάσα από την πρώτη κιόλας σελίδα.

Δυο καθρέφτες, δυο γυναίκες, δυο διαφορετικές και παράλληλες  εκδοχές μιας συγκλονιστικής ιστορίας μιας γυναίκας άλλης, με τον δικό της καθρέφτη σπασμένο, άρα ανύπαρκτο, βουβό.

Μελέτη νοσηρών ανθρώπινων σχέσεων και δεσμών αίματος, πορείας των ηρωίδων προς την ενηλικίωση με τα γεγονότα του παρελθόντος να καθορίζουν τη ζωή και τα βήματά τους στο μέλλον. Η Ερμιόνη και η Στέλλα είναι αδερφές, ζουν με τους γονείς τους σε μια απομακρυσμένη περιοχή της Αλεξανδρούπολης. Στο αντικρινό σπίτι ζει η ξαδέρφη τους Νόρα με τους δικούς της γονείς, λίγα χρόνια μεγαλύτερη των κοριτσιών, όμορφη, αέρινη, με βαρύ εσωτερικό ίσκιο, μυστηριώδης, προσιτή και απρόσιτη ταυτόχρονα, ευφυής, τολμηρή, τρομαγμένη - με το είδος του τρόμου που συχνά βυθίζει τον τρομαγμένο άνθρωπο στη σιωπή και στην απόγνωση -, αποφασιστική, με ηγετικές τάσεις, συναισθηματικά ασταθής, αποτελεί πηγή θαυμασμού και μήλο της έριδος για την Ερμιόνη και τη μικρότερη  Στέλλα, που βρίσκονται σε συνεχή διαμάχη διεκδικώντας και  οι δυο την προσοχή, την αγάπη και την πρώτη θέση στην καρδιά της ξαδέρφης τους.  Ένα αινιγματικό τρίγωνο σε σχήμα ερήμου, που αποδεικνύεται μοιραίο και για τις τρεις.

Το πρώτο μέρος του μυθιστορήματος έχει τίτλο "Η εικόνα" και αφορά την παιδική ηλικία και την εφηβεία των κοριτσιών. Η Ερμιόνη και η Στέλλα χάνουν τους γονείς τους σε τροχαίο και την προστασία / κηδεμονία τους αναλαμβάνει ο αυστηρός θείος τους και πατέρας της Νόρας. Ένα πρωί εκείνος βρίσκεται νεκρός στην αυλή του σπιτιού του, υπό περίεργες συνθήκες. Οι συγγενείς οργανώνουν την φυγή των κοριτσιών στη Σαμοθράκη, προκειμένου να ξεφύγουν από το βαρύ κλίμα και το καινούργιο ξαφνικό πένθος. Επιστρέφοντας, λίγες μέρες μετά, η Νόρα αρχίζει να εκδηλώνει κρίσεις, η ψυχική της υγεία κλονίζεται όλο και περισσότερο και ξεκινά να μπαινοβγαίνει σε ψυχιατρικές κλινικές και να ανοίγεται σε μαύρα νερά. Ο πρώτος καθρέφτης - Ερμιόνη και ο δεύτερος καθρέφτης - Στέλλα αφηγούνται την ιστορία και τις καταστάσεις όπως τις αντιλαμβάνονται και τις αποκωδικοποιούν η καθεμιά χωριστά. Κάθε καθρέφτης περιέχει θραύσματα και οπτικές σε πράξεις, παύσεις, ψιθύρους και υπαινιγμούς που στριφογυρίζουν στις δυο μη γραμμικές αφηγήσεις.

Το δεύτερο μέρος, με τίτλο "Το ράγισμα", βρίσκει τις τρεις ηρωίδες στην ενηλικίωσή τους. Η Ερμιόνη μετά το πέρας των σπουδών της βρίσκεται πια στην Ιταλία, η Στέλλα στη Στοκχόλμη, παντρεμένη, με μια κόρη και η Νόρα στην Αλεξανδρούπολη σε διαρκή μετάβαση μεταξύ πραγματικότητας, τέχνης και απόλυτου κενού, πάντα κρατάει πρωταγωνιστικό ρόλο στις ψυχές και στις αφηγήσεις των δυο αδερφών. Η γενέτειρα πόλη υποδέχεται, για λίγο, ξανά - σε διαφορετικά διαστήματα - την Ερμιόνη και τη Στέλλα για να τις ξαναδιώξει. Γιατί η μνήμη μιλάει και πληγώνει και η σιωπή των φαντασμάτων δαιμονίζει.   Η Νόρα, εύθραυστη πια μέσα στον Γυάλινο κόσμο της, μέσα στο Κουκλόσπιτό της και γύρω γύρω γκρεμός.

Με στέρεη δομή, απόλυτο έλεγχο, οικονομία έκφρασης και κινήσεις ακριβείας, η Γεωργία Συλλαίου, αυτή η σπουδαία μουσικός και ερμηνεύτρια και εξαιρετική πεζογράφος, έχτισε θραύσμα το θραύσμα μια συνταρακτική διπλή αφήγηση που βαδίζει πάνω στη γη της τιμωρίας και της εξιλέωσης και έπλασε τρείς αξέχαστες τραγικές ηρωίδες με ραγισμένες καρδιές, με τα πετάγματά τους, τα τσακισμένα τους φτερά και την πτώση τους.

Έξοχο δείγμα της σύγχρονης πεζογραφίας, κέντημα στον καμβά της οικογένειας με τα λοξά βλέμματα, τα νεύματα, τους άηχους λυγμούς, την αποσιώπηση, τους εκβιασμούς, τις μικρές και μεγάλες τραγωδίες πίσω από την κλειστή πόρτα ενός σπιτιού.

Σε μια θεατρικής άχνας ατμόσφαιρα, άγγελοι και δαίμονες, καταιγίδες, διακειμενικές αναφορές σε θεατρικά και κινηματογραφικά έργα, μια ρομφαία με κόκκινες κηλίδες στο σκοτάδι ενός πηγαδιού, η παρηγοριά της λογοτεχνίας, οι φυλακές των παιδικών χρόνων ισόβια καταδίκη στη μετέπειτα ζωή, ρούχα και μνήμες στη φωτιά και η στάχτη τους σκορπισμένη σε τρεις πόλεις, σε τρεις ψυχές.
 
 
Εκδόσεις  Πόλις

Δευτέρα 23 Μαΐου 2022

Σπύρος Κιοσσές, Τα πρωτοβρόχια

Σπύρος  Κιοσσές, Τα πρωτοβρόχια

Εδώ, στα τέλη μιας άνευρης, αδιάφορης άνοιξης, ήρθε ο Σπύρος Κιοσσές φέρνοντας τα Πρωτοβρόχια του, με το ρίγος της μνήμης και της βροχής (εσωτερικής και εξωτερικής), με τις εικόνες της ζωής στην επαρχία και του κόσμου έτσι όπως ξεδιπλώνεται και αναδιπλώνεται μπροστά και γύρω από τα μάτια ενός μικρού παιδιού.


Πρώτη και απόλυτα επιτυχημένη πεζογραφική απόπειρα του Κιοσσέ, ενώ είχε προηγηθεί η εξαίρετη ποιητική συλλογή "Το κάτω κάτω της γραφής", από τις εκδόσεις Μελάνι το 2018. Διδάκτωρ νεοελληνικής λογοτεχνίας και μεταδιδακτορικός ερευνητής της δημιουργικής γραφής, διδάσκων στο Τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, διδάκτωρ Λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, ποιητής που υπερασπίζεται και αγαπά τις λέξεις, συγγραφέας επιστημονικών εγχειριδίων και πλέον ξεχωριστός πεζογράφος, ο Σπύρος Κιοσσές, με τα σύνεργα της ψυχής του και της γραφής του, με θαυμαστή οικονομία λόγου και λιτά υποδειγματικά εκφραστικά μέσα, έγραψε ένα μυθιστόρημα από εκείνα που ριζώνουν και γεννούν καρπό στην καρδιά του αναγνώστη.
 
Επέλεξε για τόπο εξέλιξης του έργου μια μικρή επαρχιακή πόλη κάπου στη Θράκη, για χρόνο τις αρχές της δεκαετίας του '80 και έπειτα, και για βασικό πρωταγωνιστή ένα παιδί που αφηγείται την ιστορία απλά, αθώα, συγκινητικά, με αφοπλιστική ειλικρίνεια, χιούμορ και αφέλεια. Ο μικρός Τάσος είναι μαθητής του δημοτικού, ζει με τους γονείς του, τη μικρότερη αδερφή του και τη γιαγιά του. Και γύρω του ο καθοριστικός μικρόκοσμος των συμμαθητών, των συγγενών και των γειτόνων με τα καθημερινά, τα συνηθισμένα, τα καινούργια, τα παράξενα, τα τόσο στέρεα και τόσο μεταβλητά σε μια εποχή πολιτικών και κοινωνικών μεταβολών.

Μια μικρή ιστορία ενηλικίωσης χωρισμένη σε μικρά κεφάλαια, καθένα εκ των οποίων φέρει διαφορετικό τίτλο σαν να πρόκειται για αυτοτελή διηγήματα ενώ ουσιαστικά συνδέονται αρμονικά το ένα με το άλλο και παρουσιάζουν φέτες βίου αρμονικές, δυσαρμονικές, τρυφερές, πικρές, σκοτεινές, φωτεινές που συνδυάζουν το παιχνίδι εναλλαγών φαντασίας και πραγματικότητας, με όνειρα, επιθυμίες, μυρωδιές και γεύσεις.

Η ιστορία ξεκινά με το θάνατο του κόκορα του μικρού Τάσου άρα και με την αίσθηση αμηχανίας μπροστά στην πρώτη απώλεια, την αίσθηση της μεταλλικής γεύσης στο στόμα και την ανάγκη προσωρινής απομόνωσης για να αφομοιωθεί στην παιδική ψυχή το συναίσθημα της ανέκφραστης θλίψης.  Η ιστορία τελειώνει με τα πρωτοβρόχια που έρχονται και τερματίζουν αυτό που θα ήταν ωραία -"Αν γινότανε"- να κρατήσει περισσότερο: το καλοκαίρι, η ανεμελιά, η αθωότητα, τα φωτεινά πλάνα του παιδικού βλέμματος.

Στο ενδιάμεσο της ιστορίας, η ίδια η ζωή που προσθέτει και αφαιρεί, διαφωτίζει και θολώνει, δίνει λύσεις σε αινίγματα, μετατρέπει την καθημερινότητα σε γιορτή και τη γιορτή σε φόβο.

Ο μικρός πρωταγωνιστής παρακολουθεί τις συμπεριφορές των μεγάλων και προσπαθεί να αποκρυπτογραφήσει τι κρύβεται πίσω από λέξεις και ματιές που στο μυαλό του παίρνουν ένα άλλο νόημα, μια άλλη διάσταση.    Η μαμά παρούσα, ο μπαμπάς απών, η νέα άφιξη στη γειτονιά, ο καινούργιος συμμαθητής στο σχολείο (ξαφνικές αφίξεις - ξαφνικές αποχωρήσεις), η γιαγιά με τον βαρύ καημό, με τα χέρια που μυρίζουν κρεμμύδι αλλά κυρίως μυρίζουν γιαγιά, με τα σκληρά βιωματικά της παραμύθια -σε τοπική διάλεκτο- για το χωριό των λύκων.  Το "παιχνίδι" διάσωσης του φίλου απ΄τους κακούς. Τα δέματα του θείου Ανέστη από τη Γερμανία. Το σύννεφο από τη Ρωσία που στάζει δηλητήριο και τρόμο. Οι γονείς που κάποτε υπήρξαν κι εκείνοι παιδιά και το ερώτημα "πότε ένα παιδί παύει να είναι παιδί". Το αλάτι στην πληγή της Πρωτομαγιάς, οι υπαινιγμοί και οι κακές λέξεις, τα πρώτα σκιρτήματα, το πρώτο βήμα έξω από την αλάνα της παιδικότητας. Οι άνθρωποι σώματα στερεά, υγρά και αέρια που αλλάζουν σχήμα. Το ραδιόφωνο Emud και η ζεστή βραχνή φωνή της Χαρούλας. Τα χρώματα και τα τραγούδια κι ύστερα το κλάμα, τα κόκκινα μάτια και τα μαύρα ρούχα. Και το καλοκαίρι που άλλαξαν όλα κι έφερε αποχωρήσεις, φωτογραφίες, σύντομες συναντήσεις και ο μικρός Τάσος κάτω από μια βροχή στιγμών.

Γλυκόπικρο όπως ακριβώς η ζωή, νοσταλγικό, με στοιχεία αυτομυθοπλασίας, τρυφερά θλιβερό μυθιστόρημα πορείας προς την ενηλικίωση, με αναφορές στην κρίση και στις ρωγμές των οικογενειακών δεσμών και στους κύκλους που ανοίγουν και κλείνουν. Η παιδική φωνή του αφηγητή δίνει φωνή στις σκέψεις των άλλων: των μεγάλων, των μικρών, των φοβισμένων, των εσαεί ραγισμένων και ηττημένων, των ξένων, των πιο οικείων.

Σημαντικό δείγμα της πολύ πρόσφατης εκδοτικής παραγωγής, "Τα πρωτοβρόχια" του Σπύρου Κιοσσέ από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, είναι ένα απολαυστικό, πλήρως ισορροπημένο ανάγνωσμα που συγκινεί, αιχμαλωτίζει, ξυπνάει μνήμες και με τον πιο ανώδυνο τρόπο αγγίζει προσωπικά και συλλογικά τραύματα.
 
Εκδόσεις Μεταίχμιο

Τρίτη 17 Μαΐου 2022

José Eustasio Rivera, Η ρουφήχτρα

José Eustasio Rivera, Η ρουφήχτρα
Καλοζυγισμένο, σε ίσες δόσεις δραματικό, ρομαντικό, λυρικό, εξωφρενικά ωμό, ρητορικό, βαθύ, υπαινικτικό, κοφτερό, διεισδυτικό, διφορούμενο σε σημεία, το μυθιστόρημα "Η ρουφήχτρα" ήταν το πρώτο και μοναδικό έργο του κολομβιανού José Eustasio Rivera (πέθανε μόλις στα 40 του χρόνια) που τον καθιέρωσε και τον κατέταξε στους κορυφαίους συγγραφείς της κλασικής λατινοαμερικανικής πεζογραφίας.

Με τη χρήση και τον συνδυασμό λογοτεχνικών τεχνασμάτων, ειδών, ρευμάτων και κινημάτων και με την τεχνική του εγκιβωτισμού, "Η ρουφήχτρα" κυκλοφόρησε το 1924 και με καθυστέρηση σχεδόν ενός αιώνα, το σπουδαίο αυτό κείμενο κυκλοφόρησε και στα ελληνικά, λίγους μήνες πριν, χάρη στην οξυδέρκεια, την επιμονή και τις - πάντα υψηλής ποιότητας - επιλογές της Μαρίας Γυπαράκη και των εκδόσεων Στιγμός, καθώς και στην έξοχη μεταφραστική δουλειά, το επίμετρο και τις σημειώσεις της Δήμητρας Παπαβασιλείου.

Το κείμενο χωρίζεται σε τρία μέρη, με πρωτοπρόσωπη αφήγηση του ποιητή Αρτούρο Κόβα (που βυθίζεται στην ψυχή και στο σώμα του Rivera και ο Rivera βυθίζεται αντίστοιχα στον ήρωά του) και η ιστορία ξεκινά και γοητεύει και μαγεύει από την πρώτη κιόλας αράδα.

Στο πρώτο μέρος, ο φέρελπις ποιητής Αρτούρο Κόβα απάγει την αγαπημένη του Αλίσια -μια νεαρή αστή χαμηλών τόνων - προκειμένου να τη σώσει από έναν ανεπιθύμητο γάμο - συμβόλαιο με έναν ηλικιωμένο γαιοκτήμονα. Φεύγουν από την Μπογκοτά και κινούνται προς τις απομακρυσμένες πεδιάδες στα σύνορα της ζούγκλας του Αμαζονίου. (Διακαής πόθος του Αρτούρο η απόδραση από τον ανθρώπινο πολιτισμό.) Γίνονται μάρτυρες εξαπάτησης και περιστατικών βίας από ανθρώπους σε ζώα και από ανθρώπους σε ανθρώπους. Συναντούν στο δρόμο τους μικροαπατεώνες, πλανόδιους, ιδιοκτήτες ράντσων και διεφθαρμένα μέλη των τοπικών αρχών. Φιλοξενούνται σε μια αγροικία από τον Φράνκο και την σύζυγό του, Γκρισέλδα, η οποία γοητεύει τον Αρτούρο από την πρώτη στιγμή και, κάπως έτσι, ο Αρτούρο διαπιστώνει πως δεν έχει συναισθήματα για την Αλίσια, εκείνη αποτελεί μονάχα ένα τρόπαιο, μια κατάκτηση. Αν και τα συναισθήματά του είναι μονίμως αντικρουόμενα.  Στην περιοχή της αγροικίας εμφανίζεται ο Μπαρρέρα, ένας επικίνδυνος άνδρας που αναζητά εργάτες για τις εταιρείες εξόρυξης καουτσούκ στον Αμαζόνιο. Πολιορκεί ερωτικά την Αλίσια και την Γκρισέλδα και τις απάγει και τις δυο.   Ο Αρτούρο και ο Φράνκο φτιάχνουν μια πρόχειρη ομάδα και ακολουθούν τα ίχνη τους στα βάθη της ζούγκλας χωρίς να έχουν ιδέα για τον "βυθό" που τους περιμένει. Στη διαδρομή συναντούν τον Κλεμέντε Σίλβα, έναν γέρο αγρότη, που ψάχνει το πτώμα του γιού του.

Κι αν στο πρώτο μέρος υπάρχουν ίχνη φωτός, απέραντες πεδιάδες και πιθανότητες, στο δεύτερο μέρος η ατμόσφαιρα είναι αποπνικτική, δυσοίωνη. Η αφήγηση γίνεται σκοτεινή, η ζούγκλα είναι μια ρουφήχτρα που καταπίνει, ξεβράζει, αποπροσανατολίζει, προκαλεί παραισθήσεις, τρελαίνει.

Ο εφιάλτης αποκτά πρόσωπο, τα ανέγγιχτα δέντρα μιλούν με φωνές ακατάληπτες, τα ποτάμια θρηνούν, οι εργάτες οδηγούνται στην παράνοια και στο θάνατο, οι εργάτριες αιχμαλωτίζονται και κακοποιούνται. Μέσα στη σκοτεινιά και στη σιωπή, η ανθρώπινη απληστία είναι θανατηφόρος πυρετός, οι νύχτες και τ' άστρα τους δεν παρηγορούν. Τρομάζουν και αποκαλύπτουν αλήθειες εκεί: στη χώρα εξόρυξης καουτσούκ.

Το τρίτο μέρος ξεκινά με τον θρήνο του εργάτη. Οι αφηγηματικές φωνές συγχωνεύονται, τα δέντρα θεριεύουν τους ίσκιους τους, τα φυλλώματα πυκνώνουν. Ο Αρτούρο είναι θύμα και αυτόπτης μάρτυρας της σάπιας μεγαλομανίας των ανθρώπων, των βασανισμών και των εξευτελισμών εκείνων που ονειρεύονται και "πληγώνουν το ανυπεράσπιστο δέντρο για να γίνουν πλουσιότεροι εκείνοι που δεν ονειρεύονται". Η ζούγκλα είναι μια δαιμονισμένη ρουφήχτρα που καταπίνει τις αποφάσεις και την τύχη των ηρώων.

Ένα κορυφαίο πολυεπίπεδο μυθιστόρημα -της γης, της ζούγκλας, της κόλασης -, ένα πρώιμο οικολογικό μανιφέστο για τη μανία εκδίκησης της φύσης, ένα δριμύ κατηγορώ για την κοινωνική αδικία του τότε, του τώρα, του πάντα.

'Ενα συγκλονιστικό χρονικό του Αρτούρο Κόβα, ενός ήρωα αντιφατικού, πολύπλευρου, ρομαντικού, εγωιστή, συναισθηματικά ασταθή που βουλιάζει στη δίνη των παραισθήσεων και στροβιλίζεται στη ρουφήχτρα του μυαλού του, της καρδιάς του, των παθών του, της ζούγκλας που οργιάζει μέσα του.

Ρεύματα σουρρεαλισμού, νατουραλισμού, μαγικού ρεαλισμού, υπερρεαλισμού και υπαρξισμού εναλλάσσονται και ενώνονται στα νερά των χειμάρρων, σε μια κάθοδο προς τον πιο φρικτό βυθό της ανθρώπινης συνθήκης.
 

Μετάφραση: Δήμητρα Παπαβασιλείου
Εκδόσεις Στιγμός / σειρά Opus 1

Σάββατο 14 Μαΐου 2022

Mariana Leky, Το όνειρο της Ζέλμα

Mariana Leky, Το όνειρο της Ζέλμα

Όλα τρυφερά και ανθρώπινα καμωμένα σε αυτό το εξαιρετικά εγκάρδιο μυθιστόρημα που θυμίζει παραμύθι με πικρές αλήθειες.
 
Όλα τρυφερά, εκτός από το χρόνο που τρέχει, αφαιρεί, αγκαλιάζει κι ύστερα γδέρνει. Ένα ανθρωποκεντρικό έργο πασπαλισμένο με τη χρυσόσκονη και τη στάχτη της ζωής, με αφηγήτρια τη Λουίζε η οποία, από την ηλικία των 10 ως την ενηλικίωσή της, εξιστορεί γεγονότα, μικρές και μεγάλες καθημερινές στιγμές, δεσμούς, πειρασμούς, χωρισμούς, αποχωρισμούς. Μιλάει για πρόσωπα και πράγματα της μικρής της κοινότητας κάπου στην περιοχή των λόφων του Βέστερβελντ στη δυτική Γερμανία.
 
Σημαντικό σύγχρονο bildungsroman (μυθιστόρημα ενηλικίωσης) με ψυχογραφικά και τοπογραφικά στοιχεία και με όλες εκείνες τις προλήψεις και τις δεισιδαιμονίες που διακατέχουν τους ανθρώπους των επαρχιών. Ένας μικρός θίασος ηρώων σε έναν μικρόκοσμο που επιθυμούν, φοβούνται, ερωτεύονται, αποκαλύπτουν και αποκαλύπτονται, δραπετεύουν, πιστεύουν στα θαύματα και στα όνειρα.

Κι έτσι ξεκινάει η ιστορία. Με ένα όνειρο που θα προκαλέσει ανησυχία αλλά και  κωμικοτραγικές καταστάσεις και τελικά θα οδηγήσει σε τραγωδία. Η γιαγιά της αφηγήτριας, Ζέλμα, βλέπει για τρίτη φορά στον ύπνο της οκάπι, ένα σπάνιο είδος ζώου της περιοχής του Κονγκό, μισό καμηλοπάρδαλη και μισό ζέβρα. Η παρουσία του ζώου στον ύπνο προμηνύει θάνατο μέσα στις επόμενες ώρες ή λίγες μέρες. Το όνειρο της Ζέλμα διαδίδεται από στόμα σε στόμα το επόμενο πρωί. Όλοι φοβούνται και περιμένουν το θάνατό τους και αυτό το γεγονός τους κάνει να αναθεωρήσουν δεδομένα, να κλείσουν εκκρεμότητες, να βγάλουν από υπόγεια κελιά τα φυλακισμένα τους συναισθήματα, να βάλουν σε εφαρμογή παλιά σχέδια και να ομολογήσουν ανομολόγητους έρωτες. Γιατί η ζωή γλιστράει σαν άμμος σε κλεψύδρα, ο χρόνος τελειώνει. Το όνειρο βγαίνει, έρχεται το θανάσιμο χτύπημα και η παιδική καρδιά της Λουίζε θα σπάσει σε χιλιάδες μικρά κομμάτια.

 Αλλά η ζωή συνεχίζεται, όπως πάντα. Στήνει χορό και δείχνει καινούργια βήματα και οι άνθρωποι - με πατήματα ασταθή, αργά, δειλά, πιο γοργά στη συνέχεια, με καρδιές ραγισμένες και επιδέσμους γύρω απ' τις μόνιμα ανοιχτές πληγές - συνεχίζουν να χορεύουν, να δέχονται τις χαρές και τις επόμενες λύπες, να ερευνούν τα μυστικά της ελπίδας και του σχηματισμού των νέων τους ονείρων.

Η Λουίζε αντιπροσωπεύει τη νεότερη γενιά που ακολουθεί κατά πόδας την προηγούμενη. Την αφοσιωμένη σε όλους και σε όλα τρυφερή γιαγιά Ζέλμα, τον Οπτικό - με τις εσωτερικές του φωνές και τον κρυφό παντοτινό έρωτα για τη Ζέλμα που αποκαλύπτεται υπό την υποψία και τον φόβο θανάτου -, τη μαμά της με τα λουλούδια και το ανθοπωλείο, τον μπαμπά της με τις τάσεις φυγής και την ακόρεστη δίψα συνάντησης με μακρινούς τόπους. 

Τα χρόνια περνούν και κατά τη διάρκειά τους συμβαίνουν διάφορα, οι άνθρωποι μένουν, φεύγουν, επιστρέφουν, οι ιστορίες ξεδιπλώνονται και φέρνουν στο φως σημαντικά κι ασήμαντα. Κι έπειτα έρχεται ο έρωτας της Λουίζε για τον βουδιστή μοναχό Φρέντερικ που φέρνει τα γειά, τα αντίο, τα χιλιόμετρα, τις ζώνες ώρας, το μαζί, το χωριστά, την ανεπάρκεια των φυσικών και τηλεφωνικών επαφών, το ποτέ και το πάντα, τα αναρίθμητα γράμματα του ενός προς τον άλλο, τον ουρανό με τα σύννεφα, τον ήλιο, το λιβάδι, το γκρεμό, τον διαχειρίσιμο αποχωρισμό και την επιστροφή.

Το υπ' αριθμόν 49 έργο της έξοχης σειράς Aldina των εκδόσεων Gutenberg και η Μαρία Αγγελίδου (σε μια ακόμα θαυμάσια μεταφραστική της στιγμή) παρουσιάζουν μια δυνατή ιστορία για το πώς η αγάπη και η απώλεια διαμορφώνουν την πορεία ενός ατόμου και μιας ολόκληρης μικρής κοινωνίας.

Αυτό το μικρό εκδοτικό θαύμα της Mariana Leky, κυκλοφόρησε το 2017 στη Γερμανία, έκανε τεράστια αίσθηση, αγαπήθηκε και έγινε best seller  και μόλις πρόσφατα κυκλοφόρησε και στα ελληνικά.

Είναι το μελαγχολικό πορτραίτο ενός μικρόκοσμου και του κόσμου που απλώνεται γύρω του, ένας διαλογισμός για το παράλογο του θανάτου, μια υπαινικτική ιστορία για την πρώτη αγάπη και για εκείνη που αργεί να φτάσει και ζωγραφίζει στο τέλος καινούργιες αρχές και το μετείκασμα μιας τελευταίας εικόνας.

Ο μαγικός ρεαλισμός συναντά την αληθινή ζωή και το αποτέλεσμα είναι αυτό το μυθιστόρημα που δείχνει στον αναγνώστη δρόμους για ν' ανθίζει η καρδιά και μια οπτική του "τι μπορείς να δεις" από εκεί.
 
 
Εκδόσεις  Gutenberg/ σειρά Aldina

Δευτέρα 9 Μαΐου 2022

Αχιλλέας Κυριακίδης, ΕΛΓΚΑΡ - ΕΙΚΟΣΙ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΠΑΡΑΛΛΑΓΕΣ




Ο Έντουαρντ Έλγκαρ ήταν Βρετανός συνθέτης που έγινε δημοφιλής παγκοσμίως χάρη στις Παραλλαγές Αίνιγμα, το 1899, ένα μουσικό έργο αυτοσχεδιασμών για ορχήστρα, με ένα κρυμμένο θέμα το οποίο δεν παίζεται και άρα δεν δεν εμφανίζεται ποτέ στις δεκατέσσερις αινιγματικές συμφωνίες.
 
Κατά τον Μπόρχες, οι ιστορίες υπάρχουν για να τις αφηγούμαστε μετασχηματισμένες καθώς γνωρίζουν καινούργιες εκδοχές και πιθανότητες.

Με όχημα τις Παραλλαγές και τις μετασχηματισμένες ιστορίες, ο Αχιλλέας Κυριακίδης, ένα μεγάλο κεφάλαιο του πνευματικού μας τοπίου, κυριολεκτικά κέντησε με την πένα του τα 24 αφηγήματα αυτής της συλλογής, που κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες από τις εκδόσεις Πατάκη.  Κορυφαίος μεταφραστής σημαντικών έργων ισπανόφωνης, γαλλόφωνης, ιταλόφωνης και αγγλόφωνης πεζογραφίας, ο μαίτρ - όπως τον αποκαλούν - δημιούργησε με τον πολυετή μεταφραστικό του "αγώνα" μεγάλες αγάπες και εμμονές του αναγνωστικού κοινού για συγγραφείς των οποίων τα κείμενα αποτέλεσαν, αποτελούν και θα αποτελούν σημεία αναφοράς, υψωμένες αναγνωστικές σημαίες.

Τιμημένος με Κρατικά Βραβεία Μετάφρασης (2006, Μπόρχες, Άπαντα τα Πεζά και 2018, Κορτάσαρ, Κουτσό), Με Βραβεία Ισπανόφωνης και Γαλλόφωνης πεζογραφίας, εκλεγμένος ως επίτιμος Διδάκτωρ του ΑΠΘ και με πλήθος άλλων διακρίσεων, ο δαιμόνιος βιρτουόζος της γραφής και της μετάφρασης εξακολουθεί να μας μαγεύει με την υψηλή τέχνη του, με την πολυσχιδή προσωπικότητά του, την ευρυμάθειά του, το μεγαλείο του ως τεχνίτης και ως άνθρωπος (είναι ασύλληπτη η απλότητα και η προσήνειά του παρά τις πολλαπλές δάφνες του).

Αριστοτέχνης μικρών πεζών, διηγημάτων και δοκιμίων για τη λογοτεχνία και τον κινηματογράφο, σεναριογράφος και σκηνοθέτης, ο Κυριακίδης επανέρχεται με τον Έλγκαρ του και είκοσι τέσσερα υποδειγματικά αινιγματικά αφηγήματα.

24 γράμματα στο ελληνικό αλφάβητο, 24 οι ραψωδίες της Οδύσσειας, 24 παραλλαγές ανθρώπινου βίου πάνω, κάτω, δεξιά και αριστερά της λύπης, της ελπίδας, της αγάπης, του φόβου, της μοναξιάς, της σύντομης χαράς και της διαρκούς θλίψης σε μια ζωή με 3 γράμματα!

Η  ζ ω ή, οι επιστροφές, οι επιθυμίες, ο χρόνος, η αναζήτηση, οι κατηγορίες, η υπεράσπιση, ο θάνατος, οι μεταμορφώσεις, οι ιστορίες, τα λάθη και τα πάθη τ' ανθρώπινα.  Με θαυμαστές λεπτομέρειες, αξιοζήλευτη οικονομία λόγου και περίτεχνη αρχιτεκτονική, ο Κυριακίδης σκάλισε και έχτισε αυτά τα 24 αριστουργηματικά μικρά πεζά (το καθένα μια σπουδή δημιουργικής γραφής) με αρχή, μέση και τέλος. Σε / Με μια ανάσα.

  Πλοκή, κορύφωση, ανατροπές, ηλιαχτίδες φιλοσοφίας, ρυθμός, μουσικότητα, διακειμενικότητα, αναφορές, υπαινιγμοί, διαβρωτικό χιούμορ αγκαλιά με μια βαθιά θλίψη.  Αυτά είναι τα υλικά των ιστοριών της συλλογής με θέματα τον άνθρωπο, την ύπαρξη, τη λογική και το παράλογο, εκείνα που είναι ορατά και ειπωμένα και τ' άλλα τ' ανείπωτα και τα ορατά που βλέπουν μονάχα οι λίγοι, τη γραφή και την αντιγραφή της, το μυστήριο της ζωής και του θανάτου και την πορεία της τέχνης μέσα στο χρόνο. Οι ιστορίες του Αχιλλέα Κυριακίδη έχουν κάτι εξωπραγματικό και ανοίκειο μα και τόσο οικείο μαζί, γιατί θυμίζουν πράξεις, σκέψεις και παραλλαγές αφηγήσεων που αφορούν: εμένα - εσένα - τον διπλανό και το καθημερινό μας παράδοξο σύμπαν.

Οι ήρωες, που ονομάζονται μόνο με ένα αρχικό γράμμα, είναι περιπατητές εντός τους κι εκτός τους, στα βάθη του εαυτού τους, στην άκρη της πόλης και του χάρτη τους. Ο καθένας τους, ένας Οδυσσέας σε διαδρομή χωρίς Ιθάκη. Κινδυνεύουν, μένουν, επιστρέφουν, πέφτουν, σηκώνονται, επανενώνονται. Φλερτάρουν με το θάνατο ώσπου εκτιμούν ξανά τη ζωή ενώ η μαύρη σκιά τους ακολουθεί και τους παγιδεύει. Συνομιλούν με ναυαγούς. Λυγίζουν από το βάρος των επιλογών τους. Ταξιδεύουν χωρίς να μετακινούνται. Νοσηλεύονται προκειμένου να θεραπευτούν από την ασθένεια της αντιγραφής. Φτάνουν ως την πόρτα του σπιτιού τους και ξαναφεύγουν, γιατί ποτέ δεν σταμάτησαν να φεύγουν. Νοσταλγούν. Ονειρεύονται το παρελθόν τους. Παρακολουθούν τους γεννήτορές τους ως πρωταγωνιστές στην μεγάλη οθόνη. Πέφτουν θύματα στον θύτη εαυτό τους. Βιώνουν την αρχή του τέλους και την αρχή της αρχής. Εθελοτυφλούν γιατί δεν θέλουν να βλέπουν αυτά που βλέπουν. Αφοσιώνονται πλήρως στη μοναξιά τους. Αποφασίζουν να γράψουν, μάταια, ένα πεζό που θα το διέπει η ακολουθία του Φιμπονάτσι. Βλέπουν ένα έργο τέχνης μέσα από καινούργιο βλέμμα.

Κάθε ιστορία συνοδεύεται από δυο μότο: ένα λογοτεχνικό κι ένα κινηματογραφικό.

 Η μαγεία της λογοτεχνίας συμπυκνωμένη σε 24 συγκλονιστικές αινιγματικές ραψωδίες μπορχεσιανής απόχρωσης, με μια ευρεία γκάμα ειδών και ύφους, με μουσικό background τις συμφωνικές Παραλλαγές του Έλγκαρ, με τους ψίθυρους του Μπόρχες, του Κορτάσαρ, του Φουέντες, του Περέκ, του Εσνόζ. Με την υπογραφή του Αχιλλέα Κυριακίδη.
 
 
Εκδόσεις Πατάκη

Δευτέρα 2 Μαΐου 2022

Γιώργος Λαμπράκος, Αναμνήσεις από το ρετιρέ

Γιώργος Λαμπράκος, Αναμνήσεις από το ρετιρέ

Υψηλός πυρετός σε σώμα μονολόγου, σύντομη ασθματική αυτοβιογραφία ενός μετανθρώπου σε έναν υπό κατάρρευση φυσικό κόσμο, παραληρηματικό σκοτεινό ποίημα σε ρυθμό καρδιάς σε αντίστροφη μέτρηση, μανιφέστο για την ύπαρξη της μη ύπαρξης.
 
Η νουβέλα "Αναμνήσεις από το ρετιρέ" πρωτοκυκλοφόρησε το 2009 από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη - με νωπά τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 2008 - προκαλώντας αίσθηση λόγω του θέματος, της μορφής και της φλεγόμενης γραφής του πρωτοεμφανιζόμενου τότε συγγραφέα, Γιώργου Λαμπράκου.
 
Έκτοτε, ο Λαμπράκος έγραψε και τα επόμενα έργα του (πεζά και ποίηση) παράλληλα με τις θαυμάσιες μεταφράσεις του σε αξιόλογα δοκίμια, φιλοσοφικά κείμενα και πεζογραφία. Οι "Αναμνήσεις" επανεκδόθηκαν και το 2016, έπειτα οι εκδόσεις Γαβριηλίδη έκλεισαν και τα υπόλοιπα είναι γνωστά, λίγο πολύ. Απρίλιος του 2022 και οι "Αναμνήσεις" επανακυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Οκτώ, με νέο εξώφυλλο, κι έτσι αυτό το σπουδαίο πύρινο κείμενο κάνει μια καινούργια διαδρομή, ξαναζεί μια δεύτερη ζωή και ακουμπά σε μεγάλο βαθμό στο σήμερα, ίσως περισσότερο σε σχέση με την εποχή του, 13 χρόνια πριν.
 
Μικρής έκτασης, μεγάλης σημαντικότητας, πλούσιο ιδεών, προβληματισμών και φιλοσοφικών ζητημάτων, είναι ένα ωμό, αιχμηρό λογοτεχνικό κομψοτέχνημα που δεν χαρίζει και δεν χαρίζεται όπως ακριβώς η αλήθεια που μας κοιτά κατάματα. Ένα κείμενο γροθιά στο στομάχι, ένα αλύπητο κροσέ κατάμουτρα.
 
Ο ήρωας του Γ. Λαμπράκου είναι ο Μανόλης Αλεξανδράκης που, σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, εξομολογείται σκέψεις και μνήμες από την παιδική του ηλικία, τα δεσμά, τους / τις φύλακές / φυλακές της, από τη σχέση του με τους γονείς του, το σχολείο, την απομόνωση από τους συμμαθητές του και τον κοινωνικό "φυσιολογικό" βίο. Μεγαλώνοντας, φεύγει από το σπίτι του γυρνώντας για πάντα πλάτη σε οικογένεια και κοινωνικές ομάδες, εμπειρίες και νόρμες.
 
Ασυμβίβαστος, απροσάρμοστος, αντικομφορμιστής, δεν επιθυμεί Κάτι γιατί επιθυμεί το απόλυτο Τίποτα. Μένει μόνος σε ένα μικροσκοπικό διαμέρισμα πρώτου ορόφου - το δικό του ρετιρέ - απαλλαγμένο από έπιπλα. Με κλειστά παράθυρα και παντζούρια στον έξω κόσμο και στο φως της ζωής που πληγώνει και ενοχλεί, με μοναδικό παράθυρο προς τον κόσμο την οθόνη του υπολογιστή του, πιο μόνος κι απ΄ τους μόνους, πολύ μακριά απ' τους ανθρώπους μα ως ένα βαθμό κοντά τους παρατηρώντας τις σκέψεις και τις συμπεριφορές τους μέσω του διαδικτύου, αφουγκράζεται τις ρωγμές τους.
 
Ελεύθερος - φυλακισμένος, μηδενιστής, μισάνθρωπος, μετάνθρωπος, με μηδαμινές ανάγκες, παραληρεί, καταγγέλει, στοχάζεται, αδιαφορεί, μισεί, ενδιαφέρεται, υπονοεί, απολογείται, εξομολογείται, μονομαχεί, διαπραγματεύεται, ξεριζώνει, διαλύει και διαλύεται. Ονειρεύεται το Τίποτα, αρκείται στο Τίποτα, επιθυμεί να εξαλειφθεί το ανθρώπινο γένος προκειμένου να σωθεί ο πλανήτης και ο πλανήτης μπορεί να σωθεί μόνο αν καταστραφεί ο καταστροφέας του.
 
Μέσα στην απόλυτη σιωπή, αποκομμένος, βουβός, με μελίσσι συλλογισμών στο κεφάλι του, δημιουργεί ήχους με το πληκτρολόγιο. Κάθε λέξη είναι μουσική, σφυγμός, ηχηρό ουρλιαχτό, ανάγκη υπεράσπισης της μοναχικότητάς του, της κοσμοθεωρίας του, της απόφασής του. Κάποτε, απ' το παράθυρο του πατρικού του έβλεπε το παιδικό του είδωλο και την αθλιότητα του κόσμου. Τώρα, απ' το παράθυρο του υπολογιστή βλέπει την αθλιότητα του είναι του και το θρυμματισμένο είδωλο του κόσμου.
 
Ο Μανόλης Αλεξανδράκης πέφτει θύμα εκμετάλλευσης του υπολογιστή του, βουλιάζει στην επιφάνεια του διαδικτύου, στο μηδέν των σχέσεων και των πραγμάτων, τα οποία όμως αποτελούν την ουσία της ουσίας της ιδεολογίας του. Γίνεται "άνθρωπος μηχανή", "ακατονόμαστος", "άνθρωπος χωρίς ιδιότητες", γίνεται φωνή σβησμένη και παγκόσμια μοναξιά, γίνεται ένας μεταδοτικός ιός που θα αφανίσει την ανθρωπότητα και θα μετατραπεί σε μοναδιότητα. Γίνεται το τελευταίο ηλεκτρονικό μανιφέστο κόντρα στο ζην και στην ελπίδα, υπέρ του θανάτου. Γιατί αυτός ο κόσμος "ο μικρός, ο μέγας" φτιάχτηκε σε λάθος μέτρα.
 
Στοχαστικό, δυστοπικό αφήγημα, μια υπαρξιακή λογοτεχνική επανάσταση που κάνει το αίμα να κοχλάζει και την καρδιά να πάλλεται σε ρυθμό ξέφρενης διαδήλωσης για την διεκδίκηση χαμένων στιγμών και δικαιωμάτων.  Μετά το πέρας της ανάγνωσης, τίποτα  δεν μοιάζει πια ίδιο: ο άνεμος έχει κοπάσει, οι φωνές έχουν σιγήσει, βρίσκεσαι μόνος με τον εαυτό σου και με κληροδότημα το μανιφέστο του αφηγητή, για επόμενα βήματα σε ταξίδι στην άκρη της νύχτας.
 
 
Εκδόσεις  Οκτώ