Κυριακή 26 Νοεμβρίου 2023

Deniz Ohde, Διάχυτο φως

Deniz Ohde, Διάχυτο φως


Οι εκδόσεις Gutenberg με πίστη και αφοσίωση στην παραγωγή υψηλής λογοτεχνίας, συνεχίζουν να μας εντυπωσιάζουν μέσω της εκπληκτικής σειράς τους Aldina -υπό τη διεύθυνση της Ζωής Μπέλλα - Αρμάου- που μετράει σχεδόν 80 τίτλους και έχει αναδείξει σημαντικά σύγχρονα και πιο κλασικά πρωτοποριακά έργα, έχει επαναφέρει στο προσκήνιο σπουδαίους συγγραφείς με αμίμητο ύφος (John Williams, Iris Murdoch, Cormac McCarthy, Don DeLillo, για να αναφέρουμε μερικούς) και μας έχει συστήσει νεότερες συγγραφικές φωνές που μάγεψαν κοινό και κριτικούς σε διεθνές επίπεδο και, φυσικά, με άριστες μεταφράσεις και φροντισμένες επιμέλειες, μαγεύουν και το εγχώριο αναγνωστικό κοινό.

Το υπ' αριθμόν 77ο βιβλίο της σειράς Aldina είναι το "Διάχυτο φως", αυτό το έξοχο μυθιστόρημα που αποτελεί το λογοτεχνικό ντεμπούτο της Deniz Ohde, γεννημένης το 1988 στη Φρανκφούρτη, με σπουδές Γερμανικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας και τιμημένης με το Βραβείο Λογοτεχνίας του Ιδρύματος Jürgen Ponto και με το Βραβείο Aspekte 2020 για αυτό το πρωτόλειο έργο της το οποίο μπήκε και στη βραχεία λίστα του Γερμανικού Βραβείου Λογοτεχνίας 2020. Και δικαίως, αφού πρόκειται για ένα σπουδαίο μυθιστόρημα με πυκνό λόγο, υπέροχη πρόζα, άψογη τεχνική και ωριμότητα, γραμμένο με την αυτοπεποίθηση ενός φτασμένου συγγραφέα. Είναι ένα πεζογραφικό έργο αυτοβιογραφικών στοιχείων, κοφτερό, υπαινικτικό, ολόπικρο, ένα μυθιστόρημα - καθρέφτης στραμμένος προς την κοινωνία παρά στην πρωταγωνίστρια που αφηγείται την ιστορία της σε πρώτο πρόσωπο και το οποίο βάζει στο μικροσκόπιο ζητήματα όπως η ταξική διάκριση, η ενδοοικογενειακή βία -ακόμα και όταν αυτή ασκείται μέσω της σιωπής-, η καταγωγή, η κοινωνική τάξη, ο κοινωνικός εκτοπισμός, τα σαθρά θεμέλια του εκπαιδευτικού συστήματος, οι κοινωνικές ανισότητες, οι προκαταλήψεις, η περιφρόνηση και το πώς όλα αυτά επιδρούν στον ψυχισμό του ατόμου. Παράλληλα, ξεδιπλώνεται η ιστορία ενηλικίωσης της κεντρικής ηρωίδας που παρά τις δυσκολίες και την έλλειψη υποστήριξης από το περιβάλλον της για να μάθει να θέτει στόχους και να τους κατακτά, εκείνη καταφέρνει να σταθεί στα πόδια της και να βρεί μια θέση στον κόσμο.

Ένα αριστουργηματικό Bildungsroman λοιπόν το "Διάχυτο φως" με γλωσσική ακρίβεια, δεξιοτεχνικά κατασκευασμένο για όλα όσα αποφεύγουμε να δούμε κατάματα, για το τί σημαίνει να είσαι γόνος μιας οικογένειας της εργατικής τάξης, να μεγαλώνεις σε μια ζοφερή οικογενειακή ατμόσφαιρα όπου ο φόβος γίνεται δεύτερο δέρμα σου, να είσαι μη αποδεκτός σε μια κοινωνία που αποδέχεται μονάχα "λαμπερά" μέλη, για όλα εκείνα που μένουν επιμελώς κρυμμένα κάτω απ΄ το χαλί, πίσω από διπλοκλειδωμένες πόρτες. Αυτό που κάνει η Ohde εδώ -πέρα απ' όλα τα πλεονεκτήματα του ύφους και της αρχιτεκτονικής της- είναι να φιλοτεχνήσει το πορτρέτο μιας κοινωνίας και μιας μικρής πόλης -απ' όπου δεν υπάρχει τρόπος διαφυγής- κατά τη δεκαετία του '90, με αποχρώσεις λεπτές, διακριτικά και χαμηλόφωνα, χωρίς να κρίνει, χωρίς να καταγγέλλει παρά αποκαλύπτει ένα τμήμα του κόσμου μας που λαμβάνει μισά βλέμματα, γυρισμένες πλάτες, χλευασμό και κοφτές απαντήσεις.

Η νεαρή ανώνυμη αφηγήτρια -alter ego της Ohde- επιστρέφει στην ανώνυμη επαρχιακή της πόλη, στην εργατική συνοικία όπου μεγάλωσε για να παρευρεθεί στον γάμο των δυο παιδικών της φίλων, του Πίκα και της Σοφία. Η μικρή πόλη είναι το ίδιο ψυχρή, γκρίζα και μολυσμένη, πνιγμένη στις βιομηχανικές εγκαταστάσεις στις οποίες εργάζονται αρκετοί άνθρωποι της περιοχής. Στην άκρη του Βιομηχανικού Πάρκου, κοντά στο ποτάμι, με θέα τον καπνό από τα φουγάρα των εργοστασίων: σε αυτό το σκηνικό μεγάλωσε η αφηγήτρια.

Με την επιστροφή της στη γενέθλια συνοικία της και στο πατρικό της, οι αναμνήσεις την κατακλύζουν και της φέρνουν στο νού τα παιδικά της χρόνια στο σπίτι με τον αλκοολικό πατέρα της, τον άρρωστο παππού της -και οι δυο απεχθάνονται κάθε είδους αλλαγή και εξέλιξη- και την τουρκικής καταγωγής μητέρα της που έφυγε από την Τουρκία για μια καλύτερη ζωή στη Γερμανία, για να διαψευστεί στην πορεία κάθε της όνειρο.

Ο πατέρας δεν έχει απολύτως καμιά φιλοδοξία, είναι ένας υποταγμένος εργάτης, συλλέκτης αντικειμένων, παραδομένος στη μοίρα του, πνίγει τους καημούς του στο ποτό, και για να ξεθυμάνει συχνά σπάει πράγματα για να αποφύγει να απλώσει χέρι στη γυναίκα του και στο παιδί του.

Η μητέρα βρίσκεται μόνιμα σε έναν υπόκωφο εσωτερικό συναγερμό. Υποταγμένη στη δική της μοίρα, αδύναμη, σιωπηλή, μια "ξένη" που παραμένει εδώ και χρόνια "ξένη" προς τον εαυτό της και στους άλλους.

Και η κόρη, η αφηγήτρια, καθημερινά, ερχόμενη στο σπίτι από το σχολείο, καλείται να "διαβάσει" τα σημάδια και τις αλλαγές στην ατμόσφαιρα, πρέπει να ζυγίζει προσεκτικά την κατάσταση, να μιλήσει ή να μην μιλήσει για να μην προκαλέσει το θυμό του πατέρα της.

Ένα σπίτι βυθισμένο στην υποταγή, στο φόβο, στην άρνηση, στην κόψη της αμηχανίας και στη σιωπή που σπάει κάθε φορά που ο πατέρας εκσφενδονίζει αντικείμενα στον τοίχο και στο πάτωμα. Σε αυτό το οικογενειακό περιβάλλον μεγαλώνει η αφηγήτρια, με δυο γονείς παραιτημένους, παγιδευμένους στις περιστάσεις, ανίκανους να την υποστηρίξουν, αντιθέτως την υποτιμούν διαρκώς άλλοτε με μισόλογα κι άλλοτε με ένα νεύμα. Οι ισορροπίες στην οικογενειακή εστία είναι επισφαλείς και οι δυο λέξεις σε προστακτική, "Μίλα" και "Μη μιλάς" είναι αυτές που πρέπει να υπακούει και να εκτελεί η αφηγήτρια, μαζί με ένα αίσθημα ντροπής που πρέπει να διαχειριστεί γι' αυτό που είναι και γι' αυτό που επιθυμεί αλλά τρέμει να γίνει.

Μοναδικοί φίλοι του κοριτσιού είναι η Σοφία και ο Πίκα, δυο παιδιά εύπορων οικογενειών, εντελώς διαφορετικά μεγαλωμένα, σε ένα υγιές περιβάλλον με παροχές, φροντίδα, χρήματα, αυτοπεποίθηση και, κυρίως, σε ένα περιβάλλον όπου οι μπαμπάδες δεν είναι αλκοολικοί και δεν έχουν άγρια ξεσπάσματα, άρα τα παιδιά τους δεν χρειάζεται να κάνουν ησυχία όταν εκείνοι κοιμούνται, τα παιδιά δεν έχουν φόβο, δεν έχουν άγχος, δεν έχουν στη μνήμη εικόνες σπασμένων γυαλικών κι ο ηλεκτρισμός της σιωπής δεν τους προκαλεί παράλυση στα χείλη και στην ψυχή, όπως συμβαίνει στη συμμαθήτριά τους.

Η αφηγήτρια, λόγω των καταστάσεων που βιώνει στο σπίτι, λόγω των υποτιμητικών σχολίων που δέχεται -καλοπροαίρετα- από τους γονείς και τους δασκάλους της, από τους συμμαθητές της ακόμα και από τους δυο φίλους της για τις σχολικές της επιδόσεις, για το όνομά της, για την εμφάνισή της, για την καταγωγή της και τον χαρακτήρα της, κλείνεται όλο και περισσότερο στον εαυτό της. Εκφράζεται με δυσκολία, κρύβεται στη σκιά και ενώ διαβάζει αρκετά κρύβει τις ικανότητές της. Ο φόβος, από τα σωθικά της, ανεβαίνει στο λαιμό και γίνεται φράγμα στη γλώσσα. Δεν αποδίδει στα μαθήματά της, αποτυγχάνει στις εξετάσεις και εγκαταλείπει το σχολείο παρά το όνειρό της να να φύγει από τον τόπο της για σπουδές στο πανεπιστήμιο. Αργότερα, επιστρέφει στο σχολικό σύστημα ξανά, γράφεται σε νυχτερινό σχολείο και συνεχίζει την εκπαίδευσή της κόντρα στους εσωτερικούς της κραδασμούς, στις συνεχόμενες υποτιμήσεις και στον ρατσισμό. Και τελικά καταφέρνει να περάσει στο πανεπιστήμιο. Φεύγει από τον τόπο της για σπουδές σε μια μεγαλύτερη πόλη -όχι πολύ μακριά- με ψυχή μισή αφημένη πίσω στο σπίτι της και στην αναμονή του πατέρα της για μια επόμενη αποτυχία της.

Οι οικογενειακές και κοινωνικές αλυσίδες την κρατούν δέσμια στα γνώριμα χώματα και στην οικεία θανάσιμη σιωπή. Ό,τι κι αν κάνει, όπου κι αν πάει, αισθάνεται το παγωμένο νερό της αποξένωσης και της μη αποδοχής να της κόβει την ανάσα, και μόνο στην ασφάλεια του σπιτιού -ενός σπιτιού σ' αυτόν τον κόσμο- νιώθει να ζεσταίνεται η ψυχή της. Εκείνη δεν σταματά να παλεύει να ορθοποδήσει, να ξεφύγει από τη μοίρα στην οποία υποτάχθηκαν οι δικοί της. Συμφιλιώνεται με το παρελθόν της, διεκδικεί μια θέση στον ήλιο και στις αχτίδες του. Κι όταν επιστρέφει στον τόπο της, για πρώτη φορά τον βλέπει με άλλα μάτια: παρατηρεί σύντομες λάμψεις ομορφιάς κι ένα διάχυτο φως που ελευθερώνονται κάτω απ΄ τη θολούρα, τη θαμπάδα και την παραμελημένη όψη των πραγμάτων και των σημείων. Μια αφύσικη μορφή φωτός αστράφτει καθώς διαλύονται τα πυκνά σύννεφα.

Ένα γενναίο, συγκλονιστικό μυθιστόρημα αφορμών και συνεπειών, βαθιάς ενσυναίσθησης και "έρευνας" για το τί μπορεί να πάει λάθος σε έναν βίο και πώς θα μπορούσε να διορθωθεί υπό τις κατάλληλες συνθήκες. Ένα δυνατό κείμενο που στοιχειώνει και πονάει καθώς παρουσιάζει μια πικρή πραγματικότητα που δήθεν αγνοούμε αλλά λαμβάνει χώρα μπροστά στα μάτια μας. Με χαμηλόφωνη και αποστασιοποιημένη αφήγηση, με γλώσσα εκλεπτυσμένη και, παράλληλα, "ύπουλη", απαλλαγμένη από συναισθηματισμούς, η Deniz Ohde περιγράφει "εγκλήματα" που διαπράττουν η οικογένεια, το εκπαιδευτικό σύστημα και η κοινωνία με θύμα τον άνθρωπο καθώς διαμορφώνει την προσωπικότητά του εντός αυτών, καταστάσεις, τραύματα και αδικίες, γεγονότα και εικόνες που τρυπώνουν στη συνείδηση του αναγνώστη, τον συγκινούν και τον ξεβολεύουν.

Ένα σημαντικό, αξιοπρόσεκτο δείγμα της σύγχρονης γερμανόφωνης πεζογραφίας το "Διάχυτο φως", έξοχα μεταφρασμένο από τους Άγγελο Αγγελίδη και Μαρία Αγγελίδου.

"Είτε έχει τιναχθεί στον αέρα κανείς είτε έχει φύγει αθόρυβα, χωρίς να σβήσει πίσω του το φως - παλιά αυτές μου φαίνονταν πως ήταν οι δυο δυνατότητες." (σελίδα 272)
 
Εκδόσεις Gutenberg / σειρά Aldina

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου